Ένα χρόνο αργότερα από την έκδοση του πρώτου τόμου των περιπετειών του Unknow (χωρίς n στο τέλος) η Jemma Press επιστρέφει στο παρελθόν και στον κόσμο των fumetti, των ασπρόμαυρων ιταλικών comics της δεκαετίας του 1970. Oι μεταφραστές Γιάννης Μιχαηλίδης και Κωνσταντίνα Γερ. Ευαγγέλου καταπιάνονται ξανά με τον λόγο και το έργο του Magnus (κατά κόσμο Roberto Raviola). Με μια βαθιά γνώση, αγάπη και προσοχή μας δίνουν την ευκαιρία να δούμε με άλλο μάτι τον ανώνυμο ήρωα (ή με το ίδιο, αλλά από άλλη οπτική) από ότι στον πρώτο τόμο.
Στον πρόλογο τους αναφέρουν ότι οι περιπέτειες του Unknow, που κινούνται μεταξύ των ειδών, των τόπων και των χρόνων, δεν είναι comics για ενήλικους, αλλά comics που σε βοηθούν να ενηλικιωθείς. Η κριτική τους αυτή μπορεί να φαντάζει αυστηρή με την πρώτη ματιά, ωστόσο φανερώνει μια πολύ καλή κατανόηση του ρόλου του Magnus σε μια αναζήτηση που εκτείνεται σε τρία διαφορετικά πεδία: στον ρόλο του ίδιου του δημιουργού ως ανθρώπου, στον ρόλο των comics ως τέχνης, αλλά και στον ρόλο της Ιταλίας ως μιας χώρας με φασιστικό παρελθόν σε μια συνεχώς μεταβαλλόμενη οικονομία και πολιτική κατάσταση.
Για το πρώτο δεν είναι δύσκολο να κατανοήσουμε γιατί. Οι 3 περιπέτειες του δεύτερου τόμου μας δίνουν έναν ήρωα πιο ώριμο, πιο γερασμένο, όπως αναφέρει και ο ίδιος με διττή σημασία. Το διαρκώς μεταβαλλόμενο παρελθόν του, που σε κάθε περίσταση του έδινε τις δεξιότητες που χρειαζόταν για να υπερβεί τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που αντιμετώπιζε (καθώς και το ταλέντο να μπλέκει σε αυτές άθελά του) δείχνει να σταθεροποιείται, ενώ πολλές φορές, με μορφές ονείρου ή τύψεων, έρχεται στο προσκήνιο. Ο έντονος κυνισμός πλέον δίνει, αργά και όχι χωρίς αγώνα, την θέση του σε έναν βαθύ, γεμάτο τύψεις ανθρωπισμό: όχι για τους ανθρώπους που σκότωσε, αλλά για αυτούς που πλήγωσε χωρίς να το θέλει, για αυτούς που δεν κατάφερε να σώσει. Άφοβος απέναντι σε κανόνες επιβεβλημένους απ’ έξω και από πάνω, απτόητος μπροστά στον κίνδυνο, δίνει την χωρίς αρχή μέση και τέλος (;) ζωή του για μια ηθική που ακόμα και ο ίδιος καταλαβαίνει πως δεν μπορεί ποτέ να επιζήσει.
Το δεύτερο μας αποκαλύπτει καλύτερα την ουσιαστική συνεισφορά του Raviola στην ιταλική 9η Τέχνη. Όταν όλοι, όπως είναι πολύ λογικό, έψαχναν τους προγόνους των comics στην τυπογραφία και στην ζωγραφική, ο Ιταλός καλλιτέχνης κοιτάει στην γλυπτική αλλά και στη φωτογραφία για έμπνευση. Έτσι ο Unknow πλάθεται από τις πτυχώσεις των αναγεννησιακών αγαλμάτων και τις σκιάσεις των φωτογραφιών, με φως και σκιά. O Magnus παίρνει λαϊκά στερεότυπα και τα διαχωρίζει από την πηγή τους, δίνοντας στις μορφές του μια κλασικότροπη χροιά, ενώ για άλλη μια φορά η σεξουαλικότητα ξεχειλίζει από το έργο. Την ίδια στιγμή, πέρα από το εικαστικό κομμάτι, ο Ιταλός θολώνει και τα είδη από τα οποία παίρνει τις θεματικές του: με βάση το σκληρό αστυνομικό, δεν διστάζει να μπολιάσει το μείγμα του με στοιχεία κλασσικού noir αλλά και γνήσιου gangster drama, μεταπηδήσεις εύκολες καθώς πρόκειται για συγγενικά είδη. Ωστόσο οι χαρακτήρες του Magnus έχουν κάτι που τους ξεχωρίζει από αντίστοιχες μορφές της pulp λογοτεχνίας: μια έντονη συναισθηματική φόρτιση που δεν προέρχεται από την αγωνία του αν θα επιζήσουν ή όχι, αλλά από μια έντονη ηθική και ψυχολογική μάχη. Σε κάθε περίπτωση ο Unknow μας αποκαλύπτει ένα βήμα της 9ης Τέχνης να ξεφύγει από τα υπόγεια και την διασκέδαση και να αγγίξει, όπως κάθε τέχνη ελπίζει, την ανθρώπινη κατάσταση και πράξη.
Το τρίτο είναι ίσως το πιο δύσκολο για έναν καλλιτέχνη που καταπιάνεται με την περιπέτεια, ένα είδος ναι μεν πολιτικό στον πυρήνα του, αλλά χωρίς (πάντα) άμεσες πολιτικές απολήξεις. Ο Raviola, μέσα από την περιφορά του ήρωά του σε εμπόλεμες ζώνες, αντιαποικιοκρατικές συρράξεις και μνημειώδεις συγκρούσεις, όπως η παλαιστινο-ισραηλινή, μας δείχνει πώς ένας αστικός ατομοκεντρισμός μεταβάλλεται. Το φασιστικό παρελθόν της χώρας του δεν το αρνείται, ούτε το θάβει, αλλά προσπαθεί να το κατανοήσει και να το μετουσιώσει σε μάθημα προς αποφυγή (μάθημα απαραίτητο σε μια εποχή ανόδου της ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη). Ο εγωκεντρικός Unknow εξελίσσεται σε οδηγό για έναν κόσμο χαοτικό, που δεν αφήνει τίποτα όρθιο, με μια αφετηρία που ψάχνει συνεχώς τον εαυτό της. Όμως η ιδιότυπη τιμιότητα του ήρωα, που τον διαχωρίζει από κοινούς λούμπεν μπράβους, καταφέρνει τελικά να αναδειχθεί.
Αν έχετε ήδη τον πρώτο τόμο, ο δεύτερος επιβάλλεται να τον συντροφεύσει στην συλλογή σας. Αν όχι, ίσως ήρθε η ώρα για ένα ταξίδι στην σκληρή πλευρά της δεκαετίας του 1970, μακριά από νοσταλγικές εικόνες και ωραιοποιήσεις. Ντόμπρα.
Ο Άγνωστος – Τόμος ΙΙ είναι υποψήφιος στην κατηγορία της Καλύτερης Μεταφρασμένης Έκδοσης στα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς 2019