Οι Luther Blisset, μετονομαζόμενοι σε Wu Ming (Χωρίς Όνομα), είναι μια συγγραφική κολλεκτίβα από την Ιταλία, που ξεκίνησαν ως σαμποτέρ των ΜΜΕ, διασπείροντας ψευδείς ειδήσεις, φάρσες που παρέσυραν με την αληθοφάνεια τους ακόμα και έγκυρες εφημερίδες και περιοδικά, δημιουργώντας μια κατάσταση, όπως αυτή του δικού μας “κουλουριού” πριν μερικά χρόνια, αλλά σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, αφού οι Luther Blisset προχώρησαν τη δράση τους με πράξεις ακτιβισμού, πλούσια αρθρογραφία και συγγραφή/ έκδοση βιβλίων. Ακόμα και το όνομά τους, άλλωστε, το αντλούν από το όνομα ενός αληθινού προσώπου, ήτοι του ποδοσφαιριστή της Μίλαν, Luther Blisset, κάτω από το οποίο θα συσπειρωθούν έκτοτε πλήθος καλλιτεχνών, που επιθυμούν όχι μόνο την ανωνυμία τους, αλλά και τη συμμετοχή τους στη πολιτιστική πρωτοπορία, που η εν λόγω συγγραφική κολλεκτίβα εκκίνησε. Μέχρι σήμερα, δε, παραμένει άγνωστη η ακριβής ταυτότητα των προσώπων, που βρίσκονται πίσω από τους Wu Ming, ενώ από τη δράση και το είδος των βιβλίων που γράφουν γίνεται αντιληπτή η ράντικαλ, αριστερόστροφη, πολιτική τους τοποθέτηση. Στην Ελλάδα, τα δύο βιβλία τους, ΠΡΟΛΕΤΚΟΥΛΤ και Εκκλησιαστής, κυκλοφορούν -τι πιο ταιριαστό- από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων, σε μετάφραση Άννας Γρίβα.
Ενώ, λοιπόν, το ΠΡΟΛΕΤΚΟΥΛΤ προσεγγίζει το επονομαζόμενο, σοβιετικό, καλλιτεχνικό ρεύμα, εξοικειώνοντας τον αναγνώστη με τις βασικές αρχές του, αλλά δίνοντας και νέα πνοή στον Κόκκινο Πλανήτη του Αλεξάντρ Μπογκντάνοφ, ενός από τους κύριους εκφραστές της προλετκούλτ, ο Εκκλησιαστής φωτίζει το λεγόμενο Πόλεμο των Χωρικών. Πρόκειται για την κοινωνική εξέγερση των αγροτών, αλλά και πολλών εργατών ορυχείων της Γερμανίας ενάντια στους γαιοκτήμονες, τους αριστοκράτες και την Καθολική εκκλησία κατά τον 16ο αιώνα, πυροδοτούμενοι από τις προτεσταντικές αρχές και τη δυνατότητα που έδωσε η Τυπογραφία να έχει πρόσβαση στις Γραφές ο λαός, ερμηνεύοντάς τες με διαφορετικό τρόπο από τον κατεστημένο. Έτσι, στο αντίπαλο δέος του συστημικού Λούθηρου, έρχεται ο Τόμας Μύντσερ, πρωτεργάτης της εξέγερσης, με το σύνθημα “Δεν εξεγείρονται οι χωρικοί, αλλά ο Θεός. Η εξουσία θα δοθεί στους φτωχούς”.
Τον Μάιο του 1525, οι χωρικοί ηττούνται από μισθοφόρους στρατιώτες των φεουδαρχών στην πόλη Φρανκενχάουζεν, όπου και πέθανε στα χέρια των εχθρών τους, το σύμβολο του αγώνα τους, Τόμας Μύντσερ. Παρά, ωστόσο, το πλήγμα αυτό, εκείνοι συνέχισαν, υπογείως και με το ηθικό τους φανερά πεσμένο, την εξέγερσή τους, κάτι που οδήγησε στην κατάληψη της πόλης του Μύνστερ το 1533 και σε νέες αιματοχυσίες. Επικεφαλής στη νέα αυτή απόπειρα για κοινωνική δικαιοσύνη είναι, δε, η κομμούνα των Αναβαπτιστών, αιρετικών χριστιανών, υποστηρικτικών της Μυντσεριανής ανάγνωσης των ιερών κειμένων, που αποτελούσαν τους ριζοσπάστες μεταρρυθμιστές της εποχής. Ο αφηγητής του Εκκλησιαστή, πρωτοπαλίκαρο του Μύντσερ, ζει όλες αυτές τις ιστορικές στιγμές και ζει και μετά από αυτές, αλλάζοντας ονόματα, αλλά και ιδιότητες συνεχώς. Έτσι, ο αναγνώστης ακολουθεί τον Γκούσταβ, τον Γκερτ, τον Τισιάνο, ο οποίος αλλάζοντας συνεχώς γνώμη ως προς τα γεγονότα, σαν δρων υποκείμενο της εποχής του, αλλά και στάση, άλλοτε συσπειρώνεται με παλιούς συντρόφους κι άλλοτε απογοητεύεται, αλλάζει χώρες, ζωές, ηθική.
