Ο δωδεκάχρονος Shaun (Thomas Turgoose), ορφανός από πατέρα, ζει στην βρετανική επαρχία και περνά τις μέρες του αναζητώντας μια αλλαγή. Το κενό στην ζωή του θα έρθει να καλύψει μια ομάδα από skinheads που θα τον πάρουν υπό την προστασία τους και θα τον καλωσορίσουν στην περίεργη κουλτούρα τους. Τα πράγματα, φυσικά, θα πάρουν μια πολύ βίαιη τροπή όταν ένα παλιό μέλος βγει από τη φυλακή και προσπαθήσει να πάρει τον έλεγχο της παρέας, κατευθύνοντας τον Shaun αλλά και τους υπόλοιπους στην αγκαλιά του εθνικισμού.
Το This Is England (2006) έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως το ‘American History X της Αγγλίας’. Ο χαρακτηρισμός, όμως, δεν είναι ακριβής. Σε αντίθεση με το αμερικάνικο αδερφάκι της, η ταινία του Shane Meadows κριτικάρει περισσότερο αυτή την αβυσσαλέα τάση που έχουν πολλές πολιτικές δυνάμεις να υιοθετούν και να εκμεταλλεύονται ‘’τάσεις’’ και ‘’μόδες’’ για να επεκτείνουν την απήχησή τους. Η κουλτούρα των skinheads, η οποία σήμερα συνδέεται με τον χώρο της ακροδεξιάς και τον νεοναζισμό, έχει τις ρίζες της στην εργατική τάξη των Βρετανών στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Πολλοί από τους skinheads ήταν τζαμαϊκανοί στην καταγωγή, λάτρευαν την reggae και την ska, ενώ αργότερα, στο κίνημα εντάχθηκαν και πάνκηδες. Αυτό, όμως, που γεννήθηκε για να εκφράσει την κοινωνική αποξένωση της εργατικής νεολαίας, στην δεκαετία του ‘80 πέρασε σε πιο επικίνδυνες όχθες, με το κίνημα να διασπάται και ένα μεγάλο μέρος του να καταλήγει να στηρίζει ακροδεξιές ιδεολογίες.
Αυτή είναι και η μεγάλη τραγωδία που βιώνουν οι χαρακτήρες της ταινίας, καθώς βλέπουν την αθώα παρέα, που ήταν κάποτε μια δεύτερη οικογένεια για όλους τους, να μετατρέπεται σιγά-σιγά σε συμμορία που πηγαίνει σε συγκεντρώσεις του ακροδεξιού κόμματος National Front, επιτίθεται σε μικρά Πακιστανάκια και καταλήγει να στρέφει τα μέλη της το ένα εναντίον του άλλου.
Η ταινία διαδραματίζεται μετά το τέλος του πολέμου στα Φόλκλαντς, ο οποίος, όπως και κάθε άλλος πόλεμος, κόστισε ανθρώπινες ζωές και προκάλεσε ανεπούλωτες ψυχικές πληγές στους ανθρώπους που πολέμησαν και στις οικογένειές τους. Ο θάνατος του πατέρα του Shaun, που έπεσε στη μάχη σε αυτά τα τόσο απομακρυσμένα νησιά, είναι το γεγονός που θα οδηγήσει στην απομόνωση και στον θυμό, που με την σειρά τους θα πυροδοτήσουν την ανάγκη ένταξης σε μια ομάδα. Αυτή την ανάγκη θα εκμεταλλευτεί και ο Combo (Stephen Graham), ο οποίος θα χρησιμοποιήσει συναισθήματα που θα μπορούσαν να σχηματιστούν στον καθένα μας για να δημιουργήσει κίβδηλες λύσεις στα προβλήματα του μικρού, κατασκευάζοντας εξιλαστήρια θύματα την οργή του και αναμεταδίδοντας, έτσι, τον ρατσισμό του.
Φυσικά, ο Shane Meadows δεν μας παρουσιάζει τον Combo ως τον σατανικό ναζί που γεννήθηκε κακός και εθνικιστής, αλλά περισσότερο ως θύμα του ίδιου του του παιχνιδιού. Οι πράξεις του, στη βάση τους, πηγάζουν από την έλλειψη οικογενειακής φροντίδας και την απόρριψη που και ο ίδιος είχε δεχτεί παλιότερα από τα πρόσωπα του περίγυρού του. Το στοίχημα που παρουσιάζεται, λοιπόν, δεν είναι εάν ο ‘’μεγάλος κακός ναζί’’ θα ηττηθεί και θα πάει φυλακή, αλλά το εάν ο Shaun θα συνεχίσει στην ίδια πορεία που ακολούθησε κάποτε και ο Combo ή αν θα παραστρατίσει και θεραπευτεί τελικά από το δηλητήριο που μπορεί να μετατρέψει ακόμα και έναν ανυποψίαστο άνθρωπο που θέλει να ταιριάξει κάπου σε στυγερό δολοφόνο.
Το σενάριο της ταινίας είναι δομημένο έτσι ώστε να αφήνει πολύ χώρο στους ηθοποιούς να αναδειχθούν. Ανά ώρες, δηλαδή, οι εξελίξεις της πλοκής ‘’παγώνουν’’ και τότε είναι που ξεπηδάνε σκηνές στις οποίες απλά οι χαρακτήρες αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Αυτό είναι κάτι που εναποθέτει τεράστιο βάρος στους ώμους των ηθοποιών, οι οποίοι από την μεριά τους ανταποκρίνονται άψογα, καθώς κάνουν εξαιρετική δουλειά αλληλεπιδρώντας μεταξύ τους. Μια γενναία μερίδα του καστ είναι νεαροί σε ηλικία (με τον Thomas Turgoose στον πρωταγωνιστικό ρόλο να είναι μόλις δεκατριών χρονών) και όλοι τους βγάζουν τέλεια τόσο την αφέλεια της παιδικής ηλικίας, όσο και την αγανάκτηση και την σκληρότητα του περιθωρίου. Μέσα στη μιάμιση ώρα που διαρκεί περίπου η ταινία, οι χαρακτήρες καταφέρνουν να πάρουν σάρκα και οστά. Θυμίζουν περισσότερο κανονικούς ανθρώπους που θα συναντούσε κανείς σε κάποιο παρακμιακό αστικό προάστιο, παρά μυθοπλαστικούς ήρωες.
Δεν είναι λίγοι οι Βρετανοί δημιουργοί που έχουν το πολύ ιδιότυπο χάρισμα να αναδεικνύουν τα ευπαθή κοινωνικά στρώματα μέσα από τις ταινίες τους. Το σινεμά που μας προσφέρουν ταινίες όπως το This Is England είναι σπουδαίο σινεμά, προσγειωμένο και χωρίς τις πολλές περιττές δραματοποιημένες σκηνές που συναντάμε συχνά στο mainstream χολιγουντιανό δράμα. Είναι σπουδαίο γιατί μας δείχνει καταστάσεις που θα μπορούσαν να συμβούν στην πραγματική ζωή, συχνά με τον ακριβή τρόπο που θα συνέβαιναν.