(Θεσσαλονίκη. Μάης τοῦ 1936. Μιὰ μάνα, καταμεσὶς τοῦ δρόμου,
μοιρολογάει τὸ σκοτωμένο παιδί της. Γύρω της καὶ πάνω της,
βουΐζουν καὶ σπάζουν τὰ κύματα τῶν διαδηλωτῶν – τῶν ἀπερ-
γῶν καπνεργατῶν. Ἐκείνη συνεχίζει τὸ θρῆνο της)
Με αυτή την τραγική εικόνα ως πρόλογο του Επιταφίου του στήνει ο Γιάννης Ρίτσος το σκηνικό του θρήνου της μάνας του Τάσου Τούση, του πρώτου νεκρού της διαδήλωσης των καπνεργατών της 9ης Μάη 1936. Αργότερα τα λόγια του ποιητή μελοποιήθηκαν απ’ τον Μίκη Θεοδωράκη και οι νεκροί θεσσαλονικείς εργάτες του 1936 κέρδισαν την αθανασία. Εκείνος ο ματωμένος Μάης του 1936 δεν σβήστηκε ποτέ απ’ τη συλλογική μνήμη μέχρι και σήμερα.
Η ματωμένη διαδήλωση της 9ης Μάη 1936 αποτέλεσε πρόσφατα πηγή έμπνευσης και ενός comic, με δημιουργό τον Aspalax, το οποίο τυπώθηκε απ’ τις εκδόσεις Red n’ Noir. Αφετηρία του comic του Aspalax ήταν η ίδια φωτογραφία που ενέπνευσε και τον Ρίτσο να γράψει τον Επιτάφιο, δηλαδή εκείνη η τραγική εικόνα της μάνας που θρηνεί πάνω από το νεκρό σώμα του γιου της, του Τάσου Τούση, του πρώτου νεκρού της ματωμένης διαδήλωσης της 9ης Μάη. Ο Aspalax όμως επιλέγει να εξερευνήσει μία διαφορετική οπτική, δίνοντας φωνή όχι στη μάνα, που αποτέλεσε το κεντρικό πρόσωπο του Επιταφίου του Ρίτσου, αλλά σε έναν νεαρό διαδηλωτή που στην ιστορική φωτογραφία στέκεται όρθιος δίπλα της και παρατηρεί το τραγικό συμβάν. Αυτός ο άγνωστος νεαρός γίνεται ο πρωταγωνιστής του comic του Aspalax, ο οποίος διηγείται την ιστορία του, τουλάχιστον έτσι όπως την φαντάστηκε ο ίδιος ο δημιουργός.
Ο ανώνυμος νέος της φωτογραφίας στο comic βαφτίζεται Δαβίδ. Η προσωπική του ιστορία είναι παρόμοια με των άλλων νεκρών της ματωμένης διαδήλωσης. Ο Δαβίδ του comic γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, μέσα σε μία οικογένεια καπνεργατών. Τα παιδικά του χρόνια ήταν βυθισμένα στη φτώχεια στην οποία ήταν καταδικασμένοι σαν οικογένεια παρά τη σκληρή δουλειά των γονιών του στην καπναποθήκη. Η αντίδραση στη φτώχεια, τα χαμηλά μεροκάματα και τις σκληρές συνθήκες εργασίας ήταν ο συλλογικός ξεσηκωμός των εργατών της Θεσσαλονίκης τον Μάη του 1936. Ο νεαρός Δαβίδ θα κατέβει κι αυτός με τους φίλους του στην πορεία, παρά την αυστηρή υπόδειξη των (απεργών) γονιών του να μείνει ασφαλής στο σπίτι. Στη διαδήλωση θα ενωθεί με το τεράστιο πλήθος των απεργών, θα γίνει πρώτα μάρτυρας της αιματηρής καταστολής της διαδήλωσης απ’ τη Χωροφυλακή του Μεταξά κι ύστερα θύμα της.
Μέσα από τα μάτια του Δαβίδ, ο Aspalax επιχειρεί να ανασυστήσει το ιστορικό πλαίσιο εντός του οποίου το εργατικό κίνημα στη Θεσσαλονίκη ξεκίνησε έναν ανυποχώρητο απεργιακό αγώνα, τον οποίο αιματοκύλισε η Χωροφυλακή με εντολή Μεταξά, ο οποίος εκείνη την περίοδο ήταν πρωθυπουργός και προετοίμαζε το πραξικόπημα της 4ης Αυγούστου μέσω του οποίου επέβαλε δικτατορία με τη στήριξη του Στέμματος. Οι πολυήμερες απεργιακές διαδηλώσεις της Θεσσαλονίκης ήταν απότοκο μιας περιόδου διαρκούς κινητοποίησης του εργατικού κινήματος στη Θεσσαλονίκη και στην υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά και αποτέλεσμα των σκληρών αντιλαϊκών μέτρων που είχαν εφαρμόσει οι ελληνικές κυβερνήσεις προκειμένου να ξεπεράσει το κράτος τον οικονομικό αντίκτυπο του παγκόσμιου οικονομικού κραχ του 1929 και της πτώχευσης του ελληνικού κράτους του 1932. Οι καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης πρωτοστάτησαν στην αντίδραση του εργατικού κινήματος στις αντεργατικές πολιτικές, με κύριο αίτημα την αύξηση του ημερομισθίου τους, το οποίο είχε μειωθεί στο μισό σε σχέση με την περίοδο πριν την οικονομική κρίση, καταδικάζοντας τους καπνεργάτες και τις οικογένειές τους στη φτώχεια. Οι πολυήμερες μαζικές απεργιακές κινητοποιήσεις του Μαΐου 1936 αντιμετωπίστηκαν απ’ το κράτος και τους εργοδότες με πρόσληψη απεργοσπαστών και με εντολή για σκληρή καταστολή που άνοιξε το δρόμο για τις κρατικές δολοφονίες εργατών της 9ης Μαΐου 1936. Έτσι γράφτηκε μία απ’ τις πιο μαύρες σελίδες του σύγχρονου ελληνικού κράτους και μάλιστα στην περίοδο του Μεσοπολέμου, όπου τυπικά -αν και ήδη είχε καταλάβει τον πρωθυπουργικό θώκο ο Μεταξάς- το πολίτευμα ακόμα χαρακτηριζόταν “κοινοβουλευτική δημοκρατία”.
Το comic του Aspalax είναι ολιγοσέλιδο και το σχέδιο του λιτό και αποκλειστικά ασπρόμαυρο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μοιάζει με μια σύντομη ιστορικο-πολιτική μπροσούρα σε comic μορφή. Ο Aspalax μέσα από την τέχνη του, αναστηλώνει μια ιστορία που έχει επιβιώσει χάρη στο πένθιμο ποιητικό άσμα του αδικοχαμένου παιδιού και της ταξικής συνειδητοποίησης, δίνοντας της μια άλλη οπτική, λιγότερο λυρική, αλλά στρατευμένη κι αυτή στο σκοπό να μην κυριαρχήσει η λήθη του παρελθόντος των ταξικών αγώνων.