Από πολύ μικρή ηλικία ακούμε για τους μεγάλους Έλληνες λογοτέχνες, συγκρατώντας κατά κανόνα αποσπασματικές πληροφορίες σχολικού τύπου. Ο Σεφέρης στον κοινό νου συνδέεται με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ο Καβάφης με την αισθαντικότητα της γραφής και τα εσωτερικευμένα νοήματα, ενώ ο Καββαδίας θεωρείται ο ποιητής των ναυτικών και της θάλασσας. Όμως, υπάρχει μεγάλο κενό στην εμβάθυνση και την πραγματική γνωριμία με την ελληνική λογοτεχνία και τους επιφανείς εκπροσώπους της, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Η σειρά που τιτλοφορείται ως Το Ονομά Μου Είναι… [την εκάστοτε προσωπικότητα] είναι μία καλαίσθητη εικονογραφημένη απόπειρα των Νίκου Μαθιουδάκη και Μάνου Μπονάνου στα κείμενα και Αγγελική Μπόζου στην εικονογράφηση, με σκοπό τη γνωριμία της ελληνικής λογοτεχνίας και των σημαντικών εκπροσώπων της στις μικρότερες ηλικίες. Οι εκδόσεις Ίκαρος, με εδραιωμένη παρουσία δεκαετιών στα ελληνικά γράμματα και στην ελληνική ποίηση (έχοντας στον εκδοτικό κατάλογό τους το σύνολο του έργου του Σεφέρη, του Ελύτη, του Καρούζου και άλλων σημαινόντων/σημαινουσών Ελλήνων/-ίδων λογοτεχνών/-ιδων), ενόψει του εορτασμού των 80 χρόνων τους, μας συστήνουν μία νέα προσπάθεια συνομιλίας της ελληνικής λογοτεχνίας με τις μικρότερες ηλικίες (στα οπισθόφυλλα αναγράφεται ότι η σειρά απευθύνεται σε ηλικίες 9+).
Προς το παρόν, στους δύο πρώτους τόμους της σειράς, οι δημιουργοί ασχολήθηκαν με την τέχνη και την προσωπικότητα δύο εμβληματικών Ελλήνων ποιητών: τον Καβάφη και τον Σεφέρη. Με μία πρώτη εικόνα, από το εξώφυλλο κι όλας της σειράς, ξεχωρίζουν τα ζωντανά χρώματα στο φόντο των ομοιόμορφα σχηματικών και πιο ελεύθερα αποδοσμένων μορφών των πρωταγωνιστών σε ασπρόμαυρη αποτύπωση. Η επιλογή του ασπρόμαυρου στις μορφές αυτές, ίσως αντλεί από τη διαχρονικότητα που τις χαρακτηρίζουν ως μία αναλλοίωτη επιτακτική αποτύπωση στην ύλη και τον χρόνο που συνδέεται με το παρελθόν, το παρόν και συνεχίζεται στο μέλλον.
Τα δύο βιβλία της σειράς ακολουθούν την ίδια δομή. Χωρίζονται σε τέσσερα κεφάλαια που σχετίζονται με τον άνθρωπο, τον κόσμο, το έργο και την κληρονομιά. Τα πρώτα τους κεφάλαια ακολουθούν επίσης, μία ιδιαίτερη διαίρεση. Ενδεικτικά, στο πρώτο κεφάλαιο, το οποίο αναφέρεται στον άνθρωπο και άρα στη βιογραφία του μεγάλου λογοτέχνη, ακολουθείται ένας σχηματικός βιογραφικός χωρισμός που όμως αναλόγως με τα έτη και τον χωρισμό τους, αλλάζει ο τρόπος αφήγησης, το ύφος και ο χαρακτήρας του κειμένου. Η εναλλαγή από α’ πρόσωπη αφήγηση που υπάρχει στην πρώτη σελίδα και επομένως το ενδιαφέρον που δημιουργείται από τη ζωντάνια, την αμεσότητα, τη θεατρικότητα και την παραστατικότητα, αρχίζει να σβήνει όταν από τη δεύτερη κι όλας σελίδα την διαδέχεται μία ανιαρή γ’ πρόσωπη αφήγηση που σταδιακά αποστασιοποιείται από την παιδική ηλικία και φτάνει να αποφεύγει αυτήν την οικειότητα που κερδήθηκε στην πρώτη σελίδα. Μοιάζει σαν να τοποθετούνται οι μεγάλοι λογοτέχνες σε ένα βάθρο, όπου οι από κάτω τους θαυμάζουν και τους γνωρίζουν αποσπασματικά από τις πιο σημαντικές στιγμές τους. Φυσικά, το εγχείρημα που επέλεξαν να αναλάβουν οι δημιουργοί δεν είναι απλό. Η επιλογή και η καταγραφή των σημαντικότερων βιογραφικών (και όχι μόνο) στοιχείων, με σκοπό την ανάδειξη εμβληματικών μορφών των ελληνικών γραμμάτων, όπως ο Σεφέρης και ο Καβάφης, απευθυνόμενο σε κοινό μικρών ηλικιών, δεν είναι σε καμία περίπτωση μία εύκολη υπόθεση.
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να γίνει και δημιουργική. Στην παρούσα σειρά, από το κείμενο επιτυγχάνεται μία σχηματική και επιγραμματική αναφορά βιογραφικών στοιχείων και λογοτεχνικής θεωρίας. Οι νέοι/-ες αναγνώστες/-τριες έρχονται σε μία πρώτη επαφή με τις μεγάλες αυτές εμβληματικές μορφές. Η σειρά, δεν έχει σκοπό να εμβαθύνει στην τέχνη τους, αλλά να την καταστήσει γνωστή στο νεαρότερο κοινό αποσκοπώντας κυρίως να τους εξάψει το ενδιαφέρον, να ζωντανέψει τις μορφές μπροστά στα μάτια των μικρότερων αναγνωστών/-τριών, επικουρούμενη και από ζωντανές δράσεις – δραστηριότητες για παιδιά, που ήδη έχουν ξεκινήσει να υλοποιούνται από τις εκδόσεις. Σε κάποια σημεία, όμως, το κείμενο καταλήγει να είναι απολύτως στεγνό και αυστηρό.
Τα ελλείματα του κειμένου, όμως, ομαλοποιεί η τέχνη της Αγγελικής Μπόζου, η οποία εικονογραφεί καλαίσθητα και περίτεχνα τα βιβλία τις σειράς. Η τέχνη της δεν ακολουθεί αυστηρές γραμμές. Το σχέδιό της είναι παιχνιδιάρικο με λιτές γραμμές και συμπληρώνεται σε διάφορα σημεία από κύκλους χρωμάτων που θυμίζουν παλέτες ζωγραφικής που σε σειρά τοποθετούνται οι αποχρώσεις τους. Το πάντρεμα του λόγου και της εικόνας επιτυγχάνει τον σκοπό του.