Ομολογώ ότι αν και millenial και ενώ έχω ζήσει ολόκληρη την εφηβεία μου στα 00s, ποτέ δεν είχα διαβάσει ή παρακολουθήσει το saga του Twilight, είτε από αντίδραση στην μανία που επικρατούσε τότε γύρω από αυτό, είτε λόγω του γνωστού συνδρόμου “δεν είμαι σαν τα άλλα κορίτσια εγώ”, είτε επειδή πάντα είχα γούστο (ουψ!). Οι θεωρίες είναι διάφορες, πάντως η ουσία είναι ότι πραγματικά ποτέ δεν ασχολήθηκα, αν και με μια πρώτη ματιά είναι κάτι που θα μου άρεσε. Ένας μαγικός κόσμος μέσα στον ανθρώπινο, γεμάτος φανταστικά πλάσματα, λυκανθρώπους βαμπίρ και μυστικά συμβούλια, μια -έστω υποτυπώδης -μυθολογία γύρω από αυτόν, ινδιάνικες ιστορίες που παντρεύονται με τους θρύλους της αμερικάνικης επαρχίας, teen romance, βροχερά και ομιχλώδη τοπία, που είναι τα αγαπημένα μου. Εννοώ, τι μπορεί να πάει τόσο στραβά; Απάντηση στο ερώτημα μου δόθηκε με αφορμή ένα girls’ sleepover με την κολλητή μου και την αναζήτηση μαραθωνίου ταινιών προς θέαση. Έτσι, καταλήξαμε στο Twilight saga.
Η αλήθεια είναι ότι ολόκληρη η πλοκή της ιστορίας εξελίσσεται γύρω από τις επιλογές που πρέπει να κάνει η πρωταγωνίστρια, Bella Swan, σχετικά με το αν θα παραμείνει άνθρωπος ή όχι, αν θα επιλέξει τον Edward ή τον Jacob, αν θα κάνει σεξ ή όχι. Έτσι, ο κόσμος της μικρής επαρχιακής πόλης Forks απλώνεται μπροστά στα μάτια του θεατή (δεν είμαι τόσο θαρραλέα ώστε να διαβάσω και τα βιβλία) μέσα από τα δικά της μάτια και ως εκ τούτου η οπτική μέσω του φύλου της πρωταγωνίστριας είναι -ή θα έπρεπε να είναι -αναπόφευκτη. Αυτό που γίνεται φανερό, λοιπόν, σε όλες τις ταινίες είναι ότι αυτή βρίσκεται πάντα μεταξύ δύο πόλων τοξικότητας, κανένας από τους οποίους δεν την κάνει ουσιαστικά χαρούμενη. Από τη μια μεριά έχει τον μελαγχολικό, μονίμως θλιμμένο Edward Cullen, έναν μοναχικό βρικόλακα, τον οποίο ερωτεύεται, όμως συνεχώς δημιουργεί προβλήματα και απομακρύνεται από εκείνη “για το καλό της” και από την άλλη τον Jacob Black, έναν έφηβο αλλομορφικό λυκάνθρωπο με προβλήματα διαχείρισης θυμού, στον οποίο βρίσκει καταφύγιο, κατανόηση και ζεστασιά όταν ο Edward τη διώχνει.
Κατά τα πρότυπα της προπροηγούμενης δεκαετίας και οι δύο αυτοί ήρωες, ο Edward και ο Jacob, αποτελούν τα πραγματικά μήλα της έριδος κατενθουσιάζοντας τις κοριτσίστικες ψυχές, με τους τρόπους, τη γενναιότητα και το πάθος που αγαπούν και οι δύο την Bella. Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για δύο καθαρά προβληματικούς χαρακτήρας, που στα 20s δεν θα είχαν καμία ελπίδα να εντυπωσιάσουν το γυναικείο κοινό. Συγκεκριμένα, πρόκειται για δύο κατηγορίες αντρών, που αν και περιγράφονται σαν τους πρίγκιπες του παραμυθιού, ωστόσο αποτελούν δύο πέρα για πέρα τοξικές επιλογές για την ηρωίδα. Ειδικότερα, κινητήριος δύναμη του Edward είναι αυτό που ονομάζουμε “tough love”, πράγμα που σημαίνει ότι όλες οι απαράδεκτες συμπεριφορές του δικαιολογούνται, αφού γίνονται “από αγάπη”. Ωστόσο, σε ολόκληρο το saga δεν είναι λίγες οι φορές που εξαιτίας των αποφάσεών του η Bella βρίσκεται στο χείλος της καταστροφής και της κατάθλιψης, έτοιμη να αυτοκτονήσει ή να μαραζώνει στην πολυθρόνα του δωματίου της έχοντας χάσει κάθε διάθεση για ζωή ή ακόμα χειρότερα προκειμένου να τον φέρει κοντά της να διακινδυνεύει να πεθάνει, γιατί ξέρει ότι μόνο τότε θα εμφανιστεί ο tough lover Edeward για να τη σώσει. Έτσι, συνδυάζει το ερωτικό βίωμα με τη δυστυχία και τη μιζέρια που αυτός της προσφέρει. Πάντα για το καλό της.
