Alice Through the Looking Glass- Καλύτερο από το πρώτο, χωρίς αυτό να σημαίνει και πολλά…

Nίκος Γιακουμέλος Από Nίκος Γιακουμέλος 5 Λεπτά Ανάγνωσης

Δεν έχουμε κρύψει τον θαυμασμό και την αγάπη μας για τον παλιό, καλό Τim Burton. Αυτός είναι και ο λόγος που αντί για το (πολύ ενδιαφέρον) Nice Guys, αυτή την βδομάδα αποφασίσαμε να ξαναδώσουμε μια ευκαιρία σε μια παραγωγή του αγαπημένου σκηνοθέτη, παρά το γεγονός ότι το πρώτο μέρος αυτού του franchise, το Alice in Wonderland  του 2010 είχε απογοητεύσει σε κάθε επίπεδο. Τώρα, σχεδόν 6 χρόνια αργότερα, το sequel ( με πολλά στοιχεία prequel) έρχεται για να ξεπλύνει τις αμαρτίες του πρώτου, δίνοντας μια ταινία η οποία ναι μεν είναι καλύτερη της πρώτης, όταν όμως συγκρίνεται με το τι περιμέναμε και το πως θα μπορούσε να ήταν, όχι μόνο βγαίνει χαμένη, αλλά μας πείθει πως πλέον ο Τim Burton  και οι συνεργάτες του δεν έχουν ικμάδα έμπνευσης και διάθεσης για δημιουργία μέσα τους…

Δανειζόμενο μόνο τον τίτλο από το αριστούργημα του Lewis Carroll και κάποια μικροπεριστατικά, τα οποία καμία σχέση δεν έχουν με την τελική πλοκή, το Alice Through the Looking Glass παραδίδει μια άνιση ταινία, γεμάτα κενά και ετοιματζίδικα cgi, τα οποία εκρήγνυνται μπροστά στα μάτια του θεατή και μπορεί να φαντάζουν εντυπωσιακά, πίσω τους όμως δεν κρύβεται καμία ουσία, καμία μαγεία η ατμόσφαιρα. Η Κάτω-χώρα φαντάζει το ίδιο άδεια και βλοσυρή όσο και την πρώτη φορά, με μόνη διαφορά η προσθήκη κάποιων χαρακτήρων που προσεγγίζουν τον όρο “ενδιαφέρον”, όμως κόβονται προτού καταφέρουν να τον αγγίξουν.

Το μεγαλύτερο θέμα της ταινίας είναι για άλλη μια φορά οι ηθοποιοί. Η Mia Wasikowska συνεχίζει να παραμένει μια ανέκφραστη και κρύα φιγούρα, η οποία το μόνο χαρακτηριστικό που έχει είναι ότι είναι “ανεξάρτητη” και αντιτίθεται σε όρους και πρόσωπα τα οποία μοιάζουν περισσότερο με καρικατούρες παρά με ουσιαστικούς ανθρώπους. Ταυτόχρονα, για άλλη μια φορά, άγεται από καταστάσεις και προτάσεις τρίτων, ακολουθώντας ένα προκαθορισμένο μονοπάτι, το οποίο παρεμπιπτόντως είναι γεμάτο σεναριακά κενά και τρύπες. Ταυτόχρονα ο Johnny Depp ( Sweeney Todd: The Demon Barber of Fleet Street , Edward Scissorhands , Pirates of the Caribbean) ξαναβυθίζεται  σε μια τρομερά κακόγουστη μάσκα και ένα ανούσιο overacting, γκρεμίζοντας ακόμα και τις λίγες ελπίδες που  μας είχε δώσει στο πρόσφατο Black Mass  και πλέον δεν θυμίζει σε τίποτα τον σταρ που παλιότερα μπορούσε να κουβαλήσει ολόκληρα franchise στην πλάτη του. Όπως και ο Τim Burton, ο  Depp  αποδεικνύει πως δημιουργικά δεν είναι ο ίδιος άνθρωπος που αγαπήσαμε.

Η έτερη της γνωστής παρέας, η Helena Bonham Carter (SuffragetteHarry PotterFight Club) πέφτει και αυτή στην παγίδα της κακής υπερβολής, του camp και της καρικατούρας, παρά το γεγονός ότι σε πρόσφατες δουλειές της έχει δείξει μόνο τα καλύτερα. Η μοναδική θετική προσθήκη που έκανε αυτή η ταινία ήταν αυτή του εξαιρετικού  και πολυτάλαντου Sacha Baron Cohen (Borat, Bruno) ο οποίος υποδύεται μια παιχνιδιάρα και πολύ ανθρώπινη εκδοχή του Χρόνου που είναι, χωρίς ανταγωνισμό, ο μοναδικός λόγος να δείτε αυτή την ταινία. Το άπειρο βέβαια κινηματογραφικό χέρι του  James Bobin (Da Ali G Show,Flight of the Conchords ) του στερεί τον απαραίτητο χρόνο για να μεγαλώσει, αυτό όμως είναι μόνο μία από τις αδυναμίες του ως σκηνοθέτης…

Η κυριότερη από αυτές είναι η παντελής αδυναμία του να συγκρατήσει και να επιβληθεί στην ιστορία της σεναριογράφου Linda Woolverton,  η οποία είχε το τεράστιο έργο του να βασίσει μια ταινία σε ένα βιβλίο με μόνο κοινό στοιχείο τον τίτλο… Ο Bobin άγεται από το (κακό) σενάριο, χάνει κάθε αίσθηση οπτικού ρυθμού. Είναι τόσο απασχολημένος με το να φουλάρει την οθόνη στο ψηφιακό εφέ που ξεχνά τους βασικούς κανόνες της κινηματογραφίας. Ταυτόχρονα, έχοντας εστιάσει τόσο πολύ στο cgi, αδιαφορεί μέχρι και για την απεικόνιση των πρωταγωνιστών του και δεν χρησιμοποιεί παρά τα πιο απλά και βαρετά πλάνα που μπορεί.

Το Alice Through the Looking δεν έχει σταλιά από την μαγεία του έργου του Lewis Carroll,  όμως δεν κάνει και τίποτα για να προσφέρει μια δική του, ξεχωριστή γοητεία. Είναι ευχαριστημένο με το να αποτελεί μια εύκολη συνέχεια μιας εύκολης ταινίας, για εύκολο (όπως νόμιζαν) χρήμα. Όταν  η ταινία κλείνει και σε αποχαιρετά, δεν αισθάνεσαι παρά μόνο κούραση. Και κανείς δεν πάει σινεμά για να κουραστεί, και μάλιστα για τους λάθος λόγους.Λυπάμαι μόνο γιατί αυτή η ταινία είναι μία από τις τελευταίες συμμετοχές του λατρεμένου Αlan Rickam…

Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε με μεγάλη επιτυχία αλλά μετά άρχισε καπου να δυσκολεύει το πράγμα. Σπούδασε Επικοινωνία και μετά αποφάσισε πως δεν του αρέσει να επικοινωνεί. Όνειρο του να μετακομίσει στην Σαχάρα όπου θα έχει ησυχία, αλλά μέχρι να το καταφέρει δουλεύει κωπηλάτης.