Ένας άντρας φέρνει ξανά και ξανά στη μνήμη του την ερωτική συνεύρεσή του με μια γυναίκα που φώναζε το όνομα ενός άλλου άντρα, την ποίησή της και πώς αυτή έμεινε ανεξίτηλα χαραγμένη στο θυμικό του. Ένας επινοημένος τζαζ δίσκος, προϊόν της φαντασίας του αφηγητή για ένα άρθρο σε λογοτεχνικό περιοδικό, αποκτά ξαφνικά σάρκα και οστά. Μια μαϊμού από τη Σινάγκαουα κλέβει τις ταυτότητες των γυναικών που ερωτεύεται, με αποτέλεσμα εκείνες να λησμονούν το όνομά τους – όλα αυτά σε μια συλλογή διηγημάτων που ακροβατεί διαρκώς ανάμεσα στο ρεαλιστικό και το φανταστικό, την ανάμνηση και την επινόηση.
Ο Haruki Murakami είναι ο κατεξοχήν λογοτεχνικός εκπρόσωπος της Ιαπωνίας, best-seller συγγραφέας μεταφρασμένος και διαβασμένος σε κάθε γωνιά του κόσμου και μόνιμος υποψήφιος για βραβείο Nobel Λογοτεχνίας. Το 22ο βιβλίο του και τελευταίο που εκδίδεται στη χώρα μας, από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση Βασίλη Κιμούλη, Σε πρώτο ενικό, είναι μια συλλογή οκτώ διηγημάτων, όλα σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, με τον αφηγητή να είναι, άλλοτε κεκαλυμμένα, άλλοτε εμφανώς και κατονομαζόμενος, ο ίδιος ο Murakami. Στη συλλογή αυτή, ο Murakami εξερευνά, με γραφή προσωπική, σχεδόν βιωματική, όπως εύστοχα προδιαθέτει ο ίδιος ο τίτλος, όλα εκείνα τα δυσπρόσιτα αφηγηματικά σημεία όπου ο άνθρωπος αντικρίζει το φανταστικό και το μεταφυσικό, πάντοτε όμως με νηφαλιότητα και στωικότητα, με αποδοχή του εγγενούς παραλόγου της ανθρώπινης ύπαρξης.
Στην Αφρόκρεμα, εναρκτήριο διήγημα και από τα πιο επιτυχημένα της συλλογής, ο αφηγητής, μετά από μια έντονη κρίση υπαρξιακού άγχους, συναντά έναν γέροντα σε ένα απομονωμένο πάρκο και βιώνει μια στιγμή επιφοίτησης. Ένα συμβάν μεταφυσικό στην υφή του, την ουσία και τις συνισταμένες του οποίου αδυνατεί να συλλάβει πλήρως, όμως μέσω αυτού οδηγείται σε μια βαθύτερη κατανόηση της πεμπτουσίας της ανθρώπινης ύπαρξης. Στο Πάνω σ’ ένα πέτρινο μαξιλάρι, ο αφηγητής αναθυμάται τη μεμονωμένη σεξουαλική επαφή του με μια γυναίκα ερωτευμένη με έναν άλλον άντρα, μια ανάμνηση στην οποία επιστρέφει από καιρό εις καιρό μέσα από τη συλλογή ποίησης της γυναίκας, σε ένα διήγημα μελαγχολικού, υπόκωφου ερωτισμού.
Στο Ο Τσάρλι Πάρκερ παίζει μπόσα νόβα, επινοημένοι τζαζ δίσκοι επαναφέρουν φευγαλέα στην ύπαρξη και στη συνειδητότητα καλλιτέχνες από δεκαετίες νεκρούς, σε ένα διήγημα – σπουδή για τη θνητότητα και την υστεροφημία, ενώ στο With the Beatles, ο αφηγητής θυμάται την πρώτη εφηβική του σχέση με μια συμμαθήτριά του, αλλά και τη συζήτηση που τυχαίως είχε με τον αδελφό της ένα κυριακάτικο πρωί στο οικογενειακό τους σπίτι, συζήτηση σημαδιακή που θα προοικονομήσει την πορεία της ζωής όλων των εμπλεκομένων. Στις Εξομολογήσεις μιας μαϊμούς από τη Σινάγκαουα, μια μαϊμού που έχει ανατραφεί από ανθρώπους και υιοθετήσει την ομιλία και τους τρόπους του ανθρώπινου είδους κλέβει τα ονόματα των γυναικών που ερωτεύεται, κλέβει τις ταυτότητες και την ατομικότητά τους, σαν φυλαχτό για να μην τις λησμονήσει, σαν φόρο τιμής στα αισθήματα που έστω παροδικά ένιωσε, σε ένα γλυκόπικρο διήγημα μαγικού ρεαλισμού για τη μοναξιά, τον έρωτα και τη βαθύτερη ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης.
