«Ξέρεις, λένε πως όταν χτιζόταν η Αθήνα, υπήρχε ένα σχέδιο να γεμίσουν τους δρόμους με οπωροφόρα δέντρα. Μηλιές, λεμονιές, φαγητό παντού… αλλά όταν το έμαθαν οι αγρότες έγινε χαμός, στο τέλος δεν μας έμεινε τίποτα άλλο από τα πικρά νεράντζια… και η μυρωδιά»
Τα Εξάρχεια έχουν τη δική τους θέση στην επικαιρότητα όχι μόνο της Αθήνας αλλά όλης της Ελλάδας. «Άβατο», «κέντρο παρανομίας», «χώρος αντιεξουσιαστών», είναι μερικές από τις φράσεις που συνοδεύουν τις δημοσιογραφικές αναφορές στην ιστορική γειτονία. Στο τέλος αυτών, πάντα βρίσκεται η καθιερωμένη ερώτηση: «πότε θα κάνει κάτι το κράτος;». Με αυτό τον τρόπο, τα Εξάρχεια πλαισιώνονται πάντα ως πρόβλημα το οποίο πρέπει να επιλυθεί προκειμένου να επανέλθει η τάξη και να ζήσουν «κανονικά» οι κάτοικοι τους αλλά και εμείς, οι πολίτες των υπόλοιπων περιοχών που απειλούμαστε από αυτή την κατάσταση.
Ακόμα και αν δεν είχαν τα Εξάρχεια την αυταξία τους (που την έχουν), τα παραπάνω θα αρκούσαν για να κάνουν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα την έκδοση στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Χαραμάδα, του κόμικ Εξάρχεια – Το Πικρό Νεράντζι, που κυκλοφόρησε αρχικά στη Γαλλία με τον τίτλο Εξάρχεια – L’ Orange Amere . Πώς προέκυψε ένα γαλλόφωνο κόμικ για τη διάσημη γειτονία; Μέσα από τη συνεργασία του Δημήτρη Μαστώρου, που γεννήθηκε και σπούδασε στις Βρυξέλλες αλλά μεγάλωσε στα Εξάρχεια, με τον Βέλγο συμφοιτητή του, Νικολάς Γουτέρς. Πρόκειται για την πρώτη τους έκδοση βιβλίου κόμικ, σε σχέδιο του Μαστώρου και σενάριο που επεξεργάστηκε ο Γούτερς, αξιοποιώντας τις αναμνήσεις από τα εφηβικά χρόνια που έζησε ο συνδημιουργός του στην περιοχή αλλά και τα πολλά ντοκιμαντέρ που έχουν δημιουργηθεί την τελευταία δεκαετία.
Τα Εξάρχεια βρίσκονται στο επίκεντρο της ιστορίας και δεν αποτελούν απλά ένα πλαίσιο. Ο Νίκος, ο πρωταγωνιστής, φτάνει από το εξωτερικό στην Αθήνα για να περάσει λίγες μέρες προτού μεταβεί στα νησιά για να ζήσει το ελληνικό καλοκαίρι. Θα μείνει μερικές μέρες στα Εξάρχεια στους θείους του που έχουν ένα καφέ στα Εξάρχεια και χρειάζονται βοήθεια, καθώς ο θείος του έχει προβλήματα υγείας. Πολύ γρήγορα θα τον τραβήξει η γειτονία, τα μέρη και οι άνθρωποι, συνήθειες που είχε ξεχάσει και άλλες, νέες. Μέσα από τις βόλτες του Νίκου γνωρίζουμε τα Εξάρχεια και τις ιδιαιτερότητες τους: συγκρούσεις με την αστυνομία Παρασκευή και Σάββατο, άνθρωποι όπως ο αγωνιστής Τζίμπης, ο ενθουσιασμός με τον Αστέρα Εξαρχείων και η φιέστα για τον υποβιβασμό, ένα σκυλί σε αναπηρικό καροτσάκι (εμπνευσμένο από τον Λουκάνικο) οι μετανάστες που εγκλωβίστηκαν στην Αθήνα προσπαθώντας να περάσουν σε άλλες χώρες αλλά και οι ηρωινομανείς και ο δικός τους αγώνας επιβίωσης. Όλα αυτά μέσα σε ένα περιβάλλον γνώριμο για τον αναγνώστη: ο λόφος του Στρέφη, η πλατεία, τα στενάκια και, στο κέντρο όλων, το πάρκο Ναυαρίνου. Το πάρκο θα κεντρίσει την προσοχή του πρωταγωνιστή: ένας χώρος αλληλεγγύης, δημιουργίας αλλά και συγκρούσεων, με κάποιους από τους κατοίκους να στρέφονται επιθετικά ενάντια στους ναρκομανείς. Ο Νίκος θα εμπλακεί στη ζωή του πάρκου που ετοιμάζεται να γιορτάσει τα γενέθλια της δημιουργίας του και πολύ γρήγορα το εξαρχειώτικο καλοκαίρι θα τον «ρουφήξει», κάνοντας τον να ξεχάσει τα σχέδια για τα νησιά.
