
Η τέχνη του animation έχει κάνει άλματα την τελευταία δεκαετία. Οι Spider-verse ταινίες με τον πολύπλοκο τεχνικό και καλλιτεχνικό πειραματισμό τους αποτέλεσαν μία κορυφή για την εποχή τους και ταυτόχρονα μία νέα αφετηρία για το animation του 21ου αιώνα, ενώ σημαντική είναι και η συμβολή άλλων πρωτότυπων παραγωγών, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση του εξίσου πειραματικού Love, Death & Robots του Netflix. Παράλληλα με αυτόν τον δημιουργικό πειραματισμό στον χώρο του animation, μία απ’ τις δημοφιλέστερες σειρές του είδους των τελευταίων ετών δεν έχει ξεχωρίσει για τις τεχνικές της καινοτομίες αλλά για την σεναριακή και αφηγηματική της δύναμη. Ο λόγος για τις σειρές του Zerocalcare στο Netflix: το Tear Along the Dotted Line που έκανε την αρχή το 2021 και το This World Can’t Tear Me Down του 2023.
Το ελληνικό κοινό των κόμικς, βέβαια, ήταν υποψιασμένο το 2021, όταν είδε στην αρχική σελίδα του Netflix την γνωστή καρικατούρα – αυτοπροσωπογραφία του Zerocalcare. Τον Ιταλό δημιουργό μας είχε συστήσει μερικά χρόνια νωρίτερα, μέσα από τις σελίδες του, το περιοδικό Μπλε Κομήτης, στο οποίο είχαν δημοσιευτεί κεφάλαια από το «Kobane Calling». Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα έργα του Zerocalcare που δημιουργήθηκε με την μέθοδο της αυτοπρόσωπης παρουσίας του δημιουργού, προκειμένου να καταγράψει και να αφηγηθεί την σύγκρουση των Κούρδων της Ροζάβα με τις δυνάμεις του ISIS, ακολουθώντας την κληρονομιά του Joe Sacco, πρωτοπόρου στο είδος των δημοσιογραφικών κόμικς (Graphic Journalism ή Comics Journalism). Δυστυχώς, παρόλο που έχουν περάσει περισσότερα από πέντε χρόνια από τότε, το Kobane Calling δεν έχει κυκλοφορήσει μέχρι τώρα σε αυτοτελή έκδοση στα ελληνικά. Αντιθέτως, μεταφράστηκαν δύο λιγότερο γνωστοί τίτλοι του δημιουργού, το «Στον Μακαρίτη Αϊ-Βασίλη» από τις εκδόσεις Polaris και το «Το βάραθρο, η μαύρη τρύπα του νόμου 41bis» από το Ταμείο Αλληλεγγύης φυλακισμένων και διωκόμενων αγωνιστ(ρι)ών. Εν τω μεταξύ, όμως, μετά και την τεράστια επιτυχία των σειρών του στο Netflix, ο Zerocalcare έχει εξελιχθεί σε ένα καλλιτεχνικό (και εμπορικό) φαινόμενο των ευρωπαϊκών κόμικς. Μπαίνοντας σε ένα οποιοδήποτε κομιξάδικο στη Ρώμη, στη Νάπολη και σε άλλες πόλεις της Ιταλίας, απ’ τα πρώτα πράγματα που θα παρατηρήσει σίγουρα ο/η επισκέπτης/-τρια θα είναι ένα τεράστιο σταντ με τα κόμικς του Zerocalcare που κυκλοφορούν απ’ τις εκδόσεις Bao Publishing. Τον λατρεύουν πραγματικά!

