«Η Χίλαρυ Έλενα Κέην, μια δεκαεξάχρονη ορφανή κοπέλα μετακομίζει στη Νέα Ελλάδα για να φοιτήσει στο εκπαιδευτικό ινστιτούτο της θείας της σε μια προσπάθεια να ξαναφτιάξει τη ζωή της μετά από μια εφιαλτική εμπειρία η οποία κόστισε τη ζωή των γονιών της. Εκεί γνωρίζεται με τις δίδυμες Ο’Mπράιαν, την αθυρόστομη και εκρηκτική Πατρίτσια και τη γλυκιά Ιζαμπέλ, και τον αφελή ξάδελφό τους, Χικς. Οι τέσσερίς τους γίνονται καλοί φίλοι. Την ίδια ώρα, ένα νεαρό αγόρι, ντυμένο στα χρώματα της φωτιάς, ο Σινγκ Χίκιους εμφανίζεται στους δρόμους της Νέας Αθήνας και κηρύσσει τον πόλεμο κατά του εγκλήματος. Και ενώ οι μπερδεμένοι Νέο Αθηναίοι προσπαθούν να αποσαφηνίσουν τις προθέσεις του Σινγκ Χίκιους, μια σατανική δύναμη εγείρεται και διεκδικεί την ισχύ του Παλμού Γκάια. Η Χίλαρυ βρίσκεται ξαφνικά στο κέντρο μιας απίστευτης καταιγίδας η οποία όχι μόνο απειλεί να καταστρέψει τη ζωή που προσπαθεί να ξαναχτίσει αλλά και την επιβίωση του ανθρώπινου είδους. Ο Σινγκ Χίκιους, τι ρόλο θα παίξει;
Μια ξεχωριστή ιστορία με δόσεις φαντασίας και ιαπωνικού anime που θα μαγέψει τους πάντες».
Ο «Κόκκινος Μαχητής της Γης» είναι η δεύτερη δουλειά του Μηνά Τσαμπάνη στο χώρο του βιβλίου μετά τη «Θλιμμένη Πριγκίπισσα των Ωκεανών», που κυκλοφορεί από της εκδόσεις Ανάτυπο. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα βαθύτατα επηρεασμένο από την ιαπωνική κουλτούρα των manga και των anime και ειδικότερα αυτών της δεκαετίας του ’80, όπως είναι το «Igano Kabamaru», το «Dragom ball», ακόμα και το «Neon Genesis Evangelion», αφού δεν λείπουν οι shounen και οι mecha αναφορές. Σε αυτή την κατεύθυνση κατευθύνεται άλλωστε και το ίδιο το εξώφυλλο αλλά και τα σκίτσα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο, επιμελούμενα από την Ελένη Μαρία Βλαστού (Love Usagi), αποδίδοντας με επιτυχία την ατμόσφαιρα που ο συγγραφέας θέλει να δημιουργήσει. Ως εκ τούτου γίνεται φανερό ότι οι αναφορές του συγγραφέα από μόνες τους αποτελούν ιδιαίτερο πόλο έλξης για τον Έλληνα otaku.
Καταρχήν, ο συγγραφέας τοποθετεί την ιστορία του χρονικά και τοπικά στη “Νέα Ελλάδα”, που είναι αποτέλεσμα μαζικού εκσυγχρονισμού της Ελλάδας που γνωρίζουμε, η οποία τίθεται υπό τη σφαίρα επιρροής της Αγγλίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία πρότυπων οικοτροφείων και ιδιωτικών σχολείων όχι μόνο κατά το πρότυπο της βρετανικής εκπαίδευσης, αλλά και του βασικού concept ενός school life anime. Ωστόσο, κατά τη γνώμη μου η μεταφορά μιας τέτοιας φιλοσοφίας με ελληνικά δεδομένα δεν είναι ιδιαίτερα πετυχημένη και οι χαρακτήρες γίνονται δύσκολα ρεαλιστικοί. Με άλλα λόγια, θα προτιμούσα η ιστορία είτε να εκτυλίσσεται στην Ιαπωνία είτε στην Αγγλία. Οι αγγλο- γερμανικές, άλλωστε, αναφορές στο χώρο των anime είναι κάτι αρκετά κοινότυπο.
