Τα διηγήματα του Guy de Maupassant που περιλαμβάνονται στη συλλογή «Η Νεκρή και άλλες Ιστορίες» σίγουρα αξίζουν την προσοχή μας. Ανατριχιαστικές, ατμοσφαιρικές, σκοτεινές, οι ιστορίες που περιλαμβάνονται στη νέα έκδοση της Ars Nocturna θες δεν θες σε αναγκάζουν να τις διαβάσεις μονορούφι.
Αρχικά όσον αφορά τον Guy de Maupassant, για όσους δεν έχουν ξαναδιαβάσει έργα του, πρόκειται για έναν απ’ τους πιο κλασσικούς γάλλους διηγηματογράφους των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα. Μαθητής του Φλωμπέρ, νατουραλιστής και με έντονη προσωπική ζωή ο Guy de Maupassant γρήγορα έγινε επιτυχημένος συγγραφέας και παράτησε τη, μέχρι τότε, πολιτική ζωή στο Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης και αφοσιώθηκε στο συγγραφικό του έργο. Το αποτέλεσμα ήταν η συγγραφή περίπου 300 διηγημάτων και 6 μυθιστορημάτων, μεταξύ των οποίων η «Χοντρομπαλού» που τον έκανε γνωστό και ο «Φιλαράκος» που θεωρείται το αριστούργημά του. Παρά το μεγάλο και κλασσικό πιο συγγραφικό του έργο ο Guy de Maupassant πέθανε πολύ νέος το 1893, μόλις στα 43 του χρόνια, αφού το 1892 είχε βυθιστεί σε μια μοιραία ψυχική ασθένεια, η οποία τον οδήγησε πρώτα στο ψυχιατρείο και από εκεί στο θάνατο.
Η συγγραφή του Guy de Maupassant ξεχωρίζει, καθώς στις ιστορίες του επιλέγει να αναδείξει την απλή καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Στα έξι διηγήματα που είναι συγκεντρωμένα στην «Νεκρή και άλλες ιστορίες» αυτή η καθημερινότητα της αγροτικής δουλειάς, της βόλτας με το άλογο ή της θεραπείας στα λουτρά, συνδυάζεται με τα μοτίβα του θανάτου, της γυναίκας και του υπερφυσικού, τα οποία εμφανίζονται με διαφορετικό τρόπο σε κάθε μία από τις ιστορίες. Η Αγγέλα Γαβρίλη στην εισαγωγή περιγράφει ως κοινή θεματική «τη νεκρή γυναίκα: τη γυναίκα στο κατώφλι του θανάτου, αλλά και τη γυναίκα πέρα από αυτό το κατώφλι». Η «νεκρή γυναίκα» άλλες φορές είναι νέα, κόρη ή ερωμένη, άλλες είναι γριά, ενώ άλλες φορές η μορφή της αφήνεται στη φαντασία μας. Από την άλλη η εμφάνισή της συνήθως έχει διπλή εξήγηση. Ο συγγραφέας αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο του υπερφυσικού, ενώ παράλληλα δίνει και μια λογική εξήγηση, αλλά η τελική επιλογή γίνεται ξεχωριστά απ’ τον κάθε αναγνώστη.
Ο θάνατος ήταν ένας απ’ τους μεγάλους φόβους του Guy de Maupassant και αυτό κάνει ακόμα πιο ρεαλιστικά τα συναισθήματα που καλλιεργούν οι ιστορίες του. Μέσα απ’ το σημειωματάριο ενός απ’ τους πρωταγωνιστές των διηγημάτων ίσως να ακούμε τις σκέψεις του ίδιου του συγγραφέα, που λέει τα εξής:
«Το φιλί έχει δική του ζωή, είναι αθάνατο· πηγαίνει από χείλη σε χείλη, από αιώνα σε αιώνα, από εποχή σε εποχή. Οι άνθρωποι όμως δέχονται φιλιά, δίνουν φιλιά και μετά πεθαίνουν. Το παρελθόν με έλκει, αλλά το παρόν με φοβίζει, γιατί το μέλλον είναι ο θάνατος. Θλίβομαι για όλα όσα πέρασαν πια, θρηνώ για όλους αυτούς που έζησαν κάποτε, θα ήθελα να σταματήσω το χρόνο, να σταματήσω τις ώρες. Αλλά αυτές φεύγουν· φεύγουν, περνούν και παίρνουν, λεπτό το λεπτό, λίγο από μένα για να με παραδώσουν τελικά στην ανυπαρξία του αύριο. Και δεν θα ξαναζήσω ποτέ».
