Μετά από το Οι Νύφες του Δράκουλα: Νουρ που είχαμε δει τον Απρίλιο, οι δημιουργοί Αβράαμ Κάουα και Γιάννης Ρουμπούλιας επιστρέφουν στον μύθο του Δράκουλα ή, καλύτερα, στις δευτεραγωνίστριες του, δίνοντας επιτέλους τον χώρο που τους αξίζει. Η επιστροφή των νυφών, με την αφήγηση της ιστορίας της Σντένκα, (από τις εκδόσεις Jemma Press) βρίσκει το δίδυμο αποφασισμένο να δοκιμάσει νέες ατραπούς έκφρασης προκειμένου να πει τις άγνωστες ιστορίες των γυναικών που συντρόφευσαν τον Δράκουλα και τελικά προδόθηκαν από αυτό.
Έτσι, μεταχειριζόμενοι ένα πολύ πιο γρήγορο, ανελέητο σχέδιο, μια ατμόσφαιρα έντασης, γεμάτη δράση, μακριά από τις συνωμοσίες και το μυστήριο του ανατολίτικου πρώτου μέρους, η ιστορία της Σντένκα μπορεί να είναι πιο σύντομη, είναι όμως πιο φρενιασμένη.
Βασισμένη, χαλαρά στο διήγημα “Τhe Family of Vourdalak” του Aleksey Konstantinovich Tolstoy, στον οποίο και αφιερώνεται το τεύχος, η ιστορία της δεύτερης νύφης είναι ένα καθαρόαιμο action/horror comic. Ο Κάουα, μεταχειριζόμενος όχι τον μύθο του γόη Δράκουλα (τουλάχιστον όχι ως βάση) , αλλά τον λαϊκό μύθο των Βούρνταλακ μας δίνει το παρόν, το κρίσιμο αλλά και το απώτερο παρελθόν της ηρωίδας. Μεγαλωμένη στα κρύα και αφιλόξενα βουνά της Σερβίας η Σντένκα παρουσιάζεται ως η πιο άγρια από τις νύφες. Βλέπουμε με διαφορετικούς τρόπους, που περιλαμβάνουν αναχρονισμούς, εγκιβωτισμένες αφηγήσεις και συνερμική στοίχιση που συνδυάζει παρόν και παρελθόν(τα), όμοια με μοντάζ, ακόμα και στο ίδιο πάνελ, την εξέλιξη του χαρακτήρα της. Από ρομαντική νέα που ελπίζει σε μια αστική αποκατάσταση, μακριά από την έννοια του ορίου στα απομονωμένα βουνά σε μια άγρια πολεμίστρια κυνηγημένη από την ίδια της την οικογένεια και από εκεί σε μια αιμοδιψή βρυκόλακα που τελικά προδίδει το ένστικτο της, ελπίζοντας στη λύτρωση, αλλά και στην εκδίκηση ενάντια στον δυνάστη της, Δράκουλα. Σε κάθε περίπτωση η Σντένκα δεν στερείται σε δυναμισμό τίποτα, ούτε αυτοτελώς ούτε σε σύγκριση με την προκάτοχο της.
Ο σεναριογράφος, με έξυπνο τρόπο, χρησιμοποιεί την ιστορία του Jonathan Harker διπλά. Αφενός, όπως και στο πρώτο τεύχος, ως πάτημα για να αφηγηθεί την (προ)ιστορία της Σντένκα, αλλά και προωθητικά, για να δούμε το παρόν των 3 Νυφών, που πλέον έρχονται αντιμέτωπες με τις επιλογές τους. Έτσι, όσο ο Harker πηδά από τον πύργο και τρέχει για την ζωή του, κυνηγημένος από τις 3 αλλόμορφε νύφες, εμείς μπορούμε να δούμε τόσο τις σκέψεις της Σντένκα όσο και τα κίνητρα που εξηγούν τις πράξεις της και τελικά αφήνουν την πλοκή του πρώτου να προχωρήσει (και να ολοκληρωθεί ελπίζουμε στο τρίτο και τελευταίο μέρος). Θα ήταν πολύ εύκολο να χαθεί κανείς μεταξύ παρελθόντος, κοντινού ή απώτερου, και παρόντος. Ωστόσο η εμπειρία του Κάουα, αλλά η μελανογραφία του Ρουμπούλια το αποτρέπουν αυτό εύκολα.
Ειδικά ο τελευταίος σε αυτό το τεύχος παρουσιάζει μια ακόμα μεγαλύτερη ευχέρεια στο σχέδιο. Ξανά στο γνώριμο είδος της περιπέτειας που γνωρίζει, αποδίδει τις νύφες με ένα έντονα ρωμαλαίο στοιχείο, ενώ η λυκανθρωπία τους γίνεται η αφορμή για ένα έντονο παιχνίδι με τις σκιές και τις εντάσεις που το ασπρόμαυρο σχέδιο προσφέρει. Το σαγηνευτικό στοιχείο φαίνεται να υποχωρεί, για χάρη μιας εξαγριωμένης πλαστικότητας, η οποία προσφέρει έναν διαφορετικού είδους ερωτισμό. Επιπρόσθετα, οι 3 χρόνοι, γεμάτοι έρωτα και τρόμο ταυτόχρονα, αποδίδονται διαφορετικά και αντιθετικά: το ερωτικό και συγχρόνως φρικιαστικό παρελθόν των Βούρνταλακ με αχνές, ατμοσφαιρικές γραμμές που εστιάζουν στα σώματα, ενώ το παρόν με έντονες και συγκεκριμένες, κοιτάζοντας περισσότερα τα πρόσωπα. Η παλέτα του γκριζοασπρόμαυρου φαίνεται να αυξάνεται ή, ορθότερα, η χρήση της από τον σχεδιαστή να είναι πιο σίγουρη, όπως φανερώνουν οι πολύ δυνατές, ρευστές σκηνές των μεταμορφώσεων.
Στις σκηνές δράσης, που είναι πολύ περισσότερες εδώ, η κίνηση ρέει από καρέ σε καρέ, τα οποία είναι ξανά ακανόνιστα, ακόμα και επικαλυπτόμενα. Αυτό ενώ δημιουργεί την απαραίτητη ένταση, στερεί από το τεύχος το απαραίτητο χαλινάρι στον ρυθμό, με αποτέλεσμα να φαίνεται μικρότερο, ενώ στέκει και αυτό, όπως και ο προκάτοχος του, κραταιό στις 48 μεγάλες σελίδες. Επιπλεόν, ως αποτέλεσμα της πολύ γρήγορης πλοκής, όλο το τεύχος δίνει την εντύπωση πως συμπιέζει την ιστορία του και το κάνει να φαντάζει σαν μια επαυξημένη προετοιμασία του (ακυκλοφόρητου ακόμα) φινάλε.
Το Οι Νύφες Του Δράκουλα 2: Σντένκα είναι μια πολύ ευχάριστη ιστορία τρόμου, που όχι μόνο δεν ξεχνά τις καταβολές της, αλλά τις πληθαίνει, προσθέτοντας του στοιχεία λαογραφικά που από ότι φαίνεται ο κουρασμένος μύθος τους τα έχει ανάγκη. Την ίδια στιγμή η εμβάθυνση στις δευτεραγωνίστριες του στοκερικού corpus είναι ιδιαίτερα επιτυχημένη. Όσοι διαβάσατε την Νουρ, δεν έχετε περιέργεια να μάθετε για την Σντένκα;
Η Σντένκα είναι υποψήφια στην κατηγορία του Καλύτερου Εξωφύλλου στα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς 2019