Η 29χρονη Άλις, διεθνούς φήμης συγγραφέας, μετά από έναν νευρικό κλονισμό και μια βραχυχρόνια νοσηλεία σε ψυχιατρική κλινική, μετακομίζει σε ένα χωριό της επαρχιακής Ιρλανδίας προκειμένου να απομονωθεί. Εκεί γνωρίζει μέσω Tinder τον Φίλιξ, που εργάζεται σε μια αποθήκη της περιοχής, οι δυο τους βγαίνουν ένα αποτυχημένο ραντεβού, όμως σύντομα μια ιδιόμορφη σχέση αναπτύσσεται ανάμεσά τους, στο μεταίχμιο της συμπάθειας και της σεξουαλικής έλξης, και η Άλις τον προσκαλεί σε ένα επαγγελματικό ταξίδι μαζί της στη Ρώμη. Πίσω στο Δουβλίνο, η κολλητή της Άλις από τα φοιτητικά τους χρόνια, η Αϊλίν, επιμελήτρια σε λογοτεχνικό περιοδικό, προσπαθεί να ξεπεράσει τον χωρισμό της μετά από μια μακροχρόνια σχέση φλερτάροντας με τον παιδικό της φίλο, Σάιμον, με τον οποίο διατηρεί μια εξίσου υβριδική ερωτική σχέση επί χρόνια. Οι τέσσερίς τους ερωτεύονται, κάνουν σεξ, σμίγουν, μαλώνουν, χωρίζουν και επανασυνδέονται, συνδιαλέγονται, φιλικά και ερωτικά, όσο απεγνωσμένα αναζητούν την ομορφιά σε αυτόν τον απωθητικό, ζοφερό κόσμο.
Η Ιρλανδή Sally Rooney είναι το σύγχρονο παιδί-θαύμα της λογοτεχνίας: με το πρώτο της μυθιστόρημα, Συζητήσεις με φίλους, καθιερώθηκε στο λογοτεχνικό στερέωμα μόλις στα 28 της, ενώ με το δεύτερό της, Κανονικοί άνθρωποι, που μεταφέρθηκε στη μικρή οθόνη με γιγαντιαία επιτυχία, εκτοξεύτηκε στην κορυφή, τόσο της καλλιτεχνικής όσο και της εμπορικής αναγνώρισης. Το τελευταίο της μυθιστόρημα, Όμορφε κόσμε, που είσαι, με τον ευφάνταστο τίτλο-δάνειο από τον Schiller, αποτελούσε το λογοτεχνικό γεγονός της χρονιάς μήνες προτού κυκλοφορήσει: ο εκδότης της, Faber, άνοιξε μάλιστα pop-up shop στο Λονδίνο αποκλειστικά για τη διανομή του. Στο βιβλίο αυτό, που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα, όπως και τα προηγούμενά της, από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση Στέλλας Κάσδαγλη, η κατεξοχήν εκπρόσωπος της millennial λογοτεχνίας και φωνή της γενιάς της, όπως έχει πολλάκις χαρακτηριστεί, ακροβατεί θεματολογικά ανάμεσα στην αμιγώς κυνική κοινωνική κριτική των Συζητήσεων και τη ρομαντική ιστορία αγάπης των Κανονικών ανθρώπων.
Η Rooney μας συστήνει τέσσερις χαρακτήρες εγκλωβισμένους στις αγκυλώσεις και τις νευρώσεις τους, τέσσερις ανθρώπους που παλέυουν αδιάκοπα να επικοινωνήσουν και να αγαπηθούν, σε μια εποχή μοναξιάς και κοινωνικής αποξένωσης, ακριβώς πριν την έλευση της πανδημίας. Η Άλις είναι αντισυμβατική, ιδιόρρυθμη και εκκεντρική, ταλαντούχα λογοτέχνης που αδυνατεί όμως να συνδεθεί συναισθηματικά, ένα εμφανές alter-ego της ίδιας της Rooney: η Άλις γνώρισε αναπάντεχη επιτυχία ως συγγραφέας σε πολύ νεαρή ηλικία, μια επιτυχία που την κλόνισε ψυχοσυναισθηματικά, ενώ πολλές από τις καυστικές, εμβριθείς σκέψεις της γύρω από το σύγχρονο λογοτεχνικό τοπίο απηχούν την ιδεολογία της Rooney.
