Μπορεί να φθινοπώριασε, όμως οι καλοκαιρινοί έρωτες είναι κάτι που θα μας συντροφεύει ολόκληρο το χρόνο μέχρι το επόμενο καλοκαίρι και τις περιπέτειες που εκείνο μας επιφυλάσσει. Το ίδιο συμβαίνει και με το κόμικ του Σταύρου Κιουτσιούκη που κυκλοφόρησε μέσα στον Ιούνιο από τις εκδόσεις Ένατη διάσταση για να μας αφηγηθεί έναν τέτοιο έρωτα, εφήμερο και απροσδόκητο, μα παράλληλα κλασσικά εικονογραφημένο! Στην περίπτωση, μάλιστα, του Φέτος Θα Πάω Διακοπές αυτό ισχύει κυριολεκτικά, αφού μέσα από τα στριπάκια του αγαπημένου κομίστα ο αναγνώστης θα βιώσει όλη τη δροσιά και ταυτόχρονα την έξαψη ενός τέτοιου έρωτα δια του …..τρία!
Ειδικότερα, η πλοκή της ιστορίας ακολουθεί ένα νεαρό κομίστα, που μάταια ψάχνει την έμπνευση στα στέκια της πόλης του και αποφασίζει να πάει σε ένα απομακρυσμένο νησί, προκειμένου να εμπνευστεί τη νέα του ιστορία και τα καινούρια του στριπάκια, μακρυά από αντιπερισπασμούς γένους θηλυκού. Ωστόσο, σύντομα τα σχέδια του ανατρέπονται όταν στο νησί καταφτάνει εν όψει του πρόωρου θανάτου της σπιτονοικοκυράς του η νεαρή εγγονή της, Κλαίρη και η μόλις 18 χρονών κόρη του βαρκάρη που πηγαινοφέρνει ανθρώπους και προμήθειες στο νησί, Βιολέτα. Η σύσταση αυτού του απρόσμενου, πέρα από κάθε φαντασία του ήρωα, τρίου θα ταράξει τα νερά της φαντασίας του και κυρίως θα τον κάνει να ζήσει ένα “καυτό” καλοκαίρι, γεμάτο ξεγνοιασιά, γυμνές βουτιές στη θάλασσα, πονηρά αγγίγματα, υπονοούμενα και φυσικά την ένταση και το φούντωμα που προσφέρει ένας έρωτας ελεύθερος, μακρυά από κοινωνικές νόρμες και αδιάκριτα βλέμματα.
Πράγματι, το κόμικ Φέτος Θα Πάω Διακοπές συνδυάζει όλα εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν την ταυτότητα του Σταύρου Κιουτσιούκη, όπως τον έχουμε γνωρίσει από τα προηγούμενα κόμικ του, μα και τα στριπ που απλόχερα χαρίζει στο κοινό του μέσα από αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάνοντας τον γνωστό για τον ιδιαίτερο τρόπο που αντιλαμβάνεται τον έρωτα και τον ερωτισμό εν γένει. Αυτοβιογραφικά στοιχεία, ένας ήρωας που κάπως του μοιάζει (ε, ναι!), το άξαφνο πάντρεμα της αθωότητας και της γλυκύτητας με την ερωτική ορμή και τον ερωτικό λόγο, η ρομαντικοποίηση της καθημερινότητας, η αισθαντικότητα του οικείου, η ομορφιά της ελευθεριότητας και η ανεπιφύλακτη “φιλογύνικη” προσέγγιση της τσόντας (ε, ναι!) είναι μόνο μερικά από αυτά. Παράλληλα, η χρήση από τον δημιουργό δομικών κλισέ για την ιστορία του καθιστούν το κόμικ του ευκολοδιάβαστο και συνδεόμενο με την pop παράδοση γύρω από τη θεματική του, δηλαδή την μοναδικότητα και το νοσταλγικό χαρακτήρα ενός καλοκαιρινού έρωτα, όπως αυτόν που βιώνει ο ήρωας με τα δύο κορίτσια.
Αυτό που προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε ένα ανάγνωσμα τόσο ελαφρύ όπως το κόμικ Φέτος Θα Πάω Διακοπές είναι ο τρόπος με τον οποίο ο κομίστας “χτίζει” την ιστορία του και τον ερωτισμό γύρω από αυτή. Πραγματικά, από τις πρώτες κιόλας σελίδες καταφέρνει να δημιουργήσει όλη εκείνη την ατμόσφαιρα ηλεκτρισμού που υπάρχει μεταξύ ανθρώπων που επιθυμούν ο ένας τον άλλον, ενώ στο μεγαλύτερο μέρος χειρίζεται με εγκράτεια τις ιδιαίτερες στιγμές μεταξύ των ηρώων, προκειμένου να προετοιμάσει τον αναγνώστη κατάλληλα για την κορύφωση του φινάλε. Γιατί, αγαπητέ αναγνώστη, το κόμικ αυτό δεν θα ήταν η τσόντα που είναι χωρίς την αναγκαία κορύφωση στο τέλος, ενώ όπως είναι γνωστό η σωστή προετοιμασία κρίνεται απαραίτητη στις ερωτικές περιπτύξεις αυτού του είδους! Επιπλέον, το σχέδιο του χαρακτηρίζεται από απλές, σχεδιασμένες πιθανότατα στο χέρι γραμμές -προσωπικά αυτό πιστεύω ότι είναι και το μυστικό της επιτυχίας του Κιουτσιούκη, που του επιτρέπει να αγγίζει με τόσο γλυκό τρόπο τις καρδιές των αναγνωστών του -, που παραπέμπουν στα ευρωπαϊκά πρότυπα ή τη τεχνοτροπία του ιστορικού χιουμοριστικού περιοδικού Mad. Το κόμικ αυτό, άλλωστε, όπως ακριβώς και τα περισσότερα του κομίστα χαρακτηρίζονται από το χιουμοριστικό χαρακτήρα τους και την έξυπνη δόμηση του λόγου.
Καταληκτικά, πρόκειται για ένα εξαιρετικά δροσερό, ευκολοδιάβαστο και συναισθηματικό κόμικ, εμπνευσμένο από το καλοκαίρι στην Ελλάδα και την παντοδυναμία του ερωτικού βιώματος, αφού στον κόσμο του Κιουτσιούκη ο έρωτας μπορεί να μην είναι αιώνιος, είναι ωστόσο πάντα παρών. Την ίδια στιγμή η νοσταλγική του διάθεση στο τέλος προκαλεί ένα γλυκόπικρο συναίσθημα, όμοιο με αυτό που όλοι έχουμε ζήσει κάποια στιγμή ή έχουμε νιώσει βλέποντας κάποια ταινία του Godard ή του Woody Allen ή ακούγοντας κάποιον δίσκο των Beatles. Πολύ περισσότερο, η επιτυχία του έγκειται στη γεφύρωση μεταξύ του ρομαντισμού και του ερωτισμού, κάτι που συνιστά τελικά την μαγεία και την καινοτομία του ίδιου του δημιουργού!