Στη συλλογή αυτή, ο Murakami μιλά ο ίδιος μέσα από τον αφηγητή του, τα όρια ανάμεσα στη μυθοπλασία και την αυτοβιογραφία θολώνουν, βιώματα και προσωπικές απόψεις διαφαίνονται. Καταπιάνεται με γνώριμες θεματικές που απασχολούν το σύνολο του έργου του: η νοσταλγία για τη χαμένη νιότη, το γήρας και η αναπόφευκτη φθορά, οι συνειρμικές συνδέσεις των αναμνήσεων με τη μουσική, με αρώματα, γεύσεις και κάθε είδους αισθητηριακό ερέθισμά, η ψυχική ασθένεια και η αυτοκτονία, ο υπαρξιακός τρόμος και η απέλπιδα προσπάθεια εκλογίκευσής του, ακροβατώντας αφηγηματικά ανάμεσα στον μαγικό ρεαλισμό και την αυτοβιογραφία, τον πραγματισμό και το μεταφυσικό.
Όμως, σε αυτήν τη συλλογή, ο Murakami εγκλωβίζεται σολιψιστικά στην αυτοαναφορικότητά του, στον δικό του, προσωπικό μικρόκοσμο νευρώσεων και φοβιών. Η πρόζα – σήμα κατατεθέν του, νηφάλια και βραδεία στους ρυθμούς και τη ροή της, βρίσκεται και εδώ, όμως η στατικότητα στη γραφή δεν συνοδεύεται από κάποιου είδους συμβολιστική αφηγηματική κορύφωση και καταλήγει απλώς συνώνυμη της λογοτεχνικής νωθρότητας και της επαναληπτικότητας. Ιδίως όσα διηγήματα ασχολούνται αποκλειστικά με τα χόμπι και τα ενδιαφέροντα του συγγραφέα, το πάθος του για τη μουσική και το μπέιζμπολ, φαντάζουν ως στείρα ημερολογιακή καταγραφή από την οποία ελλείπει η λογοτεχνικότητα και δεν παρουσιάζουν καμία συνάφεια και σύνδεση με τον αναγνώστη.
Μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχουν οι λιγότερο αυτοβιογραφικές ιστορίες, αυτές που ο αφηγητής, και μαζί του ο αναγνώστης, έρχεται αντιμέτωπος με υπαρξιακές κρίσεις και με βαθύτερους ηθικούς και φιλοσοφικούς προβληματισμούς. Το ισχυρότερο αφηγηματικά διήγημα της συλλογής είναι το τελευταίο και ομώνυμο του τίτλου, Σε πρώτο ενικό, όπου ο αφηγητής, πλέον απροκάλυπτη αντανάκλαση του συγγραφέα, βασανιζόμενος από imposter syndrome, αντικρίζει κατάματα αρχέγονους φόβους, σύμφυτες με το υπαρξιακό του άγχος τύψεις και ενοχές, υπό τη μορφή μιας άγνωστης γυναίκας σε ένα μπαρ, που τον εγκαλεί για μια ηθική παρεκτροπή την οποία δεν τέλεσε/δεν θυμάται. Σε αυτό το κλειστοφοβικό, καφκικής σύλληψης και υφής διήγημα, ο Murakami ξεδιπλώνει εντός ολίγων μόλις σελίδων όλη τη λογοτεχνική του βιρτουοζιτέ, αλλά και την πλήρη έκταση των νευρώσεων και προβληματικών του, δίχως να χρειαστεί να καταφύγει σε βιωματική καταγραφή ή σε σχηματικές, παιδαριώδεις αναμείξεις μεταφυσικών στοιχείων – και γι’ αυτό πετυχαίνει απόλυτα.
Σε δεύτερη ανάγνωση και ερμηνεία, το διήγημα λειτουργεί και ως απόπειρα απολογίας του συγγραφέα, απάντηση στη φεμινιστική κριτική που έχει δεχτεί το σύνολο του έργου του, κριτική η οποία όμως δεν μπορεί να απουσιάζει και προς τη συλλογή αυτή. Σε πολλά από τα διηγήματα, και ιδίως στο Πάνω σ’ ένα πέτρινο μαξιλάρι, είναι εμφανής ο σεξισμός του Murakami και η σεξουαλική αντικειμενοποίηση των γυναικών στη λογοτεχνία του, η θέασή τους απλώς ως σκέυη ηδονής, δίχως περαιτέρω εμβάθυνση στην ανάπτυξη των χαρακτήρων τους. Στο Καρναβάλι δε, διήγημα που κατά τα λοιπά ασχολείται με τα προσωπεία που οι άνθρωποι ενδύονται και τις μάσκες πίσω από τις οποίες κρύβουν την αληθινή τους φύση, ο Murakami γράφει για γυναίκες όμορφες και άσχημες, αποκρουστικές και ενοχλητικές στην όψη, και για τις επιπτώσεις της ασχήμιας στη γυναικεία ψυχοσύνθεση (sic), η ανδρική ματιά τις αντικειμενοποιεί πλέον απροκάλυπτα.
Το Σε πρώτο ενικό είναι συνήθης Murakami, εκτέλεση μιας δοκιμασμένης και επιτυχημένης συνταγής, τόσο στις θεματικές όσο στην πρόζα και το αφηγηματικό ύφος, μια συλλογή διηγημάτων προσωπική και εξομολογητική – όμως, αυτή ακριβώς η ομφαλοσκοπική προσκόλληση στον εαυτό, τις αναμνήσεις και το βίωμα, εν τέλει στερεί την ταύτιση και την οικουμενικότητα, κατατάσσοντας το βιβλίο αυτό στα πιο αδύναμα του έργου του συγγραφέα του.