Δεδομένων αυτών, αναμενόταν καιρό και στην Ελλάδα η κυκλοφορία του συνόλου των κόμικς του και φαίνεται ότι πλέον έφτασε ο καιρός και μάλιστα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Την έκδοση των έργων του ανέλαβε μία σύμπραξη δύο νεοσύστατων εκδοτικών οίκων, του Chaniartoon Press και της DocMZ Publishing, ξεκινώντας από το πρώτο ολοκληρωμένο κόμικ του, την Προφητεία του Αρμαντίλλο. Μολονότι αμφότερα είναι νέα εγχειρήματα, οι άνθρωποι που τα τρέχουν είναι έμπειροι και φανατικοί λάτρεις των κόμικς και γι’ αυτό προσέχουν την κάθε λεπτομέρεια της έκδοσης, σαν να φτιάχνουν κόμικς όχι με γνώμονα την έκδοση που θέλουν να πουλήσουν, αλλά αυτήν που θα ήθελαν να αγόραζαν οι ίδιοι! Από την στιγμή που πιάνεις την Προφητεία του Αρμαντίλλο στα χέρια σου το καταλαβαίνεις αυτό: η σκληρόδετη έκδοση με τις γυαλιστερές λεπτομέρειες στο εξώφυλλο που δίνουν μία σπάνια αίσθηση premium έκδοσης· η γραμματοσειρά που φτιάχτηκε αποκλειστικά για την έκδοση από τον Μάριο Ιωαννίδη, βασισμένη στον γραφικό χαρακτήρα του Zerocalcare· η συνδρομή του ελληνόφωνου Τζόναθαν Τσικαρέλι στη μετάφραση του Γιάννη Ιατρού, προκειμένου να αποδοθεί με ακρίβεια η ιδιαίτερη ρωμαϊκή αργκό του πρωτότυπου· η extra ιστορία «Εννιά Χρόνια» που κυκλοφόρησε στην ιταλική Artist Edition του έργου· τα συνοδευτικά κείμενα (η εισαγωγή, το χρονογράφημα, η εργοβιογραφία και η αποκλειστική συνέντευξη του δημιουργού). Τα πάντα μαρτυρούν ότι πρόκειται για μία έκδοση που σέβεται το αναγνωστικό της κοινό στον απόλυτο βαθμό, ανεβάζοντας τον πήχη για το σύνολο της εκδοτικής σκηνής, στην οποία δεν λείπουν οι τσαπατσουλιές, όχι τόσο από τις μικρότερες εκδοτικές, αλλά από τα μεγάλα brands που προσπαθούν να μειώσουν τα κόστη της έκδοσης εις βάρος των ίδιων των έργων τους.
Γιατί να διαβάσει, όμως, κανείς την Προφητεία του Αρμαντίλλο εάν έχει δει το Tear Along the Dotted Line στο Netflix; Η ερώτηση τίθεται πια αντανακλαστικά σε μία εποχή που κυριαρχεί η συνεχής ροή εικόνων -κυρίως από τα social media, στην πιο διασπαστική εκδοχή τους μάλιστα, δηλαδή του TikTok και των reels του Instagram- ενώ η ανάγνωση χάνει την πλευρά της απόλαυσης, ταυτιζόμενη κατά κανόνα με μία καταναγκαστική διαδικασία, μία υποχρέωση που επιβάλλει το τυποποιημένο και καθόλου θελκτικό εκπαιδευτικό σύστημα, όπως (κατ’ ουσίαν και όχι κατά λέξη) σχολίασε στην χθεσινή του χειμαρρώδη ομιλία στο φεστιβάλ ΛΕΑ, ο Πάκο Ιγκνάσιο Τάιμπο ΙΙ. Παλαιότερα ίσως θα απαντούσαμε «γιατί το βιβλίο είναι πάντα καλύτερο από την ταινία». Όμως, αφενός αυτό το αξίωμα πλέον δεν επιβεβαιώνεται πάντοτε και αφετέρου στη συγκεκριμένη περίπτωση τα πράγματα είναι αρκετά πιο περίπλοκα, καθώς ο Zerocalcare κράτησε για τον εαυτό του τον γενικό καλλιτεχνικό έλεγχο της σειράς του Netflix, με αποτέλεσμα να μας δώσει τελικά μία πολύ διαφορετική εμπειρία στη σειρά σε σχέση με το κόμικ του. Η φόρμα των κόμικς είναι τελείως διαφορετική από εκείνη του animation και αυτό το γνώριζε ο ίδιος πολύ καλά, με αποτέλεσμα να επιλέξει να αφηγηθεί τον πυρήνα της ιστορίας του με διαφορετικά μέσα. Ένα σημαντικό στοιχείο, μάλιστα, που ξεχωρίζει μεταξύ κόμικ και σειράς είναι ο ρυθμός της αφήγησης: στην σειρά ο ρυθμός της σκέψης του πρωταγωνιστή ξετυλίγεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς, με στόχο να αποτυπωθεί η διαρκής νευρωτική διαταραχή του μέσω της ανεξέλεγκτης διαδοχής των σκέψεων και των εικόνων· η απόδοση της ίδιας συναισθηματικής και ψυχολογικής κατάστασης αποδίδεται στο κόμικ με διαφορετικά μέσα, με ανάλογους συνειρμούς, αλλά πιο χαμηλό τέμπο.

