Το Dead Active Vol. 1 (λογοπαίγνιο από τον συνδυασμό των λέξεων Detective και dead) είναι το πρώτο έργο όχι μόνο της φιλόδοξης σειράς αλλά και από τα πρώτα του νέου εκδοτικού εγχειρήματος της Oops Comics. Είναι πολύ ενδιαφέρον λοιπόν που για την έναρξη των διαδικασιών της επιλέχθηκε ένα έργο που συνδυάζει στοιχεία hardboiledαστυνομικού και horror, το οποίο έχει έντονες, Romero-ικές, κοινωνικές ανησυχίες.
Το Dead ActiveVol.1 εξιστορεί μια ιστορία εν μέσω μιας δυστοπίας, στην οποία οι ζωντανοί νεκροί υπάρχουν μεν, μετά την αιφνίδια διασπορά ενός θανατηφόρου ιού, όμως η απόλυτα ελεγχόμενη από ιδιωτικά συμφέροντα επιστήμη κατάφερε και έλεγξε ένα μέρος των ζόμπι. Αυτοί οι «ενεργοί» ή «σάπιοι» όπως τους αποκαλούν οι έμβιοι πολίτες, έγιναν πολίτες δεύτερης κατηγορίας, καταδικασμένοι σε άθλιες συνθήκες «ζωής» (unlife), σε κατεστραμμένες γειτονιές, οι οποίες μαστίζονται από άγρια καταστολή, ρατσισμό, και εγκληματικότητα. Κομβικός πυλώνας αυτής της κοινωνικής κόλασης είναι προφανώς η φρικιαστική εκμετάλλευση της εργασίας των νεκροζώντανων, η οποία παρομοιάζεται ανοικτά με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί (και τα κέντρα εργασίας που ονειρεύονται μερικοί ακροκεντρώοι και νεοφιλελεύθεροι).
Τελικά, η ιστορία υπογραμμίζει πως η μανία του κέρδους είναι ικανή να υπερβεί τα όρια της ζωής και του θανάτου, τα οποία ούτως ή άλλως οι καπιταλιστές δε λογαριάζουν, αναζητώντας διαρκώς νέα πεδία εισβολής του κεφαλαίου. Είμαστε ήδη μάρτυρες της εισβολής αυτής στη σκέψη και την επικοινωνία μας με τα social media, στη καρατόμηση της ίδιας μας της προσοχής. Η ζωή είναι ήδη υπό τον έλεγχό τους, με την απόλυτη κυριαρχία στην περίθαλψη. Ο θάνατος και το σώμα όταν ο χρόνος του τελειώνει, είναι μάλλον το επόμενο, λογικό βήμα…
Θυμίζοντας σε μεγάλο βαθμό παρόμοια έργα με ζόμπι, όπως τα Land of the Dead του πατέρα του είδους George Romero, αλλά και πρόσφατα comic όπως το R.I.P.D. του Peter Lenkov (με την αξιοξέχαστη κινηματογραφική μεταφορά του 2013), το comic των Max Thalerman (σενάριο), Nικόλα Στεφαδούρο (σχέδιο) και Κόννυ Τσιχλογιάννη (χρώμα) προσπαθεί να συνδυάσει αυτά τα δύσπεπτα στοιχεία σε μια ενιαία ιστορία.
Και ενώ το σενάριο του Thalerman φαίνεται πως έχει μεγάλη όρεξη και κατανόηση των θεματικών του, δυσκολεύεται να τις αποτυπώσει με ρυθμό και αμεσότητα. Ένα μεγάλο μέρος των σχεδόν 80 σελίδων του κόμικ αφήνονται σε ένα καταιγιστικό exposition το οποίο απλά λέγεται στον αναγνώστη, χωρίς να του αφήνει την ευκαιρία να το ανακαλύψει μόνος του. Και μπορεί αυτό το exposition να είναι απαραίτητο για να κατανοηθεί το context της ιστορίας, τελικά όμως ο αναγνώστης καταλήγει να αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας απλά ως τηλεοπτικός σχεδόν θεατής.
Καθώς η πλειοψηφία της ιστορίας αποτελεί μια εγκιβωτισμένη αφήγηση, ο χώρος που υπάρχει για την ανάπτυξη των χαρακτήρων δεν είναι επαρκής. ΄Έτσι, οι δύο Dead Active που ακολουθούμε μπορεί να μοιάζουν πολύ με τους σκληρούς αστυνομικούς της δεκαετίας του 1940, από τους οποίους και αντλούν την καταγωγή τους, όμως παραμένουν άγνωστοι στο κοινό, όργανα της ιστορίας και όχι πρωταγωνιστές της. Ψυχροί, ως νεκροί.
Μπορεί ο ρυθμός της αφήγησης να είναι ένα θέμα που αναμένουμε βελτίωση στο Vol.2, όμως το σχέδιο του Στεφαδούρου έρχεται να καλύψει αυτά τα κενά και να ανάγει το Dead ActiveVol. 1σε ένα πραγματικά απολαυστικό κόμικ.
Μπορεί ο Στεφαδούρος να μην έχει την εμπειρία που χρειάζεται το (body) horror, με τις λεπτές ισορροπίες μεταξύ εφησυχασμού, τρόμου και φρίκης, όμως καταφέρνει να σοκάρει το κοινό πατώντας επάνω στην ίδια τη φρίκη των θεματικών του. Οι εικόνες με τους ζωντανούς που εκμεταλλεύονται τις νεκροζώντανες σεξεργάτριες, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης όπου οι εργαζόμενοι όταν σταματούν να δουλεύουν γίνονται λίπασμα και τροφή για τους άλλους, και τα βασανιστήρια τα οποία υφίστανται έρχονται στη ζωή μέσα ένα διαυγές σχέδιο, με έντονες γραμμές και σκιές, όπως επίσης και μέσα από τα καθαρά χρώματα της Τσιχλογιάννη. Παράλληλα, τα σκηνοθετικά καρέ του διδύμου μεταφέρουν την ένταση, ακόμα και του exposition.To αποτέλεσμα είναι να περιμένουμε το Vol.2 με μεγάλη ανυπομονησία.
Το Dead Active είναι σίγουρα μια πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά, ειδικά στην ελληνική σκηνή η οποία έχει ακόμα αρκετά βήματα να διανύσει στο ζήτημα σενάριο. Είναι επίσης μια πολύ καλή υπενθύμιση του που είναι ικανός ο καπιταλισμός να φτάσει για το κέρδος…