Σε κάθε διήγημα ο συγγραφέας καταφέρνει να κλιμακώνει την αγωνία χτίζοντας μια επιβλητική σκοτεινή ατμόσφαιρα, σε εντελώς διαφορετικά περιβάλλοντα με ιδιαίτερες κάθε φορά συνθήκες. Κάθε ιστορία βρίσκει την κορύφωσή της σε ένα καλοσχεδιασμένα ανατριχιαστικό περιβάλλον, το οποίο μπορεί να είναι ένα δωμάτιο που έμεινε σκοτεινό, γιατί δεν άνοιγαν τα παραθυρόφυλλα ή η εξώπορτα ενός παλατιού η οποία χτυπάει το βράδυ μιας κηδείας. Ο Guy de Maupassant με δεξιοτεχνία χτίζει με πλήρη λεπτομέρεια το παρασκήνιο, στο οποίο θα εκτυλιχθεί η ιστορία. Έτσι βλέπουμε μια χαλαρή βαρκάδα σε ένα ποταμό να μετατρέπεται σε εφιάλτη:
«Το ποτάμι ήταν εντελώς ήρεμο, αλλά αισθάθηκα να με επηρεάζει η ασυνήθιστη ησυχία που με περικύκλωνε. […] Ξαφνικά, ένας βάτραχος κόαξε στα δεξιά μου, αρκετά κοντά μου. Ανατρίχιασα. Σταμάτησε και δεν άκουγα τίποτα πια […] Άρχισα να τραγουδώ. Αλλά και ο ήχος της φωνής μου με έκανε να αισθάνομαι δυσάρεστα. Έτσι έμεινα ακίνητος, αλλά εκείνη τη στιγμή και οι μικρές μετακινήσεις της βάρκας με ενοχλούσαν. Μου φαινόταν ότι κλυδωνιζόταν και έκανε ελιγμούς από τη μία όχθη του ποταμού στην άλλη. Έπειτα νόμιζα ότι μια αόρατη δύναμη ή κάποιο πλάσμα σήκωνε τη βάρκα απαλά πάνω από την επιφάνεια του νερού και έπειτα την άφηνε να πέσει ξανά. Τιναζόμουν λες και βρισκόμουν σε θαλασσοταραχή».
Τέλος αξίζει να αναφερθεί η εξαιρετική δουλειά της Αγγέλας Γαβρίλη, η οποία μας προσέφερε μια καλοδουλεμένη μετάφραση που δεν χάνει στιγμή απ’ τον καθηλωτικό συγγραφικό λόγο του Guy de Maupassant, του οποίου οι μικρές προτάσεις και η κοφτοί διάλογοι συμβάλλουν καθοριστικά στην επιβλητική ατμόσφαιρα των διηγημάτων. Επιπλέον η Αγγέλα Γαβρίλη με την εισαγωγή της μας προσφέρει κάποια απαραίτητα εργαλεία για να απολαύσουμε στο μέγιστο βαθμό στη συνέχεια τα διηγήματα της συλλογής, ενώ οι επεξηγηματικές σημειώσεις της, εξίσου, είναι αποτέλεσμα προσεκτικής έρευνας, που μας βοηθούν σε μεγάλο βαθμό στην κατανόηση λεπτομερειών για την εποχή στην οποία διαδραματίζεται η κάθε ιστορία.
Συμπερασματικά, η συλλογή διηγημάτων «Η Νεκρή και άλλες ιστορίες» είναι άλλη μια εξαιρετική πρόταση των εκδόσεων Ars Nocturna, από τη σειρά τα Μικρά Γοτθικά. Τα μικρά διηγήματα αυτού του βιβλίου τρόμου – τσέπης σε αναγκάζουν να τα διαβάσεις απ’ την αρχή μέχρι το τέλος χωρίς σταματημό.