Steve Dillon- Μέχρι το τέλος του κόσμου

admin Από admin 6 Λεπτά Ανάγνωσης

Αναδημοσίευση από το insidestory.gr

Κείμενο: Σπύρος Δερβενιώτης

Ο Steve Dillon ήταν παιδί, μόνο 16 ετών, όταν πρωτομπήκε επαγγελματικά στα κόμικς, παρέμεινε παιδί που έπαιζε με τα cool toys του μέχρι τον αιφνίδιο θάνατό του το Σάββατο στη Νέα Υόρκη όπου είχε παραμείνει μετά το Comic Con“Bumping Into Steve Dillon At New York Comic Con Dressed As Jesse Custer”.

Ανάμεσα στις δύο παιδικές ηλικίες απλώνεται μια παραγωγικότατη καριέρα που συνέβαλε όσο λίγες στην εξάπλωση και εδραίωση του Βρετανικού Κύματος που μεταμόρφωσε το τοπίο των αμερικάνικων κόμικς στα μέσα της δεκαετίας του ’80, οδηγώντας το μέσο –τι ειρωνεία!– στην ενηλικίωση. Ένα κύμα που εμπεριείχε ονόματα όπως ο Alan Moore (Watchmen, V for Vendetta,From Hell), ο Neil Gaiman(The και ο Garth Ennis, με τον οποίο ο Dillon συνυπέγραψε τα εμβληματικότερα έργα του, φώτισαν καινούργιες οδούς στην τέχνη των κόμικς, φτάνοντας το μέσο στα όριά του και μετά ξεπερνώντας τα με άνεση.

Και το έκαναν όχι αφομοιώνοντας την ουσία τους σε american friendly προσαρμογές, αλλά διατηρώντας ακέραια και βροντοφωνάζουσα την εθνική τους ταυτότητα. Εξάγοντας τόση “αγγλίλα” που ένιωθες την μπύρα να στάζει από τις σελίδες.

Η πρώτη του δουλειά, είπαμε, σε ηλικία 16 ετών, ήταν για το περιοδικό The Incredible Hulk Weekly της Marvel UK, για το οποίο αναπαρήγαγε τον ατσούμπαλο, δυσκίνητο Hulk της τηλεοπτικής σειράς των ’70ς. Κατόπιν τίμησε όλα τα εμβληματικά “μαγαζιά” της βρετανικής σκηνής: το περιοδικό 2000 AD(για το οποίο σχεδίασε με επιτυχία τον Judge Dredd), το Warrior καθώς και το Doctor WhoDoctor Who Magazine για τα οποία δημιούργησε τον αμοραλιστή μισθοφόρο Abslom  Daak

Το σχέδιο του Dillon ήταν καθαρό και σαφές, σίγουρες γραμμές χωρίς περιττές επιδείξεις τεχνικής. Τίμιο storytelling, μόνο ό,τι εξυπηρετεί την αφήγηση και οδηγεί το μάτι με σαφήνεια από το ένα καρέ στο επόμενο, ανατομική ακρίβεια στις εκφράσεις ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για την ψυχολογία των ηρώων, ατόφια μαστοριά, προϊόν συνεχούς ενασχόλησης με τη μελανωμένη σελίδα.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 δημιουργεί μαζί με τον –επίσης πρόσφατα πρόωρα χαμένο– Brett Ewins το περιοδικό Deadline(1988-1995) που έγινε σημείο αναφοράς και φυτώριο ταλέντων της εναλλακτικής σκηνής των κόμικς και όχι μόνο: του Jamie Hewlett των Gorillaz, του Philip Bond, του Nick Abadzis.

Hellblazer #63 (1993), σενάριο Garth Ennis, εικονογράφηση Steve Dillon. Στην DC/Vertigo ο Dillon άφησε “αποτύπωμα” στο Hellblazer από το 1992 έως το 1994.

Σχέδιο για το Punisher σε σενάριο του Garth Ennis.