Από την άλλη μεριά, ο Jacob πυροδοτείται από τις εξάρσεις θυμού του και έναν αυθορμητισμό, που ζέχνει “τοξική αρρενωπότητα”. Γεμάτος μούσκουλα, έχοντας δίπλα του μια ολόκληρη αγέλη άξεστων αντρών με τους οποίους παίζει συνεχώς ξύλο, πιέζει την Bella να είναι μαζί του, ακόμα και όταν εκείνη του εξηγεί ότι δεν είναι ερωτευμένη μαζί του! Αντί, λοιπόν, να αποσυρθεί με αξιοπρέπεια και σεβόμενος την επιθυμία της, επιμένει να την γυροφέρνει και δεν διστάζει ακόμα και να τη φιλήσει παρά τη θέλησή της, γιατί σύμφωνα με τη γνώμη του εκείνος ξέρει καλύτερα τι αισθάνεται η ηρωίδα μας. Αυτός είναι “το καλό παιδί” και το εσφαλμένο αυτό αφήγημα του “καλού παιδιού” ενισχύεται από διάφορες κρίσεις θυμού που παθαίνει και μετατρέπεται ξαφνικά σε έναν τεράστιο λύκο, έτοιμο να επιτεθεί και ένα ρομαντικότατο (όχι) side story του αρχηγού της αγέλης του, που πάνω στα νεύρα του μεταμορφώθηκε σε λύκο και έφαγε το πρόσωπο της κοπέλας του. Το ζευγάρι αυτό, μάλιστα, έχει περίοπτη θέση μέσα στο saga, παρ’ ότι πρόκειται επί της ουσίας για μια ιστορία ενδοοικογενειακής βίας. Τα νευράκια του Jacob είναι, άλλωστε, και ένα από τα θέματα που καλείται να διαχειριστεί η ηρωίδα, η οποία τον χρειάζεται για κάποιον λόγο στη ζωή της, γιατί είναι πολύ καλό παιδί!
Παράλληλα, μέσα από τα διλήμματα αυτά της Bella Swan και την προσπάθεια να ενταχθεί σε έναν άλλον κόσμο από τον ανθρώπινο και να μπορέσει να κοινωνικοποιηθεί με τέρατα που απειλούν τη ζωή της (ο μεν Edward θέλει να τη φάει, o δε Jacob ενδέχεται να της φάει το πρόσωπο, αν κάποια στιγμή τον θυμώσει) ξεπετάγονται πλήθος ανασφαλειών, που τα δύο αγόρια της τα ενισχύουν. Έτσι, ο θεατής γίνεται συνεχώς μάρτυρας του age shaming και της κατάθλιψης που περνάει η ηρωίδα σε κάθε της γενέθλια, που την καθιστούν φαινομενικά γηραιότερη του αγαπημένου της. Επιπλέον, για την Bella όλα αυτά τα βιώματα σηματοδοτούν το “ξύπνημα της άνοιξης” εντός της και την ενεργοποίηση του σεξουαλικού της ενστίκτου. Φευ! Σε ολόκληρο το saga υπάρχει ένα αδιόρατο ταμπού γύρω από τη σεξουαλική επαφή, η οποία πρόκειται να φέρει σε κίνδυνο την πρωταγωνίστρια, αφού στον κόσμο αυτό “το σεξ σκοτώνει”. Αυτού του είδους το κώλυμα συνδυάζεται, μάλιστα, κατά κάποιον τρόπο και με την εγκυμοσύνη της ηρωίδας και εκεί γίνεται πλέον body horror η φάση.
Γενικά τα πάντα όσον αφορά τα κίνητρα και τη σχέση των δύο φύλων στο Twilight saga είναι λάθος. Ανάμεσα σε όλα αυτά τα φρικτά, που παρουσιάζονται ως ρομαντικά, παραθέτονται εμβόλιμα και κάποιες ενδιαφέρουσες side stories ηρώων, όπως είναι αυτή του ομαδικού βιασμού της αδελφής του Edward, Rosalie και ο αιματηρός τρόπος με τον οποίο παίρνει εκδίκηση ή αυτή του Jasper, επίσης αδελφού του Edward, η οποία αποτελεί ένα σχόλιο στις πληγές που άφησε πίσω του ο αμερικανικός εμφύλιος. Ωστόσο και παρά αυτές τις ενδιαφέρουσες παρενθέσεις, ο διαρκής ψυχολογικός πόλεμος, το gaslighting, η ενδοοικογενειακή βία, η λεγόμενη tough love, η κουλτούρα του μάτσο άντρα -προστάτη και άλλες έννοιες άγνωστες κατά τη δεκαετίας των 00s είναι το πραγματικό ελάττωμα του Twilight. Όχι οι cringe στιγμές, όχι τα πολλαπλά facepalms που χαρίζεις τον εαυτό σου ενώ το βλέπεις απελπισμένη, όχι το γεγονός ότι ένας άντρας 150 ετών ερωτεύεται μια 17χρονη (άλλωστε, όπως έλεγε και ο J.R.R. Tolkien στις ιστορίες φαντασίας ο αναγνώστης πρέπει να προθυμοποιείται να αναστέλλει την δυσπιστία του), ούτε καν ο πουριτανισμός με τον οποίο άλλωστε είναι διαποτισμένα όλα τα αμερικάνικα teen movies, μα το γεγονός ότι αυτό επιχειρεί να ρομαντικοποιήσει λάθος πρότυπα και λάθος συμπεριφορές, που γαλούχησαν μια ολόκληρη γενιά κοριτσιών, που σήμερα είναι γυναίκες.
Μπορεί, λοιπόν, να ήρθα σε επαφή με το Twilight saga λίγο καθυστερημένα, ωστόσο, όπως λέει και ο λαός “κάλλιο ποτέ, παρά αργά” . Ή κάτι τέτοιο. Η ουσία, κορίτσια, είναι ότι πρέπει να αγαπάτε όσους σας κάνουν χαρούμενες!