Επειδή υπάρχουν αρκετές διασκευές του σαιξπηρικού έργου σε κόμικ, συχνά ξεχνάμε το ότι αυτό δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Ίσως θα έπρεπε να μας το θυμίζει ότι πολύ λίγες από αυτές πραγματικά ξεχωρίζουν, ακόμα και σε μια εποχή όπου η 9η Τέχνη βρίσκεται σε πολλά περισσότερα μέρη από ποτέ. Όταν δε, η διασκευή του έργου του μεγάλου βάρδου δεν μένει στην αυτολεξεί μεταφορά, αλλά αποπειράται να μιλήσει την γλώσσα των παιδιών, και να μετατρέψει σε παραμύθι τραγωδίες όπως το Μακμπεθ και το Ρωμαίος και Ιουλιέτα, όπως κάνουν τα δύο ομώνυμα τεύχη του “Πάρκο Στρατφορντ- Ο Θίασος του Μεσονυχτίου” (αμφότερα στα ελληνικά από τις εκδόσεις Polaris).
Πράγματι, πως μετατρέπεις έργα τόσο πολύνεκρα και αιματηρά σε πράγματα για τα οποία τα παιδιά όχι μόνο να ενδιαφερθούν αλλά και να ενθουσιαστούν; Και, πως το κάνεις αυτό χρησιμοποιώντας έναν ζωολογικό κήπο ως μέλη ενός (ασυντόνιστου) θιάσου;
O σεναριογράφος Ιαν Λέντλερ και ο σχεδιαστής Ζακ Τζιαλόνγκο το καταφέρνουν αρχικά προσεγγίζοντυας το έργο του Σαιξπηρ με μεγάλο σεβασμό, αλλά και γνώση, τόσο πάνω στο ίδιο το έργο, όσο και στις συνθήκες του θεάτρου. Έτσι μεταφέρουν όχι μόνο τις ιστορίες, αλλά και όλη την εμπειρία του ελισσαβετιανού θεάτρου στις σελίδες και στα καρέ των κόμικ τους, χωρίς να εμμένουν σε λεπτομέριες αλλά στην ουσία των μύθων.
Έτσι, μπορεί το αίμα να γίνεται… κέτσαπ αλλά οι φρικτοί λεκέδες που τιμωρούν την λαίδη Μακμπεθ και που στο τέλος την οδηγούν στο χαμό παραμένουν. Μπορεί η αυτοκτονία να παρουσιάζεται σαν… ασυντόνιστη χειμερία νάρκη, αλλά η δύναμη της θυσίας των νεαρών ερωτευμένων βιώνεται ως πραγματική. Ακόμα και αν είναι εκτελεσμένη από έναν θίασο ζώων. Ή, ίσως ακόμα περισσότερο για αυτό.
Οι ανθρωπόρφοι, ζωώδεις ήρωες, χαρίζουν στα έργα πλαστικότητα, εκφραστικότητα με ένα εύρος που οι άνθρωποι, ακόμα και ως καρικατούρες δεν μπορούν να πετύχουν. Έτσι οι καλλιτέχνες δημιουργούν ευχάριστες και πολύ ουσιαστικές υπερβολές, μέσω των οποίων το σαιξπηρικό έργο ταξιδεύει. Παράλληλα με τον θίασο, ζωώμορφο είναι και το κοινό. Έτσι ο αναγνώστης (μικρός και μεγάλος) έχει την δυνατότητα να διακρίνει και τα δύο μέρη της θεατρικής επικοινωνίας: θίασο και κοινό. Μαζί με την ίδια την παράσταση, τα κόμικ αυτά συνιστούν μια μεταφορά που δεν μένει μόνο στην ιστορία, αλλά τρέφεται και από την αλληλόδραση των ηθοποιών με το κοινό. Έχουμε πολλές φορές αναφέρει πως τα κόμικ, σαν τέχνη, έχουν πολλά περισσότερα κοινά με τον κινηματογράφο παρά με την ζωγραφική, όπως ακριβώς και ο κινηματογράφος έχει περισσότερες ομοιότητες με την λογοτεχνία (ειδικά το μυθιστόρημα) παρά με το θέατρο. Το “Πάρκο Στρατφορντ- Ο Θίασος του Μεσονυχτίου” έρχεται να γεφυρώσει αυτό το χάσμα μεταξύ των 4 αυτών τεχνών, όλα για χάρη των (μεγάλων) παιδιών στα οποία απευθύνεται.
Σχεδιαστικά, ο Τζιαλόνγκο επιμένει με φανταχτερά και φωτεινά χρώματα, ακόμα και στις πιο σκοτεινές πλευρές της ιστορίας. Οι καρικατούρες των συνήθως σοβαρών ηρώων, όπως του ζεύγους Μακμπεθ, του Μακντάφ ή ακόμα και του Μερκούτιου φαντάζουν οικίες και ευχάριστες. Έτσι είναι πολύ εύκολο στο παιδί αναγνώστη να τις συμπαθήσει και να προβληματιστεί για τον ρόλο τους, ενώ στον ενήλικο που γνωρίζει την ιστορία είναι μια φρέσκια υπενθύμιση του σαιξπηρικού έργου.
Αν έχετε παιδιά μη διστάσετε να τα εξοικειώσετε με τις σαιξπηρικές τραγωδίες, ακόμα και τις πιο σκληρές. Είναι σίγουρα ένας πολύ καλός δρόμος να για να ξεκινήσουν την μελέτη της σπουδίας παρακαταθήκης και παράδοσης του Βρετανού συγγραφέα. Από την άλλη, όσοι ξέρετε τις ιστορίες, θα σας ξαφνιάσει το “μοντάζ” των σκηνών που μεταφέρθηκαν και που απαρτίζουν την ιστορία.