Η Άλις γνωρίζει τον Φίλιξ, (φαινομενικά) στερεοτυπική φιγούρα macho άνδρα της εργατικής τάξης, ο οποίος οργίζεται και συνάμα ελκύεται από την πνευματική απόκλισή του με την Άλις, επιδιώκει να την πληγώσει, να διατηρήσει μια επίπλαστη αίσθηση εξουσίας απέναντί της, πίσω από την οποία όμως ελλοχεύουν τα δικά του συμπλέγματα, η δική του αίσθηση ανεπάρκειας και ντροπής για το εργατικό του υπόβαθρο και καταγωγή. Η Rooney αποδίδει με χειρουργική ακρίβεια το ταξικό και πολιτισμικό χάσμα της Άλις και του Φίλιξ, ανεπάισθητα, μέσα από μια σειρά από μικρές χειρονομίες και υπαινιγμούς: εκείνη διαβάζει Annie Ernaux στο πολυτελές πρεσβυτέριο όπου μένει, όσο εκείνος συσκευάζει κούτες στην αποθήκη με τα χέρια μουδιασμένα και παγωμένα, εκείνη απαντά σε προσκλήσεις για λογοτεχνικές ημερίδες όσο εκείνος τραυματίζεται, αποκτά βαθιά κοψίματα στις παλάμες – ο καπιταλισμός βάλλει και τους δύο, εκείνον σωματικά, εκείνη ψυχικά.
Στον έτερο πόλο της ιστορίας, η Αϊλίν, αρχετυπική ρουνεϊκή γυναικεία φιγούρα, εσωστρεφής και ντροπαλή, ευαίσθητη και μοναχική, παγιδευμένη σε μια δουλειά που δεν μισεί μεν, αλλά δεν αγαπά κιόλας, με μισθό που φτάνει ίσα για να πληρώσει το νοίκι, ερωτευμένη με τον παιδικό της φίλο, θέτοντας όμως τον εαυτό της σε μια διαρκή διαδικασία αυτο-σαμποτάζ. Το ερωτικό της ενδιαφέρον, ο Σάιμον, θρησκευόμενος καθολικός, εκπροσωπέι το χριστιανικό ιδεώδες της αγάπης και της φροντίδας, και μέσω αυτού η Rooney αποδομεί το μεσσιανικό πρότυπο του άνδρα-σωτήρα.
Οι ήρωες της αισθάνονται μόνοι, ανεπαρκείς, κρίνουν με αυστηρότητα τον εαυτό τους, εγκλωβίζονται μέσα σε επαγγελματική αδράνεια και απογοητεύουν τα παιδικά τους όνειρα, αδυνατούν να επικοινωνήσουν με όσους αγαπούν, αλλά και με τον ίδιο τους τον εαυτό. Είναι πολιτικοποιημένοι, αντικαπιταλιστές και δικαιωματιστές, εντούτοις οριοθετημένοι μέσα στην Εδέμ του προνομίου τους, είναι ρομαντικοί που αποζητούν το ιδεατό και το απόλυτο, όμως απελπίζονται και καταρρακώνονται από την τροπή που εν τέλει παίρνει η ζωή τους. Ερωτεύονται έντονα και παθιασμένα, η σεξουαλικότητά τους είναι ρευστή, μάχονται ενάντια στα κοινωνικά στεγανά και την ετεροκανονικότητα, όμως την ίδια στιγμή κρατούν κρυφά και ανομολόγητα τα αισθήματά τους, οχυρώνονται πίσω από μηχανισμούς άμυνας για να αποφύγουν την απόρριψη που τόσο τους τρομοκρατεί.
Με αφήγηση τριτοπρόσωπη, η Rooney αυτήν τη φορά δεν διατηρεί τον ρόλο της παντογνώστριας αφηγήτριας, δεν γνωρίζει τις σκέψεις και τα συναισθήματα των χαρακτήρων της, αλλά τους ψυχογραφεί αποκλειστικά μέσα από τις αντιδράσεις και τους διαλόγους τους. Περιγράφει αναλυτικά τι φορούν, τι αγγίζουν, πώς κοιτούν ο ένας τον άλλον, τα μειδιάσματα και τα σφιγμένα πρόσωπά τους, και μέσα από τη διεξοδική παρατήρηση της εξωτερικής τους όψης αναδύεται ο τρόπος που ανταποκρίνονται στη ζωή.