Ο αναγνώστης που έχει κάνει έστω και ελάχιστες βόλτες στην περιοχή, θα καταλάβει πόσο προσοχή έχει δοθεί στην απεικόνιση του χώρου. Το εκάστοτε καρέ δεν παρουσιάζει έναν οποιονδήποτε δρόμο των Εξαρχείων αλλά κάθε φορά ένα συγκεκριμένο δρόμο, μία συγκεκριμένη πλευρά της πλατείας. Παρόλο που το σχέδιο βασίζεται σε αδρές γραμμές και σε αποχρώσεις του γκρι και του μαύρου, προσπαθεί να αποδώσει πιστά την περιοχή στις λεπτομέρειες της, που την κάνουν να ξεχωρίζει: γκράφιτι, πανό, αφίσες έχουν την τιμητική τους. Ο πιο φανατικός της περιοχής θα εντοπίσει και κάποιες ταμπέλες που έχουν αποδοθεί με ακρίβεια. Πολύ συχνά, οι πρωταγωνιστές βρίσκονται στο περιθώριο καθώς παραγκωνίζονται από καρέ των Εξαρχείων υπό διαφορετικές γωνίες ή οι διάλογοι αποκόπτονται από τα πρόσωπα και παρουσιάζονται σαν να πλέουν στη θερινή ραστώνη της περιοχής. Είναι και τα Εξάρχεια, με αυτό τον τρόπο, ένας από τους πρωταγωνιστές και θέλει να πει τη δική του ιστορία. Κορυφαίες στιγμές αυτής της προσπάθειας είναι τα πανοραμικά πλάνα του πάρκου της Ναυαρίνου, ως ένας τόπος γιορτής σε αντίθεση με τη μουντάδα της γύρω πόλης.
Ωστόσο, όλα τα παραπάνω δεν συντείνουν σε μία εξιδανίκευση των Εξαρχείων. Στην περιοχή μένουν πραγματικοί άνθρωποι μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο με τις δικές του αντιθέσεις και προκλήσεις. Δίπλα στο γλέντι στου Στρέφη, εξελίσσεται μία ακόμα ιστορία: μετανάστες έχουν καταλάβει ένα διαμέρισμα που ανήκει στον θείο του πρωταγωνιστή, ο οποίος θέλει να το νοικιάσει. Καθώς ο Νίκος προσφέρεται να βοηθήσει, θα έρθει σε επαφή με τον μικρό Ιμράν που κάνει κουμάντο και θα τον πιέσει να βρεθεί μία λύση. Αρχίζει να καταλαβαίνει τη λογική του νεαρού μετανάστη για το αδιέξοδο στο οποίο έχουν βρεθεί, την ίδια στιγμή που ο θείος του αρχίζει να αναζητά άλλες λύσεις που θα τον φέρουν σε σύγκρουση με τον Νίκο. Αυτή η ρεαλιστική ματιά στα Εξάρχεια και τις αντιφάσεις τους, αποτελεί το καλύτερο αντίβαρο στη δαιμονοποίηση τους. Μακριά από τις δημοσιογραφικές υπερβολές, το σκίτσο του κόμικ μας φέρνει πολύ πιο κοντά στη γειτονιά από ότι η παραμορφωμένη «αλήθεια» της κάμερας και του ρεπορτάζ.
Το Πικρό Νεράντζι είναι ένα από τα καλύτερα κόμικ που θα διαβάσουμε φέτος. Δύο δημιουργοί που διατηρούν μία απόσταση από την ιστορική γειτονία της Αθήνας, όπως και ο πρωταγωνιστής του κόμικ, μας οδηγούν στην πιο βαθιά βουτιά στην περιοχή. Μέσα από χαρακτήρες που νιώθουμε ότι τους ξέρουμε ήδη, δρόμους που έχουμε χιλιοπερπατήσει, μας κάνουν να δούμε με άλλο μάτι την καθημερινότητα μας μέσα στην Αθήνα Η γλυκόπικρη αίσθηση κυριαρχεί σε όλο το κόμικ και το καθιστά, ταυτόχρονα, τρομακτικά οικείο αλλά και πρωτόγνωρο.