Από το στόχο να αποδοθεί ένας φόρος τιμής στην ιαπωνική κουλτούρα της δεκαετίας του ’80 απομακρύνεται ο συγγραφέας και μέσω της παρεμβολής υπεράριθμων σελίδων για τη ζωή στο σχολείο και την ίντριγκα μεταξύ των μαθητών. Το στοιχείο αυτό, μάλιστα, είναι τόσο ενοχλητικό σε ορισμένα σημεία που αν έλειπε η σκιτσογράφηση, θα νόμιζα ότι το μυθιστόρημα είναι κάποιο teen comedy/drama τύπου «Mean girls» η «Gossip Girl». Επιπλέον, φτωχή φάνηκε δυστυχώς και η επιμέλεια του βιβλίου, η οποία θα έπρεπε να είναι πιο αυστηρή ως προς τη χρήση σημείων στίξης, αλλά και το «κόψιμο» πολλών σελίδων αχρείαστων για την βασική πλοκή του μυθιστορήματος. Πολύ περισσότερο, οι ατελείωτοι διάλογοι που παρατίθενται από το συγγραφέα στερούν από το βιβλίο την εσωτερικότητα και τη λογοτεχνικότητα που θα επιζητούσε ένας ενήλικος αναγνώστης αναγνώστρια, ενώ παράλληλα στον αντίποδα τόσων συγκρούσεων και τσακωμών των ηρώων θα μπορούσε να υπάρχει η δημιουργία κλασσικών school life σκηνικών, όπως είναι τα ραντεβού, τα σχολικά φεστιβάλ, η εκδρομή στη θάλασσα κλπ. Ωστόσο, σε αυτό το σημείο μπορεί μάλλον μιλούν οι shoujo προσδοκίες. Ο «Κόκκινος Μαχητής της Γης», άλλωστε, είναι ακριβώς το αντίθετο, εκπροσωπώντας τη shounen σχολή. Παρ’ όλα αυτά η υπεραναλυτικότητα του συγγραφέα ούτε τους λάτρεις αυτού του genre θα ικανοποιούσε, αφού έρχεται σε αντίθεση με την αποσπασματική/ ελλειπτική φύση των manga.
Από την άλλη μεριά, αυτό που σε κερδίζει στο Κόκκινος Μαχητής της Γης»είναι η επιθυμία του συγγραφέα να ενσωματώσει την ιαπωνική λογική στην ελληνική πραγματικότητα, κάτι που αποτελεί και την καινοτόμο συμβολή του στο χώρο των ελληνικών εκδόσεων. Ακόμα και αν αυτό δεν έγινε επιτυχημένα (τουλάχιστον κατά τη γνώμη μου) η αγάπη του Μηνά Τσαμπάνη για το είδος αυτό είναι ολοφάνερη και συγκινητική. Επιπρόσθετα, το βιβλίο έχει και κάποιες πολύ πετυχημένες σκηνές δράσεις που σε μεταφέρουν στον κόσμο των anime σαν να βρίσκεσαι μπροστά από μια οθόνη. Μόνο που αυτή τη φορά πρόκειται για την οθόνη του μυαλού σου. Ως εκ τούτου, πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που μπορεί να εμπλουτίσει και να ενισχύσει τη φαντασία των εφήβων αναγνωστών. Τέλος, ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε και η χρήση ιατρικών ορολογιών και δεδομένων από το συγγραφέα, η οποία έδινε μια mecha και sci -fi νότα στην ατμόσφαιρα της Νέας Ελλάδας, αλλά και ρεαλιστικότητα.