Ήταν μοιραίο να οδηγηθεί στις μεγάλες αμερικανικές εκδόσεις, τη DC Comics, τη Marvel. Εκεί συνεργάζεται για πρώτη φορά, για το Hellblazer και το Punisher, με τον Βρετανό σεναριογράφο Garth Ennis, που θα γίνει βασικός συνοδοιπόρος. Μαζί τελειοποιούν το δικό τους χαρμάνι “lad comics”, λαϊκή, working class αφήγηση με σαφέστατη αντρίκεια αίσθηση, μακροσκελείς διηγήσεις πάνω από άλλη μια γύρα στην παμπ, χοντρά αστεία, βλάσφημη διάθεση και μια αίσθηση καθήκοντος κληρονομημένη από πατεράδες που έζησαν αερομαχίες πάνω από το Κεντ κατά τη διάρκεια του Big OneΠαρατσούκλι για το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο ίδιος πέρναγε τις περισσότερες ώρες του στην τοπική παμπ, πιο παλιά μαζί με τον Tom Frame, που έκανε το lettering για το Judge Dredd στο 2000 AD –ο Steve σχεδιάζοντας σελίδες, ο Tom γράμματα, και μετά έπαιζαν μπιλιάρδο μέχρι να κλείσει το μαγαζί. Ο Dillon ήταν τόσο γήινος και απλός, που οι φίλοι του στο Λούτον μέχρι προχθές δεν γνώριζαν ότι είναι διάσημος.

Σκηνή φόρος τιμής στον stand up comedian Bill Hicks, από το Preacher.

Στις 28 Αυγούστου 1995 κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος του magnum opus του, σε σενάριο του Ennis. Το Preacher (66 τεύχη που, με ελάχιστες εξαιρέσεις, σχεδίασε ο ίδιος ο Dillon) ήταν συγχρόνως ένα στοίχημα να καταρριφθεί κάθε ταμπού που υπάρχει και ταυτόχρονα το κόμικ που συμπυκνώνει όσο κανένα άλλο την ουσία της καριέρας του Dillon: bigger then life ήρωες, καθήκον, μαύρο χιούμορ και πάνω απ’ όλα ακραία weirdness που βγάζει νόημα στα πλαίσια ενός σύμπαντος που χτίζεται συνεκτικά και με ειλικρίνεια.

Είναι το κόμικ όπου συνυπάρχουν αφύσικα ο αποτυχημένος αυτόχειρας Arseface που η ραμμένη φάτσα του μοιάζει με κωλοτρυπίδα, ένας σημαδεμένος καραφλός κακός με μια οπή στο κεφάλι που τον κάνει να μοιάζει με πέος, ένας καθυστερημένος Μεσσίας προϊόν ενδογαμίας που πετάει σκατά στους περαστικούς, μια απέθαντη γριά-μάγισσα του Βαθέως Νότου, μεγαλοκρεατέμπορας που συνευρίσκεται σεξουαλικά με τεράστια γυναικόμορφη υπερκατασκευή από αγελαδομπούτια και λουκάνικα, και σίγουρα ξεχνάω γύρω στους 54 ανάλογους δευτερεύοντες χαρακτήρες ενός τεράστιου καμβά -βαθιού φιλιού στην αμερικάνικη μυθολογία που τελειώνει στο Άλαμο.

Χάρη σε αυτό το κόμικ, που φέτος έγινε σειρά από τον Σεθ Ρόγκεν για το AMCr, ο Dillon σίγουρα κέρδισε κάποιο Γκίνες βλασφημίας σχεδιάζοντας τον κεντρικό ήρωα να κατουράει τον Εσταυρωμένο, όταν δεν του απευθύνεται με την φράση «Fuck you and the cross you rode in Γκίνες που είμαι σίγουρος ότι γιόρτασε δεόντως με άλλη μία Γκίνες.

Ή πολλές.

Μοιραστείτε το Άρθρο