Με πρόζα θεατρική, η Rooney στήνει με επιμέλεια και προσοχή στη λεπτομέρεια το σκηνικό όπου αλληλεπιδρούν οι ήρωες της, τη μεγάλη σκηνή στην οποία παρελαύνουν, την παράσταση στην οποία (γνωρίζουν πως) υποδύονται ρόλους, άλλοτε κωμικούς, άλλοτε τραγικούς. Κάθε πρόταση είναι μεθοδικά σχεδιασμένη, κάθε διάλογος προωθεί την πλοκή και ρίχνει περισσότερο φως στους χαρακτήρες, την ιδιοσυγκρασία και τα κίνητρά τους – και αυτή η ανάπτυξη χαρακτήρων χρειάζεται πραγματική λογοτεχνική μαστοριά για να επιτευχθεί.
Στην κύρια μορφή της αφήγησης παρεμβάλλονται κεφάλαια επιστολικά, τα mail που ανταλλάσσουν η Άλις και η Αϊλίν, όπου οι συζητήσεις για την προσωπική τους ζωή, τις ματαιώσεις και τις απογοητεύσεις τους, διαπλέκονται με discourses για την τέχνη, την πολιτική, την ομορφιά και την αισθητικοποίηση, φιλοσοφούν για τη ζωή, τη ματαιότητα και τον υπαρξιακό τρόμο που αυτή φέρει, βαδίζουν χαμένες, απολωλότα πρόβατα, σε έναν κόσμο αποκρουστικό, αναζητώντας το νοήμα και την ομορφιά.
Σε μορφή σχεδόν δοκιμιακή, η Rooney αξιοποιεί τα κεφάλαια αυτά για να εκθέσει την ηθική και πολιτική φιλοσοφία της (επανειλημμένα έχει δηλώσει πως είναι μαρξίστρια), τις απόψεις της για τη λογοτεχνία, τον ρόλο και την αποστολή της, και συνάμα για την ίδια τη ζωή. Ο κόσμος μπορεί να μην είναι όμορφος, μπορεί μάλιστα να είναι πολύ, πολύ άσχημος, να βυθίζεται στην ανισότητα, τη βία του καπιταλισμού και την ανηλεή κυριαρχία της ελεύθερης αγοράς, την κλιματική αλλαγή και τους πολέμους, και σε μια τέτοια κοινωνική πραγματικότητα μπορεί να φαντάζει πολιτικά αδρανές και νωθρό η λογοτεχνία να ασχολείται με τα ελάσσονα, με ανθρώπινες σχέσεις, έρωτα, σεξ και χωρισμούς, όμως αυτό ακριβώς δεν σημαίνει να είσαι άνθρωπος; Οι χαρακτήρες της Rooney, ηθελημένα ή ακούσια, αποστρέφουν το βλέμμα από τις φρικαλεότητες του κόσμου τούτου, εγκλωβίζονται σολιψιστικά στον δικό τους μικρόκοσμο, τις δικές τους προσωπικές τραγωδίες και ευτυχήματα, αναζητούν πεισματικά και απεγνωσμένα την ομορφιά, την αγάπη και την ευτυχία – και αυτό ακριβώς κάνει και η Rooney με τη λογοτεχνία της, θέτει μεν το πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό υπόβαθρο, όμως εστιάζει στον άνθρωπο, με μια εγγενή πίστη ιδεαλιστική, σχεδόν χριστιανική.
Με διαλόγους άμεσους, ζωντανούς και ρέοντες, και μια πρόζα περίτεχνα, αριστοτεχνικά δουλεμένη, η Sally Rooney συνεχίζει την οικοδόμηση της millennial εποποιίας της, της λογοτεχνίας για τους λευκούς, μορφωμένους, πνευματώδεις, προνομιούχους, μα τόσο ερημωμένους και αδειανούς – μέχρι να βρουν ο ένας τον άλλον. Κατασκευάζει έναν διαθλαστικό καθρέφτη της γενιάς της, των σύγχρονων late 20’s – early 30’s, και τον στρέφει κατευθείαν πάνω μας, αναγκάζει τους αναγνώστες της, millennials και μη, να αντικρίσουν κατάματα τις παθογένειες, τις ανεπάρκειες, τα αδιέξοδα και τα συμπλέγματά τους.
Το Όμορφε κόσμε, που είσαι είναι ένα μυθιστόρημα γλυκόπικρο, μελαγχολικό, εκ πρώτης όψεως κυνικό και νιχιλιστικό όμως στον πυρήνα του βαθιά ιδεαλιστικό και ρομαντικό – ένα βιβλίο για τη νιότη, τη μοναξιά και την απέλπιδα αναζήτηση της εγγύτητας, το σεξ, τον έρωτα και τη φιλία, για το αδιάκοπο κυνήγι της ομορφιάς, οσοδήποτε παροδικής και φευγαλέας. Το καλύτερο βιβλίο της μέχρι σήμερα.