Το Dark Ages της Μarvel (πρόσφατα στα ελληνικά από τις εκδόσεις Anubis, σε μια πολύ ενδιαφέρουσα μετάφραση του Xρήστου Κανελλόπουλου) αποτελεί ένα από τα πιο ενδιαφέροντα limited series της εταιρείας, κυρίως για την κεντρική του ιδέα και όχι τόσο για την υπερηρωική δράση, η οποία προφανώς είναι άφθονη.
Στο graphic novel ο ηλεκτρισμός και όλα τα συστήματα που αυτός στηρίζει εξαφανίζεται και έτσι η ανθρωπότητα γυρίζει πίσω, παραγωγικά, στον Μεσαίωνα. Και ενώ αυτό θα μπορούσε να είναι η αρχή για μια Mad Max ιστορία (κάτι που και ο ίδιος ο σεναριογράφος Tom Taylor άλλωστε παραδέχεται), το συμπέρασμα στο οποίο πολύ γρήγορα καταλήγουν οι αλλησπαρασσόμενες για πόρους δυνάμεις είναι πως, τελικά, αυτό δε χρειάζεται. Πως υπάρχει ένας καλύτερος τρόπος.
Πολύ γρήγορα ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός, η κοινωνική εξαθλίωση που αυτός επιβάλει σε όσους δεν κρίνονται χρήσιμοι και η αλλοτρίωση που επιφυλάσσει σε όσους είναι «τυχεροί» που έχουν δουλειά, αναγνωρίζονται ως αυτό που είναι: προβλήματα ενός πολιτισμού ο οποίος όχι μόνο είχε φτάσει πολύ πέραν του ορίου ζωής του, αλλά και το κουφάρι του μόλυνε το ίδιο το παρόν και το μέλλον του ίδιου του κόσμου που κατοικούμε. Είναι, όπως βλέπουμε καθημερινά, ένας τρόπος παραγωγής, ζωής και σκέψης, που όχι μόνο δε χρειάζεται, αλλά και δεν πρέπει να διασωθεί.
Μπορεί η έλλειψη τεχνολογίας να γυρίζει τον κόσμο στον Μεσαίωνα, αλλά αυτό συμβαίνει μόνο σε παραγωγικό επίπεδο, κάτι το οποίο, χάρη στο θαύμα των υπερδυνάμεων αλλά, κυρίως, της ευρείας κοινωνικής συνεργασίας, ξεπερνιέται. Αντί για έναν πολιτισμό που βλέπει απέραντη ανάπτυξη σε έναν πεπερασμένο κόσμο, υπάρχει ένας πολιτισμός συνεργασίας, αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης, όπου ο καθένας λειτουργεί ανάλογα με τις ικανότητες του και προσφέρει στους άλλους ανάλογα με τις ανάγκες τους.
Είναι επίσης πολύ ενδιαφέρον το πως ο Taylor μετατοπίζει το κέντρο βάρους της γεωπολιτικής εξουσίας, με την Αφρική (ελέω Wakanda) να είναι το λίκνο του νέου κόσμου και της Ευρώπη να μαστίζεται από τυράννους και εμφυλίους, από τους οποίους εκατομμύρια πρόσφυγες αναζητούν λύτρωση πέρα από τη θάλασσα.
Οι κίνδυνοι ενός τέτοιου κόσμου είναι κυρίως τα απομεινάρια του παλιού: ιδεοληψίες και δεισιδαιμονίες περασμένων καιρών (εδώ αυτά συμβολοποιούνται στα πλάσματα της νύχτας που επιτίθενται ανά καιρούς στα κέντρα) αλλά και ο εκάστοτε supervillain που ελπίζει να αποκτήσει απεριόριστη δύναμη, ακόμα και αν αυτό σημαίνει τη θυσία όλων των άλλων.
Βέβαια τόσο το σύντομο μέγεθος της σειράς όσο και οι εγγενείς αδυναμίες του υπερηρωικού είδους, το οποίο όσο καλές προθέσεις και αν έχει δεν μπορεί να ξεφύγει από τον αμερικανότροπο ατομοκεντρισμό του αδυνατίζουν κάπως την κεντρική ιδέα. Έτσι η αλλαγή φαίνεται ικανή μόνο μέσω της ανάθεσης στους υπερήρωες, ενώ η ίδια η κοινωνική δομή του νέου κόσμου, ενώ προσφέρει πολλές ατρόπους, τελικά γρήγορα εγκαταλείπεται για μια πιο παραδοσιακή ιστορία με μπόλικη υπερβία.
Πέρα από κάποια προβλήματα ρυθμού, ο Taylor καταφέρνει να ισορροπήσει αρκετά καλά τους (πολλούς) διάσημους ήρωες τους οποίους μεταχειρίζεται, τουλάχιστον όσους… επιβιώνουν! Ο θάνατος αγαπημένων ηρώων είναι ένα από τα εργαλεία που χρησιμοποιεί ο δημιουργός για να δείξει τις μετακινήσεις δύναμης στον νέο κόσμο και δεν προσφέρει απλά ένα κενό shock value. Η ίδια η μετάφραση του Κανελλόπουλου επιτρέπει σε αυτές τις συνθήκες να ακμάσουν, χωρίς να υπάρχουν στη γλώσσα αγγλισμοί και διάφοροι άλλοι περισπασμοί.
Ταυτόχρονα, το σχέδιο του Iban Coello είναι επίσης ένα από τα (πολύ) δυνατά χαρτιά του τόμου. Στιβαρό, σκοτεινό, βίαιο αλλά και εύπλαστο, καταφέρνει να αποτυπώσει ακριβώς τις συνθήκες τόσο του θανάτου του παλιού όσο και την ελπίδα του νέου.
Επιλογικά, το Dark Ages αποτελεί μια τρομερά ενδιαφέρουσα ιστορία και είναι σίγουρο ότι δε θα απογοητεύσει τους λάτρεις της Marvel, αλλά και όσους θέλουν να δουν τον κόσμο που τους καταπιέζει να καταρρέει και να δίνει τη θέση του σε κάτι καλύτερο!