Ίσως πιο ενδιαφέρον είναι το ερώτημα γιατί μας ενδιαφέρει τόσο έντονα η ιστορία ενός κομίστα στη Ρεμπίμπια, ενός προαστίου της Ρώμης περισσότερο γνωστού για την μεγάλη φυλακή της (Carcere di Rebibbia); Το ερώτημα αυτό απαντάει ο ίδιος ο δημιουργός σε ένα απόσπασμα της συνέντευξης που περιλαμβάνει η έκδοση, ως εξής: «ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής για να καταφέρεις να συντονιστείς με αυτό που διηγούμαι είναι να βιώνεις το ίδιο αίσθημα ανεπάρκειας, ίσως ανασφάλειας ή και ευθραυστότητας, που στην πραγματικότητα δεν έχει ηλικιακούς ή γεωγραφικούς περιορισμούς. Αν το ‘χεις μέσα σου, είναι κάτι που σου επιτρέπει να αναγνωρίσεις την παράνοια που βιώνει ο χαρακτήρας μου». Αυτή την συναισθηματική ταύτιση βιώνει η γενιά μας, η οποία δεν έχει μονάχα κοινό ταμπεραμέντο, λόγω γεωγραφικής εγγύτητας ή παρόμοιες πολιτισμικές αναφορές, λόγω παγκοσμιοποίησης, αλλά κυρίως το κοινό βίωμα της οικονομικής κρίσης που καταδίκασε την νεολαία στη μόνιμη εργασιακή επισφάλεια που προκάλεσε ένα αθεράπευτο αίσθημα ανασφάλειας, ένα συναισθηματικό αδιέξοδο. Το περιγράφει εξαιρετικά ο πρωταγωνιστής του κόμικ: «Αυτή η αίσθηση ότι είσαι πάντα δεμένος σε στύλο, ότι γυρνάς σε κύκλο ενώ όλοι οι άλλοι προχωράνε μπροστά, ότι δεν έχεις κάνει ούτε ένα μέτρο από τότε που βγήκε από το σχολείο επτά χρόνια πριν». Λόγω αυτού η αυτοβιογραφική αφήγηση μετατρέπεται σε συγγενές βίωμα και οι χαρακτήρες της ιστορίας, μας θυμίζουν τους δικούς μας φίλους, τις δικές μας συμμαθήτριες, τους ναζί στις δικές μας κακόφημες γειτονιές και τους γιάπηδες των δικών μας τάξεων. Τελικά και ο ίδιος ο Zerocalcare από το παγκόσμιο φαινόμενο των κόμικς που είναι στην πραγματικότητα, φαντάζει στα μάτια μας σαν μία οικεία φιγούρα που ίσως και να «έχουμε σταθεί πλάι πλάι σε κάποια πορεία ή έχουμε χορέψει μαζί πόγκο σε μία κατάληψη στην Αθήνα, ακούγοντας μία πανάγνωστη DIY μπάντα που παίζει κραστ πανκ», όπως γλαφυρά γράφει στον πρόλογό του ο Γιώργος Τσαγκόζης.
