
Η διάκριση μεταξύ πόλης και επαρχίας, κέντρου και περιφέρειας, αποτελεί μία από τις δομικές διαφοροποιήσεις στον καπιταλισμό, ήδη από την ιστορική του εκκίνηση. Στις πόλεις, με λιγότερο χώρο, μεγαλύτερη ενταντικοποίηση αλλά περισσότερες ευκαιρίες, γαλουχήθηκε η εργατική τάξη ενώ στην περιφέρεια η αγροτική. Η συνύπαρξή τους ήταν πάντα δύσκολη, ακόμα και σε περιόδους όπου τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα συμμάχησαν, όπως δείχνει και το ιστορικό σύμβολο του σφυροδρέπανου.
Η πόλη έχει τις δικές της δυσκολίες. Οι άνθρωποι καλούνται να επιβιώσουν από σχιζοειδείς νευρώσεις, οριακά απάνθρωπους χρόνους δουλειάς, πίεσης και επιταγών «ευτυχίας» και την έλλειψη ζωτικού χώρου, η οποία τους καθιστά δύστροπους, απόμακρους και αγενείς. Η επαρχία όμως δεν είναι παράδεισος. Είναι, σε πολλές περιπτώσεις, η μήτρα αναχρονιστικών απόψεων, ρατσισμού, μισογυνισμού και σεξισμού. Προσπαθώντας να διατηρήσει μια ταυτότητα που έχει πια χαθεί, επιμένει σε μια παράδοση που πλέον όχι μόνο δεν εξυπηρετεί αλλά και καταπιέζει ακόμα περισσότερο τα άτομα που δεν τηρούν τα αυστηρά όρια του «φυσιολογικού». Δίνοντας κυριολεκτικό χώρο, καταπατά τον κοινωνικό και τον προσωπικό, θεωρώντας μάλιστα αυτό το κουτσομπολιό κοινωνική υποχρέωση. Όλα τα άτομα πρέπει να τηρούν αυτή την αυστηρή επιταγή, γιατί «τι θα πει η γειτονιά…».

Το Όλο Δεξιά Για τον Παράδεισο, σε σενάριο και σχέδιο της Σοφίας Ρούσσου (εκδόσεις Ηλίβατον) είναι ένα κόμικ που καταπιάνεται με αυτά τα ζητήματα, με αφορμή μια ληστεία σε ένα μικρό, ήρεμο και φαινομενικά ειδυλλιακό χωριό, που οι κάτοικοι λένε πως μοιάζει με τον Παράδεισο. Εκεί τίποτα (δε θα έπρεπε να) αλλάζει και τελικά, όντως δεν αλλάζει. Όμως ο τρόπος που καταπολεμάται αυτή η αλλαγή, η ψυχοσύνθεση των κατοίκων και οι μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις είναι οι θεματικές που έρχονται στο προσκήνιο. Η διάδραση αυτή γίνεται αβίαστα και με μεγάλη ικανότητα, όπως επίσης και το ξεδίπλωμα των δομικών χαρακτηριστικών των προσώπων. Με καθαρά θεατρικό προσανατολισμό, η υπόθεση μας δίνεται ουσιαστικά ως ένα δράμα δωματίου, με ελάχιστες εξωτερικές σκηνές. Ακόμα και σε αυτές, δεν προωθείται η φυσική ομορφιά του Παραδείσου, αλλά οι σκοτεινές, πιο μύχιες πτυχές του, όπως επίσης και τα (νέα) άτομα που δεν συμμορφώνονται με τον καθωσπρεπισμό της επαρχίας και κρύβονται.

Το βασικότερο πρόβλημα του κόμικ είναι πως οι χαρακτήρες του ακολουθούν μια μάλλον προβλέψιμη και τυποποιημένη διαδρομή. Ειδικά για όσους είναι από την επαρχία, η εικόνα των «καλών νοικοκυραίων και χριστιανών» που από μέσα τους αναβλύζουν κύματα ρατσισμού και σεξισμού, η αλήθεια είναι πως ούτε εκπλήσσει ούτε εισέρχεται βαθιά σε κάτι πρωτόγνωρο. Το θέμα είναι κάτι παραπάνω από γνωστό και είναι η αλήθεια πώς είναι δύσκολο να γράψει κάποιο άτομο κάτι πραγματικά συγκλονιστικό. Σε ένα δωμάτιο γεμάτο κυρ- Παντελήδες, μπορεί κανείς να προβλέψει με μαθηματική ακρίβεια το τι θα ακουστεί.
Από την άλλη, η Ρούσσου καταφέρνει και δομεί, τόσο σκηνοθετικά όσο και σχεδιαστικά, το κόμικ της με μεγάλη άνεση. Βασισμένη σε βαριές σκιάσεις και αδρές γραμμές καταφέρνει να συγκεκριμενοποιεί αναγνωρίσιμους ανθρωπότυπους και να τους τοποθετεί με ακρίβεια σε ένα θολό χώρο. Αυτή η αντίφαση και οι διακυμάνσεις του σκοταδιού, τόσο εσωτερικό όσο και εξωτερικό, καθιστούν τελικά το κόμικ συναρπαστικό και ένα ανάγνωσμα που διαβάζεται απνευστί. Tαυτόχρονα, η χρωματική παλέτα σταδιακά γίνεται όλο και πιο σκοτεινή, όσο οι αποκαλύψεις γίνονται όλο και πιο σκοτεινές, δίνοντας μας και μια χρωματική, παράλληλη αφήγηση, προσθέτοντας στον πολυδιάστατο χαρακτήρα του έργου.

Επιλογικά, το Όλο Δεξιά Για Τον Παράδεισο αποτελεί μια από τις πιο ενδιαφέρουσες επιλογές σε μια πολύ καλή χρονιά για τα ελληνικά κόμικς. Και είναι σίγουρο ότι ανυπομονούμε να δούμε τη Σοφία Ρούσσου στα επόμενά βήματά της.