Κάποια βιβλία κερδίζουν τον αναγνώστη αργά και μεθοδικά, μέσα από τη γλώσσα ή τους προβληματισμούς τους συγγραφέα. Η πορεία τους μοιάζει με δύσβατο μονοπάτι. Άλλα πάλι είναι ράλι, που αρπάζουν αυτόν που διαβάζει, τον βάζουν με το ζόρι στο πίσω κάθισμα και ξεκινούν μια ξέφρενη πορεία. Το «Το Τραγούδι του Αίματος» (στα ελληνικά από τις εκδόσεις SEΛΙΝΙ, σε μετάφραση του Σταμάτη Ντογραματζή) με την ξεκάθαρη page turner λογική του, ανήκει στη δεύτερη κατηγορία.
Το έργο του Σκωτζέζου Αnthony Ryan κατάφερε να αναδειχθεί ως best seller όχι δίνοντας μας (τουλάχιστον στην αρχή) έναν πολύπλοκο κόσμο φαντασίας, αλλά μέσα από δυνατούς χαρακτήρες και υποσχέσεις. Πράγματι, στο πρώτο βιβλίο της σειράς, τίποτα το εξωπραγματικό ή μη αναμενόμενο δε συμβαίνει. Ο συγγραφέας χρησιμοποιώντας μια σειρά από μελλοντικές αναφορές και άγνωστα ονόματα που εξιτάρουν τη φαντασία του αναγνώστη στο πώς έφτασε η ιστορία εκεί, ή το ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι που φέρουν τους χαρακτηριστικά παράδοξα fantasy τίτλους, μας εισάγει μετά στην εκπαίδευση ενός νεαρού ευγενή ο οποίος επιλέχθηκε, μετά από μία σειρά ραδιουργιών, να πολεμήσει για ένα κατά βάση θρησκευτικό τάγμα.
Θυμίζοντας ένα αιματοβαμμένο και πιο σκληρό Χάρι Πότερ ή ένα λιγότερο προσηλωμένο στο gore και την πεζότητα Songs of Fire and Ice, ο Ryan τοποθετεί την επταετή εκπαίδευση του νεαρού πρωταγωνιστή, Βέιλιν Αλ Σόρνα (που αργότερα θα αποκτούσε τον τίτλο του Ελπιδοκτόνου) στο επίκεντρο της αφήγησης του. Στο πρώτο βιβλίο αυτή γίνεται και το μόνο όχημα της πλοκής. Μας περιγράφεται με λεπτομέρεια το πρόγραμμα της σκληρής εκπαίδευσης, οι ιδιοτροπίες και οι βαναυσότητες των δασκάλων όπως επίσης και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νεαροί μαθητές. Την ίδια στιγμή, στο παρασκήνιο, μαίνεται ένας μυστικός πόλεμος μεταξύ σκοτεινών δυνάμεων, συνωμοσιών και πισώπλατων μαχαιρωμάτων για χάρη του ήρωα ή με στόχο αυτόν, που όμως δεν τον επηρεάζουν παρά λίγες μόνο φορές.
Η δύναμη του Ryan δεν είναι τόσο η ιστορία, όσο οι δυνατοί χαρακτήρες που πλάθει. Πέραν από τον πρωταγωνιστή, ο οποίος φέρει εξαιρετικά χαρίσματα, οι κεντρικοί του χαρακτήρες είναι ιδιαίτερα καλογραμμένοι και, σταδιακά, καταφέρνουν να ξεπεράσουν τα κλισέ από τα οποία προήλθαν. Παραδείγματος χάρη ο εύσωμος, ατσούμπαλος μαθητής που χρησιμοποιείται ως comic relief στην πορεία της ιστορίας αποκτά τη δική του τραγική ιστορία και τον δικό του ρόλο σε όλα όσα εξελίσσονται.
Η ίδια η πλοκή είναι καταιγιστική, χωρίς όμως να «μπουκώνει» με γεγονότα. Τα επτά χρόνια του «σχολείου» περνούν και μέσα τους βρίσκεται χρόνος για βία, αίμα, αλλά και φίλια, (μικρο)έρωτες και αρκετή σκέψη για τις επιλογές του ατόμου όταν τίθεται αντιμέτωπο με μεγαλύτερες από αυτό δυνάμεις. Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες πτυχές του βιβλίου είναι ακριβώς αυτό: η προσωπική επιλογή (και δικαίωμα) όταν έρχεται κανείς αντιμέτωπος με ολοκληρωτικούς και τελικά εξανδραποδιστικούς θεσμούς, οι οποίοι αποτελούν άρρηκτα συνδεδεμένοι μεταξύ τους σε ένα πλέγμα εξουσίας με στόχο το άτομο: η θρησκεία που κυνηγά φανατικά αιρετικούς, ο στρατός που ψάχνει αγωνιωδώς εχθρούς για να επιβιώσει ο ίδιος, το (αριστοκρατικό) κράτος που τρέφει αυταπάτες μεγαλείου. Απέναντι σε αυτό, οι χαρακτήρες προβάλλουν (για λίγο) τη δική τους ενότητα και αλληλεγγύη, που προέρχεται από τα κοινά βάσανα και (ταξική) θέση.
Την ίδια στιγμή βέβαια ο Ryan δεν αποφεύγει και τα κλισέ ή τις διευκολύνσεις, τόσο στον τρόπο γραφής όσο και στους χαρακτήρες του. Οι περιγραφές του βασιλείου και των υπηκόων που το κατοικούν ενώ δεν ωραιοποιούν τις καταστάσεις που υπάρχουν, δεν φτάνουν στο σημείο που να τις ζωντανεύουν μπροστά μας. Ταυτόχρονα,ούτε η γλώσσα του συγγραφέα, παρά την στρατιωτική του εμπειρία, είναι τέτοια που να καθιστά το ανάγνωσμα απολαυστικό πέραν της πλοκής του. Σε αυτό σίγουρα δεν μπορεί να κατηγορηθεί η στιβαρή δουλειά του Ντογραματζή στην απόδοση του.
Το βιβλίο του Ryan διαβάζεται γοργά παρά το μέγεθος του. Αυτό είναι επίσης μια από τις αδυναμίες του, καθώς το πρώτο βιβλίο είναι ουσιαστικά μόνο η εισαγωγή στην ιστορία του Ελπιδοκτόνου και είναι σχεδιασμένο να διαβάζεται ακριβώς έτσι. Χωρίς τα υπόλοιπα της τριλογίας, μένει ένα ασταθές ανάγνωσμα, που δεν μπορεί να κρατήσει τις υποσχέσεις που έδωσε.
Όμως, με την προσμονή των υπόλοιπων έργων, είναι σίγουρα ένα ενδιαφέρον έργο της fantasy λογοτεχνίας, που ενώ δεν εφευρίσκει τον τροχό, καταφέρνει να τον τσουλάει με εκπληκτική δύναμη.