O καλός συγγραφέας είναι σαν τον σατιρικό καλλιτέχνη: μονίμως ψάχνει το όριο, το όριο που ο ίδιος βάζει. Η σάτιρα δεν έχει όρια το ίδιο και η λογοτεχνία. Υπάρχει όμως η απόρριψη που είναι μεγαλύτερη από την αποδοχή και αυτή που θέτει απότομα τέλος σε κάθε φιλοδοξία, σε κάθε εγχείρημα. Ο συγγραφέας, όπως και κάθε καλλιτέχνης, δεν γράφει για να τον απορρίψουν, γράφει για να κερδίσει την απόρριψη, γράφει έχοντας στην άκρη του μυαλού του την απόρριψη.
Και όπου τον βγάλει… Αν, λοιπόν, στη σάτιρα όλα σατιρίζονται, στη λογοτεχνία όλα γράφονται. Αυτό που ξεχωρίζει τον καλό συγγραφέα από τον πολύ καλό, είναι ότι ο τελευταίος ακολουθεί οδηγίες. Όχι, δεν αφορά ανάπτυξη μεθόδου και τήρηση κανόνων. Αυτά στα σεμινάρια. Ο πολύ καλός συγγραφέας μαθαίνει που βρίσκονται τα «τυφλά σημεία» και είτε τα αποφεύγει είτε τα φωτίζει, είτε απλά τα ακουμπά και συνεχίζει. Ο πολύ καλός συγγραφέας αγνοεί το επικίνδυνο σημείο και προσέχει αυτό που του δίνει ασφάλεια.
Ο πολύ καλός συγγραφέας προβλέπει για τους ήρωες του και τους οδηγεί κατευθείαν στην έκπληξη, μετακινεί ελάχιστα τα πράγματα, τόσο όμως για να αλλάξει ο κόσμος όλος. Οι οδηγίες που ακολουθεί ο πολύ καλός συγγραφέας είναι τα άγρια ένστικτα που σαν απότομοι, έντονοι ήχοι ξεσπούν δίπλα μας. «Οδηγίες Για Οικιακές Bοηθούς» και ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας σε συλλογή διηγημάτων.
Το «Οδηγίες για οικιακές βοηθούς» (εκδόσεις Στερέωμα, μετάφραση-σημειώσεις Κατερίνα Σχινά) είναι δημιούργημα της Lucia Βerlin . Θα μπορούσαμε να το δούμε και ως ένα συμπαγές έργο που διαρκώς εκτυλίσσεται, λοξοδρομεί, επιστρέφει, συστρέφεται, εκτοξεύεται, συλλέγει και μοιράζει τα παραπεταμένα κομμάτια της καθημερινότητας. Το διήγημα που διαρκώς αλλάζει πρόσωπο και προσαρμόζει το σώμα στις ιστορίες των ηρώων. Η Lucia Berlin, η άγνωστη και η μετά θάνατον αναγνωρισμένη συγγραφέας. Οι Εκδόσεις «Στερέωμα» μας τη συστήνουν και όταν σου συστήνουν κάποιον ψάχνεις να βρεις τι είναι αυτό που τον κάνει άξιο έρευνας, ανάγνωσης και στο τέλος αποδοχής.
Στην Βerlin είναι η τόλμη και το ρίσκο που παίρνει για να παρέμβει στη ροή του χρόνου. Αυτή είναι η αίσθηση και το αποτύπωμα αυτής μένει μετά την ανάγνωση κάθε ιστορίας της. Εκεί που όλα κυλούν «ομαλά» και με προκαθορισμένη πορεία-κατάληξη, έρχεται το αόρατο χέρι της Βerlin και τα βγάζει εκτός πορείας. Για την Βerlin η ηρεμία του κόσμου, της κοινωνίας είναι κάτι τόσο εύθραυστο που αρκεί ένα τράνταγμα για να μπεις σε μονοπάτι αχαρτογράφητο. Η Βerlin έχει την ικανότητα να αποκαλύπτει την κρυφή επιθυμία του κόσμου και αυτό είναι άξιο σεβασμού και θαυμασμού.
Οι ιστορίες της Βerlin δείχνουν ώριμο δημιουργό που έχει βγει ζωντανός από τη φωτιά του πόνου. Οι προσωπικές εμπειρίες, επαγγελματικές, σωματικές (πρόβλημα αλκοολισμού) διαπερνούν τα κείμενα της, τρεις δεκαετίες, ‘60, ‘70, ‘80 και τις ΗΠΑ. Σ’ αυτόν (στον πόνο) φαίνεται ότι ακουμπούν οι παρεμβολές της και είναι αυτός που καθορίζει τη «συμπεριφορά» του κάθε διηγήματος. Υπάρχουν διηγήματα άγρια, διηγήματα που ύπουλα ελέγχουν την αντίληψη σου, διηγήματα ελκυστικά, διηγήματα με χιούμορ, διηγήματα ιερά και βλάσφημα. Τα διηγήματα της Βerlin , πέρα από τον έλεγχο και την αξιοποίηση της «μικρής» φόρμας, διαθέτουν ειλικρινή πρόθεση, επιθυμία να αποκαλύψουν και όχι μόνο να διασκεδάσουν, ψυχαγωγήσουν.
Η Βerlin σχεδόν κυνικά γράφει πάνω στα μόρια της σκόνης του χρόνου και της καθημερινότητας. Δημιουργοί ήχους, καταστάσεις αδιαμφισβήτητες, τετελεσμένα που κάθονται μέσα σου και γίνονται σκέψεις μοναδικές. Η μετάφραση ανήκει στην έμπειρη Κατερίνα Σχινά και πραγματικά δεν μπορούμε παρά να αναγνωρίσουμε τον άθλο που επιτυγχάνει. Οι μεταπτώσεις της Βerlin λεκτικές, συναισθηματικές, τα γνήσια αμερικάνικα στιγμιότυπα αποτυπώνονται με ενάργεια στην ελληνική γλώσσα και πρέπει να πούμε «μπράβο» στην Κατερίνα Σχινά. Η έκδοση συνοδεύεται από πρόλογο της Linda Davis και εισαγωγή του Stephen Emerson.