Δίπλα του, τις κινήσεις και την πορεία του κινήματος παρακολουθεί το “καρφί” της Ιεράς Εξέτασης, ένα μυστηριώδες πρόσωπο, που είναι, ωστόσο, πανταχού παρόν, ενημερώνοντας για τις εξελίξεις τον καρδινάλιο Καράφα, έναν αδίστακτο και σκληρό Ιεροεξεταστή, υπογράφοντας ως “Εκκλησιαστής”. Η αποκάλυψη της ταυτότητας του, δε, στο τέλος του βιβλίου και η συνάντησή του με τον αφηγητή, αφήνει τον αναγνώστη με το στόμα ανοιχτό, αφού οι Luther Blissett, ρίχνοντας φως στην σκοτεινή εποχή της Ιεράς Εξέτασης και των μεγάλων κοινωνικών αναταραχών του 16ου αιώνα, συνθέτουν μια αλληγορία για την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, με σαφείς αναφορές στο σήμερα. Οι ήρωες, άλλωστε, του βιβλίου, όσο μεσαιωνικοί κι αν προβάλουν έχουν κάτι το τόσο σύγχρονο, που δεν μπορεί παρά να κινητοποιήσει και να συγκινήσει τον αναγνώστη.
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι στην ανάγνωση του Εκκλησιαστή μπορούμε να βρούμε μια περιεκτική ανάλυση όχι μόνο των συγκρουόμενων συμφερόντων των τάξεων που κινητοποιήθηκαν στον Πόλεμο των χωρικών, αλλά και των διαστρωματώσεων στο εσωτερικό κάθε τάξης, η οποία πρόβαλε τα αιτήματα και τις διεκδικήσεις της, εν όψει του παρηκμασμένου φεουδαρχικού συστήματος, στρώνοντας το έδαφος για την Γαλλική Επανάσταση, δύο αιώνες αργότερα! Αυτού του είδους την διαλεκτική αντιπαράθεση μεταξύ των αναδυόμενων τάξεων, οι συγγραφείς καταφέρνουν να αποτυπώσουν και μέσω της εναλλασσόμενης αφήγησης του κεντρικού ήρωα και του “ρουφιάνου” της Ιεράς Εξέτασης, κάτι που όχι μόνο κρατά το ενδιαφέρον, αλλά αποκρυσταλλώνει και την αντιπαράθεση μεταξύ των διαφορετικών συμφερόντων κατά τρόπο επιτυχή.
Ως εκ τούτου, ο Εκκλησιαστής είναι ένα βιβλίο πλούσιο σε ανατροπές, λεπτομερείς και ακριβείς πολιτικές και ιστορικές αναφορές, ίντριγκα και διαπλοκή, αλλά και λογοτεχνική υφή, που σκιαγραφεί μυθοπλαστικά την ιστορική εξέλιξη της θρησκευτικής μεταρρύθμισης, τις θέσεις των διάφορων ομάδων που συμμετείχαν σε αυτή, καθώς και τις θρησκευτικές και πολιτικές θεωρίες που οι ομάδες αυτές πρέσβευαν, κάνοντας τον αναγνώστη να αναρωτιέται: αν επικρατούσε ο Μύντσερ και οι οπαδοί του, μήπως η θρησκεία δεν θα ήταν το όπιο, αλλά το βάλσαμο του λαού; Πράγματι, οι “αιρέσεις” της θρησκευτικής μεταρρύθμισης δεν θυμίζουν στον κόσμο του Εκκλησιαστή, παρά πολιτικές παρατάξεις, τις οποίες επέβαλαν οι τότε ιστορικές συνθήκες διαβίωσης. Η ανάδειξη της άποψης αυτής , δε, είναι που κάνει τον Εκκλησιαστή ένα πολύτιμο βιβλίο, που τοποθετείται επάξια κοντά σε αυτά των Engels, Vuillard και του δικού μας Νίκου Φούφα, συμπληρώνοντας το κενό της παγκόσμιας βιβλιογραφίας ως προς την ιστορική αυτή εποχή και τους πρωταγωνιστές της.