Δύο αδέλφια περνούν μια νύχτα στο χιονισμένο Μόναχο τριγυρνώντας από μπαρ σε μπαρ, σε αναζήτηση μίας ακόμα μπύρας, λίγου ακόμα αλκοόλ. Ο μικρότερος αδερφός και αφηγητής δεν γνωρίζει πως αυτή θα είναι η τελευταία βραδιά που θα περάσει με τον αλκοολικό αδελφό του, ο οποίος λίγο καιρό αργότερα θα πεθάνει. Χρόνια μετά τον θάνατό του, ο αφηγητής αναθυμάται τη νύχτα εκείνη, τις συζητήσεις που έκαναν, πολιτικές, κοινωνιολογικές και φιλοσοφικές, και την ύστατη προσπάθειά τους να έρθουν εγγύτερα ο ένας στον άλλον.
Η υπέρβαση της βαρύτητας είναι το τρίτο μυθιστόρημα του 44χρονου Γερμανού Heinz Helle, τον οποίο συστήνουν στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό οι εκδόσεις Gutenberg με την έκδοση του βιβλίου αυτού στη σειρά Aldina τους, σε μετάφραση Λένιας Μαζαράκη. Το, εν μέρει μόνο, αυτοβιογραφικό βιβλίο – ο Helle, όπως ο αφηγητής του, έχει σπουδάσει φιλοσοφία και έχει χάσει έναν αδελφό από το αλκοόλ – είναι ένας πυρετικός, χειμαρρώδης μονόλογος που διαβάζεται μονορούφι, όπως πίνεται ένα περιπόθητο ποτήρι μπύρα. Με μακροπερίοδο λόγο και ελάχιστα σημεία στίξης, η αφήγηση ακολουθεί τη ροή της συνείδησης, τις νευρωνικές συνάψεις που μεταπηδούν από τη μία θεματική στην άλλη, από τον συνειρμό στην ανάμνηση, σε μια τοπογραφία της απώλειας και του πένθους, με το αλκοόλ ως καύσιμη ύλη.
Ο ανώνυμος αφηγητής και ο αδελφός του περιπλανώνται σε ένα χιονισμένο, νυχτερινό Μόναχο, από τον ένα δρόμο στον άλλο και από τη μία συζήτηση στην επόμενη, με απώτερο και μοναδικό στόχο το ιερό δισκοπότηρο του αλκοόλ, την εύρεση του επόμενου ανοιχτού μπαρ, της επόμενης δροσερής μπύρας που θα κυλήσει στις φλέβες τους και θα κατευνάσει την ανάγκη τους. Συζητούν για ένα εκτενές εύρος θεματικών, για την πολιτική, για την εγγενή ενοχή της γερμανικής καταγωγής, για την ιστορία και τη σημασία της σύνδεσής της με το παρόν, ρητορεύουν, επιχειρηματολογούν και φιλοσοφούν – εις μάτην, όμως, καθώς η πορεία τους είναι προδιαγεγραμμένη, ο δυνάστης του εθισμού αιωρείται πάνω από κάθε κουβέντα που ανταλλάσσουν, το τέλος είναι πλέον προ των πυλών.
Όσο η επίπλαστη αισιοδοξία, ο πραγματισμός και η απευαισθητοποίηση του αφηγητή συγκρούονται μετωπικά με τον νιχιλισμό και την πικρία του αδελφού του, πικρία εν μέρει απότοκη μιας παιδικής ηλικίας που κηλιδώθηκε από την παραμέληση και την απουσία, το αφήγημα της ευδαιμονίας και της πληρότητας γκρεμίζεται συθέμελα. Ο ψυχισμός του αδελφού κυβερνάται από τον Φόβο, φόβο για τη μοναξιά, για τις κτηνωδίες ενός κόσμου σε αποσύνθεση, μα πάνω απ’ όλα τον υπαρξιακό τρόμο του θανάτου, τον αρχέγονο φόβο που κρύβεται στο μεδούλι κάθε άλλης φοβίας.
Ο Helle γράφει, διά στόματος του ήρωα του, για έναν κόσμο βουτηγμένο στη διαφθορά, την αναλγησία και την απανθρωπιά, όπου οι πολιτικές και προσωπικές αποφάσεις πηδαλιουχούνται από την αδιάκοπη αναζήτηση του κέρδους, τον φονταμενταλισμό, τον σαδισμό και τη βία, το Κακό στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης. Εμβαπτίζει τον αφηγηματικό φακό του στον κυνισμό και την απαισιοδοξία, στην κατάρρευση του ιδεαλισμού – ή, μάλλον, στην εγγενή ευαισθησία ενός χαρακτήρα υπερβολικά εύθραυστου για τον κόσμο τούτο.
Γράφει για το έγκλημα, για την τιμωρία, θεία και ανθρώπινη, για την αυτοδικία και τον ρεβανσισμό σε αντίστιξη με το κράτος δικαίου και την ισονομία, για το διακύβευμα της διεκδίκησης κοινωνικών αιτημάτων εντός του καπιταλισμού και της ελεύθερης αγοράς, θέτει πολύπλοκα πολιτικά ερωτήματα, πολυσύνθετα και δυσεπίλυτα ζητήματα ηθικής και φιλοσοφίας δικαίου, με την αφήγηση να απηχεί πληθώρα πολιτικών, φιλοσοφικών και κοινωνιολογικών ιδεών και συστημάτων, παρότι μερικές από τις πολιτικές αναλύσεις του είναι απλουστευτικές και εξισωτικές, κάποιες απόψεις αμφισβητήσιμες.
Με πρόζα σύνθετη και περίτεχνη, που ενίοτε όμως καταλήγει δυσνόητη και παραληρηματική, ο Helle μπήγει το μαχαίρι στο κόκαλο της ανθρώπινης ύπαρξης, της καθημερινής, μάταιης άγρας της ευτυχίας και της πληρότητας, και της χημικής αποχαύνωσης που ο άνθρωπος επιλέγει ως ύστατο μέσο επιβίωσης, αγγίζοντας έτσι τις βαθύτερες ψυχικές χορδές του αναγνώστη, γράφοντας για τον δικό του πόνο, τον δικό του υπαρξιακό τρόμο. Ο ήρωας του, και μέσω αυτού ο ίδιος ο συγγραφέας, αποπειράται απέλπιδα να υπερβεί τη βαρύτητα, τη βαρύτητα του ζόφου ενός κόσμου όπου το ανθρώπινο Κακό κυριαρχεί, τη βαρύτητα της ενοχής, προσωπικής και συλλογικής, τη βαρύτητα της κατακόρυφης ηθικής πτώσης.
Ασθματικός μονόλογος, φιλοσοφική πραγματεία, κατάβαση, ενίοτε ομφαλοσκοπική, στα έγκατα του συνειδητού και de profundis εξομολόγηση, Η υπέρβαση της βαρύτητας είναι ένα βιβλίο για την ιστορική μνήμη, για την ενοχή, για τον εθισμό και την απώλεια – μια υπαρξιακή κατάδυση στον βαραθρώδη πυθμένα του μπουκαλιού, της απόγνωσης, της ίδιας της ζωής.