Μέχρι τώρα άγνωστος στη χώρα μας, ο πολυβραβευμένος Ιρλανδός συγγραφέας Ντόναλ Ράιαν συστήνεται τώρα για πρώτη φορά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό με το τελευταίο του μυθιστόρημα, «Από Θάλασσα ‘Ηρεμη κι Ανάβαθη», σε μετάφραση Μαρίας Φακίνου, από τις εκδόσεις Αίολος.
Στη μακρά λίστα του βραβείου Booker και υποψήφιο για το λογοτεχνικό βραβείο Costa, για το έτος 2018, το βιβλίο του Ράιαν αφηγείται τις ιστορίες τριών αντρών, ιστορίες εκ πρώτης όψεως ασύνδετες μεταξύ τους, μέχρι που το αόρατο νήμα που κυλά ανάμεσα στους άντρες αυτούς και το παρελθόν τους θα τους συνδέσει με απρόσμενο, αλλά και τραγικό τρόπο. Πρώτη είναι η ιστορία του Φαρούκ, ενός οικονομικά και κοινωνικά εύρωστου γιατρού στην εμπόλεμη Συρία, που αναγκάζεται να εγκαταλείψει την πατρίδα του μαζί με την οικογένειά του με τη βοήθεια ενός παράνομου διακινητή, μια ιστορία τόσο επίκαιρη όσο και οικεία στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα των προσφυγικών εισροών.
Στη συνέχεια, η τετριμμένη αλλά και συγκινητική μέσα στην κοινοτοπία της, ιστορία του νεαρού Λάμπι, ενός φροντιστή ηλικιωμένων που ζει με τη μητέρα και τον παππού του σε μια μικρή ιρλανδική πόλη και προσπαθεί να ξεπεράσει τον πόνο του χωρισμού από τον πρώτο του έρωτα. Τέλος, ο Τζον, ένας ετοιμοθάνατος άντρας, που λίγο πριν τη δύση της ζωής του κάνει μια ύστατη προσπάθεια εξομολόγησης, σε έναν Θεό που επί δεκαετίες λοιδωρεί και χλευάζει, αφότου του στέρησε άδικα τον αδελφό του στα νεανικά του χρόνια και τον μετέτρεψε έτσι σε έναν ανάλγητο, αμοραλιστή λομπίστα.
Κοινός παρονομαστής των τριών ιστοριών η απώλεια, ο θρήνος και η σταδιακή, βραδυκίνητη διαδικασία της επούλωσης. Ο Ράιαν εξερευνά, με τρόπο λεπταίσθητο και αποστασιοποιημένο, και δίχως μελοδραματισμό, τους τρόπους που οι άντρες αυτοί αναμετρώνται με την οδύνη του αποχωρισμού, το πένθος και τα προσωπικά τους τραύματα, απεικονίζοντας έτσι την ανδρική ταυτότητα σε κρίση, εύθραυστη και λαβωμένη.
Πολλαπλές εκφάνσεις της τοξικής αρρενωπότητας βρίσκονται στο στόχαστρο της πένας του Ράιαν, από την κοινωνική, αλλά και εσωτερική, επιταγή για οικονομικό και επαγγελματικό πρεστίζ, για την υιοθέτηση της ταυτότητας του Παρόχου της οικογένειας, μέχρι την ανάγκη επιβολής μέσω της βίας, των εξάρσεων θυμού και της ματσίλας. Η μαστοριά του στη σκιαγράφηση ανδρικών χαρακτήρων γίνεται γρήγορα αισθητή, είτε αυτοί είναι άνδρες νεότεροι σε ηλικία, εγκλωβισμένοι σε μικρές πόλεις και περιορισμένες δυνατότητες, είτε γηραιότεροι, εξίσου παγιδευμένοι σε τραύματα και ενοχές του παρελθόντος, με το φάντασμα των εμφύλιων συρράξεων, του μίσους και του φατριασμού να συνεχίζει να στοιχειώνει τη σύγχρονη Ιρλανδία, μια χώρα εξίσου εγκλωβισμένη στις αντιφάσεις της.
Σύνηθες ιδίωμα των μυθιστορημάτων με σπονδυλωτές ιστορίες, η ανισότητα στην αφηγηματική δύναμη μεταξύ τους είναι παρούσα και εδώ: πράγματι, ενώ κάποιοι χαρακτήρες σχεδόν ξεπηδούν από το χαρτί και παίρνουν σάρκα και οστά, άλλοι είναι λιγότερο ανεπτυγμένοι, ενώ η πρώτη, συγκλονιστική ιστορία του Φαρούκ είναι αυτή που, και μόνο λόγω θεματικής, ξεχωρίζει και θα ξεχαστεί πιο δύσκολα. Η φρίκη του πολέμου, των καθημερινών βομβαρδισμών και των δημόσιων βασανισμών θα οδηγήσουν τον Φαρούκ στην απόφαση να εγκαταλείψει τον τόπο του, εντούτοις ο φόβος για τη ζωή εκείνου και της οικογένειάς του συνυπάρχει μέσα του με αυτόν της εκδυτικοποίησης και της απομάκρυνσης από τις πουριτανικές αντιλήψεις με τις οποίες έχει γαλουχηθεί.
Με πρόζα λυρική και συνάμα ρεαλιστική, ο Ράιαν αφηγείται τρεις φαινομενικά διαφορετικές, αλλά εν τέλει τόσο όμοιες μεταξύ τους, ιστορίες αντρών, που διασχίζουν ο καθένας τη δική του, προσωπική θάλασσα, άλλοτε σκοτεινή και ανταριασμένη, άλλοτε ήρεμη και ανάβαθη, και εγγράφεται έτσι στη μνήμη του αναγνώστη ως μια σύγχρονη συγγραφική φωνή την οποία θέλει σύντομα να ξανακούσει.