Ο κατάλογος με τους μεγάλους συγγραφείς που το Βατικανό θεωρούσε επικίνδυνους για τη χριστιανική πίστη, είναι πολύ μεγάλος και περιλαμβάνει προσωπικότητες, μεταξύ άλλων, από τον Ζαν Ζακ Ρουσσώ, τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ και τον Μπαρούχ Σπινόζα μέχρι τον Ονορέ ντε Μπαλζάκ, τον Καρλ Μαρξ και τον Νίκο Καζαντζάκη. Σε αυτή την άκρως τιμητική λίστα βρίσκεται και ο Γάλλος συγγραφέας και κριτικός Ανατόλ Φρανς (1844-1924), ο οποίος με το έργο του στράφηκε πολλές φορές κατά της οργανωμένης θρησκείας αλλά και απέναντι σε κάθε τι που στρεφόταν ενάντια στην ελεύθερη σκέψη. Βαθιά επηρεασμένος από τη Γαλλική Επανάσταση, μετά τις -ανολοκλήρωτες- σπουδές του στρατεύτηκε για κάποιο διάστημα με το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γαλλίας θεωρώντας τον εαυτό του κομμάτι του ευρύτερου αριστερού χώρου της εποχής, ασκώντας όμως κριτική και στην ίδια τη Σοβιετική Ένωση, ενώ το 1921 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ.
Ένα από τα έργα του, το οποίο μέχρι και σήμερα, θεωρείται κλασικό και έπαιξε μεγάλο ρόλο στην προαναφερθείσα τιμητική λίστα του Βατικανού, είναι Η ανταρσία των αγγέλων. Το βιβλίο αυτό, κυκλοφόρησε το 1914 στη Γαλλία, και μεταφέρθηκε στην ελληνική γλώσσα από τις εκδόσεις Αστάρτη του 1994 σε μετάφραση Λόισκας Αβαγιανού με την πέμπτη έκδοση να κυκλοφορεί το καλοκαίρι του 2019.
Η ιστορία λαμβάνει χώρα στο Παρίσι στις αρχές του 20ου αιώνα, παρουσιάζοντας την πλούσια οικογένεια Ντ’ Εσπαρβιέ, ο πατέρας της οποίας έχει μία τεράστια βιβλιοθήκη γεμάτη με σπάνια και σημαντικά ιστορικά και θρησκευτικά βιβλία. Ξεκινώντας από αυτή τη βιβλιοθήκη, ο φύλακας άγγελος του Μωρίς Ντ’ Εσπαρβιέ, γιου της οικογένειας, με το γήινο όνομα Αρκάδιος, προσπαθεί να αποκτήσει την κατάλληλη θρησκευτική και ιστορική γνώση ώστε να ανατρέψει τον εξουσιαστή Θεό που μέχρι πρότινος υπηρετούσε.
Σταδιακά ο Αρκάδιος θα έρθει σε επαφή και με άλλους αγγέλους που έχουν παρατήσει την ουράνια φύση τους και πλέον ζουν και εργάζονται ως άνθρωποι στο Παρίσι, με αυτό να συνεπάγεται πως αδυναμίες και ελαττώματα που υπάρχουν στην ανθρώπινη φύση κάνουν εμφανή την παρουσία τους. Μέσα από καλλιτεχνικές και πολιτικές αναζητήσεις στις μποέμ περιοχές της γαλλικής πρωτεύουσας οι άγγελοι αυτοί θα έρθουν σε επαφή μεταξύ τους προσπαθώντας να θέσουν σε εφαρμογή το σχέδιό τους περί ανατροπής του Θεού και άνοδο στον ουράνιο θρόνο του επαναστάτη Εωσφόρου.
Ο Ανατόλ Φρανς, επηρεασμένος μεταξύ άλλων από τον Γνωστικισμό, παρουσιάζει τον χριστιανικό Θεό ως ένα άπληστο, εξουσιαστικό ων ανίκανο να κατανοήσει τη δύναμη του σύμπαντος και που ο στόχος του είναι να έχει τους ανθρώπους και τους διάφορους ουράνιους αγγέλους υποτελείς στην εξουσία του. Ταυτόχρονα κάνει μια μεγάλη ιστορική αναδρομή στους αρχαίους λαούς οι οποίοι σύμφωνα με τον ίδιο κατέχοντας την ομορφιά της ψυχής τους και της ψυχαγωγίας, με θεούς όπως ο Διόνυσος, δεν είχαν ανάγκη τη χριστιανική φιλοσοφία που έκανε τους ανθρώπους να χρωστάνε στο Θεό από τη γέννησή τους ακόμα.
Ταυτόχρονα, με την πλευρά των εξεγερμένων αγγέλων, ο Ανατόλ Φρανς βάζοντας άπλετο χιούμορ και σαρκασμό στο κείμενο, παρουσιάζει μία αρχέτυπη μορφή της επανάστασης μακριά από προσωπικά συμφέροντα. Οι άγγελοι έχοντας στην ουσία άγνοια κινδύνου, βάζουν τον ιδεαλισμό τους πάνω απ’ όλα προσπαθώντας να διεκδικήσουν τα δικαιώματα που τους ανήκουν μέχρι τέλους, σε μία περίοδο αμέσως πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την Οκτωβριανή Επανάσταση αλλά και λίγα χρόνια μετά την Ρωσική Επανάσταση του 1905 και την Παρισινή Κομμούνα του 1871. Με δεδομένο πως όλα αυτά συμβαίνουν στους δρόμους και τα δωμάτια του Παρισιού, ο Ανατόλ Φρανς σκιαγραφεί τις ανθρώπινες φιγούρες που παρελαύνουν και συναναστρέφονται τους αγγέλους, με τις αδυναμίες τους και τα ελαττώματά τους, ενώ την ίδια στιγμή δείχνει πώς η εξουσία και η αστυνομία προσπαθούν να εκμεταλλευτούν διάφορες εξεγέρσεις προς όφελός τους.
Εν κατακλείδι, με την Ανταρσία των Αγγέλων ο Ανατόλ Φρανς δημιούργησε ένα έργο που δικαίως θεωρείται κλασικό. Το βιβλίο αυτό βρίθει συμβολισμών και κριτικής για την πολιτική και θρησκευτική κοινωνία των αρχών του 20ου αιώνα, και ταυτόχρονα, κάτι παραπάνω από έναν αιώνα μετά την έκδοσή του, μπορούν να βρουν εφαρμογή στα σημερινά δεδομένα, κάτι που οφείλει να βάλει σε σκέψεις όσους έχουν την τύχη να το διαβάσουν, και όχι μόνο.