Το θεατρικό έργο του Ίψεν «Ένας εχθρός του λαού» (νορβηγικά: En folkefiende) εκδόθηκε το 1882 και ανήκει στα λεγόμενα ρεαλιστικά έργα προβληματισμού του δημιουργού. Η πιο πρόσφατη ελληνική μετάφραση κυκλοφόρησε το 2016 από τις εκδόσεις Gutenberg, σε μετάφραση Θεοδόση Α. Παπαδημητρόπουλου και επιμέλεια Ήρκου Ρ. Αποστολίδη. Το αποτέλεσμα της συνεργασίας είναι υποδειγματικό: στο αναγνωστικό κοινό προσφέρεται πρώτιστα ένα κείμενο που διαβάζεται, με λόγο που ρέει και με αποδώσεις όρων σύμφωνες προς τα συμφραζόμενα. Για τούτο αξιοποιήθηκαν, πέραν του νορβηγικού πρωτοτύπου, αγγλικές, γαλλικές και γερμανικές μεταφράσεις, καθώς και μια σειρά μελετών για τον Ίψεν.
Ο επιμελητής προλογίζει την έκδοση, ανατέμνοντας προγενέστερες προσλήψεις αλλά και ελληνικές αποδόσεις του θεατρικού, ενώ ο μεταφραστής μας εισάγει στο έργο μέσω σύντομης ανάλυσης και παράθεσης επιστολών του δημιουργού. Αξίζει να σημειωθεί ότι η έκδοση συνοδεύεται από εκτενή σχολιασμό, όπου εκτίθενται οι μεταφραστικές επιλογές σε σύγκριση με το πρωτότυπο και τις επιμέρους αποδόσεις, ενώ αναλύονται συνάμα ιδέες και στάσεις που εκφράζονται στο έργο.
Η βασική αντίθεση: αλήθεια εναντίον γενικού συμφέροντος
Στο έργο ξετυλίγονται τα κουβάρια πολλών «μεγάλων ιδεών» και «καλών υποθέσεων». Τα ονόματά τους γνωστά: το γενικό συμφέρον, η δημοσιογραφία που τάχα ενημερώνει και απελευθερώνει, η πλειοψηφία με την ευημερία της και τα «δίκια» της. Μετά το ξεμασκάρεμα, μας μένουν στα χέρια δυο κλωστίτσες που λέγονται κοινωνικά ψεύδη και καιροσκοπισμός.
Η πλοκή
Ο γιατρός Στόκμανν ανακαλύπτει ότι τα λουτρά της πόλης του είναι μολυσμένα: αντί να γιατρεύουν, τα νερά βλάπτουν τους ασθενείς που τα επισκέπτονται. Καθό ιδεαλιστής, θέλει πάση θυσία να φέρει στο φως την αλήθεια. Νοιάζεται για τη γενέτειρά του και πιστεύει ότι έτσι θα την ωφελήσει. Όμως τα λουτρά είναι η κύρια πηγή εσόδων για την πόλη, μιας που προσελκύει πλήθος επισκεπτών από άλλες περιοχές. Εδώ ο παθιασμένος Στόκμανν σκοντάφτει πάνω στις επικρίσεις του πραγματιστή αδερφού του, που είναι δήμαρχος και πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου των λουτρών.
Ο δήμαρχος γνωρίζει καλά ότι η αποκάλυψη για τα λουτρά θα γονατίσει οικονομικά και κοινωνικά την πόλη. Καλεί λοιπόν τον Στόκμανν να αποσιωπήσει την ανακάλυψή του, τουλάχιστον μέχρι να κανονίσει ο ίδιος το θέμα, σταδιακά και με τρόπο ανώδυνο (ας πούμε: παρασκηνιακά). Όμως ο γιατρός αρνείται να υποκύψει σε τέτοιες υστεροβουλίες· θεωρεί ότι έτσι φιμώνεται η αλήθεια. Χωρίς πολλά-πολλά θέλει να ξεριζώσει τα βλαπτικά ψέματα από τα οποία τρέφεται η ευημερία της πόλης.
Ο ρεαλιστής και ο «κατεχόμενος»
Ιδού το καθήκον του ανθρώπου με ηθικό ανάστημα – τουλάχιστον έτσι πιστεύει ο Στόκμανν. Θέλει να «διορθώσει» τα πράγματα, να βγάλει τους συμπολίτες του από τις αυταπάτες, ο κόσμος να χαλάσει. Η πνευματική ανάπτυξη χρειάζεται καθαρό αέρα, δηλαδή: ελεύθερη σκέψη.
Από την άλλη πλευρά, αν ο σκοπός είναι η κοινωνική ευημερία, μπορεί τότε το ψέμα, με ό,τι συνεπιφέρει, να είναι το αγιασμένο της μέσο; Ο δήμαρχος, όταν επιτιμά τον Στόκμανν, το γενικό συμφέρον επικαλείται. Αλήθεια και δίκαιο, λοιπόν, ή γενικό συμφέρον; Θαρρώ πως θα βρούμε πάμπολλα παραδείγματα όπου τίθεται το ίδιο δύσκολο δίλημμα.
Θα ήταν εύκολο πάντως να συμπαραταχθούμε με τον Στόκμανν, κατακρίνοντας τον δήμαρχο ως πολιτικάντη και διεφθαρμένο. Είναι και απ’ αυτά, σίγουρα! Ωστόσο, η σύγκρουσή τους έχει ενδιαφέρον επειδή θολώνει λιγάκι τα νερά: έχει και ο ρεαλιστής πολιτικός το δίκιο του. Ο Στόκμανν δεν βλέπει το ζήτημα σφαιρικά, αφού παραβλέπει τελείως τα οικονομικά επακόλουθα της αποκάλυψης που θέλει να κάνει. Κρατάει ψηλά τα λάβαρά του, την αλήθεια και το δίκαιο, ψέγει κιόλας, ύστερα, την πλειοψηφία, γιατί προτιμά να πλέει στον βούρκο της αγνωμοσύνης αντί ν’ ακολουθά τους πρωτοπόρους των νέων ιδεών (πρωτοπόρους σαν και του λόγου του βέβαια!). Παρά τα όσα σούρνει της κοινωνίας, παλεύει να ξυπνήσει όσους μπορεί γύρω του. Η αλήθεια απελευθερώνει, μα καταστρέφει κιόλας – σαρώνει τα ζωτικά ψεύδη.
Ο Στόκμανν ζει για μια μεγάλη ιδέα, για μια υπόθεση που θεωρεί καλή και σημαντική: το πρόσωπο πρώτιστα και η αξιοπρέπειά του. Αυτά μπαίνουν πάνω από κάθε σκοπιμότητα. Ίσως οι μεγάλες αυτές κι έμμονες ιδέες να «στοίχειωσαν το κεφάλι του», για να θυμηθούμε εδώ τον Στίρνερ. Το ηθικό ανάστημα που πάει κόντρα στο χθεσινό ψέμα: πώς θα μπορούσε να συμβιβαστεί με τις σκοπιμότητες της καθημερινότητας; Φέρει τα λάβαρά του μέχρι τέλους.