Ο Ιταλός αρχιτέκτονας και χαράκτης Τζοβάνι Μπατίστα Πιρανέζι (1720 –1778) έμεινε στην Ιστορία για τις απεικόνισεις πολλών κτιρίων της Ρώμης, περισσότερο όμως για τις εφιαλτικές (ή, πιο σωστά, φρικαλέες) απεικονίσεις των φανταστικών του Φυλακών. Οι δεύτερες ήταν που αποτέλεσαν και το έναυσμα για το fantasy μυθιστόρημα Πιρανέζι της Susanna Clarke, όπου ο ήρωας Πιρανέζι μετακινείται διαρκώς σε ένα Σπίτι γεμάτο μαγεία, θαύματα, αλλά και αποτρόπαια έργα φρίκης. Το βιβλίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Aίολος, σε μετάφραση του Αντώνη Καλοκύρη και, πολύ ταιριαστά, ένα από τα σχέδια του Πιρανέζι επιλέχθηκε για το εξώφυλλο.
Βέβαια ο ήρωας Πιρανέζι δεν έχει κάποια σχέση με τον Ιταλό συνονόματό του. O πρωταγωνιστής είναι συγχρόνως αθώος και σοφός, ένας επιστήμονας με παιδικό θαυμασμό για τον απόκοσμο κόσμο γύρω του και βαθύ σεβασμό για το Σπίτι και τους κατοίκους του, τους οποίους προσεγγίζει με ένα σχεδόν θρησκευτικό δέος. Είναι καλοπροαίρετος ακόμα και με τον αινιγματικό Άλλο που επισκέπτεται το Σπίτι, ο οποίος αποτελεί τόσο τον τρόφο όσο και τον δυνάστη του. Οι αλληλεπιδράσεις τους προσθέτουν μια ατμόσφαιρα ίντριγκας στην ιστορία, καθώς ο αναγνώστης προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει την πραγματική φύση της σχέσης τους. Η ίντριγκα βαθαίνει όσο προχωρούν οι σελίδες, και όσο εξερευνούμε και εμείς ως αναγνώστες το Σπίτι μαζί τον Πιρανέζι.
Η πλοκή του Πιρανέζι εκτυλίσσεται αργά και μεθοδικά, δημιουργώντας ένταση και μυστήριο καθώς ο αναγνώστης εμβαθύνει στα μυστικά του Σπιτιου.Ο μοναχικός αφηγητής-ήρωας αναζητά στο Σπίτι μια απόκρυφη γνώση, η οποία είναι θαμμένη σε κάποια από τις αμέτρητες, πλημμυρισμένες αίθουσες με τα ανατριχιαστικά αγάλματα. Τα νερά υποχωρούν μια στο τόσο και έτσι του επιτρέπεται η κάθοδος.
Ένα από τα πιο αξιοσημείωτα πράγματα στο Πιρανέζι είναι η οικοδόμηση του κόσμου του. Η Clarke έχει δημιουργήσει ένα μοναδικό και καθηλωτικό περιβάλλον που μοιάζει ταυτόχρονα ονειρικό και έντονα πραγματικό, με τρόπο βαθιά ποιητικό και μια πρόζα πλούσια σε λεπτομέρειες, με μεγάλη έμφαση στην αισθητηριακή εμπειρία. Το Σπίτι είναι ένας λαβύρινθος που μοιάζει να αψηφά τους νόμους της φυσικής και της γεωγραφίας, και όμως περιγράφεται τόσο πλούσια που γίνεται σχεδόν απτός. Ο αναγνώστης μπορεί να νιώσει το κρύο της θαλασσινής αύρας, να μυρίσει την υγρασία των τοίχων και να δει τις περίπλοκες λεπτομέρειες των αγαλμάτων και των γλυπτών που διακοσμούν το Σπίτι. Όλα αυτά δημιουργούν μια στοιχειωμένη ατμόσφαιρα που παρασύρει τον αναγνώστη βαθύτερα στον κόσμο του Πιράνεζι. To Σπίτι βέβαια δεν είναι απλά ένα ένα όμορφα σχεδιασμένο σκηνικό. Αποτελεί έναν ξεχωριστό χαρακτήρα, με τη δική του εξέλιξη, ατζέντα και, τελικά, σκοπό, ακόμα και αν αυτός δεν είναι απόλυτα κατανοητός από όσους ζουν μέσα του ή το επισκέπτονται.
Ωστόσο, στην καρδιά του, αυτό το μυθιστόρημα είναι ένας στοχασμός πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση. Η Clarke με τη γραφή της εξερευνά θέματα μνήμης, ταυτότητας αλλά στοχάζεται και για την ίδια τη δημιουργική διαδικασία και τη γραφή ως πρωτότυπη Τέχνη. Μέσα από τον χαρακτήρα του Πιρανέζι, η συγγραφέας παρουσιάζει μια βαθιά ενσυναισθητική απεικόνιση ενός ανθρώπου που προσπαθεί να κατανοήσει τον κόσμο γύρω του, ακόμη και όταν αυτός μετατοπίζεται και αλλάζει διαρκώς.
H Susanna Clarke ταυτίζει ουσιαστικά τον χρόνο με τον χώρο. Πλάθει, με έναν τρόπο αφαιρετικό και ποιητικό ένα παρελθόν που αλλάζει όσο το εξερευνά ένα Εγώ που έχει σχηματισθεί ατελώς μέσα από θραύσματα αναμνήσεων. Αυτό λοιπόν είναι τόσο το όχημα όσο και το πεδίο που εξερευνά η συγγραφέας, μια δυναμική αλληγορία για τη μνήμη και το πως αυτή καθορίζει τελικά όχι μόνο το ποιοι είμαστε, αλλά, πολύ βασικότερο, το ποιοι γινόμαστε κάθε μέρα. Για την Clarke η ταυτότητα είναι κάτι ρευστό, όπως και το Σπίτι αλλά και ο Πιρανέζι. Κάθε στροφή, κάθε εξερεύνηση στα κατώτερα σημεία του Σπιτιού, σαν βουτιά στα βάθη του Ασυνείδητου, επιφέρει αλλαγές. Βλέπουμε κυριολεκτικά τον Πιρανέζι να μεταβάλλεται από σελίδα σε σελίδα, φυσικά αλλά όχι ανώδυνα. Οι ομοιότητες μεταξύ μιας φροϋδικής γεωμετρίας με το Σπίτι και τους ενοίκους του είναι υπερβολικά πολλές για να αγνοηθούν. Ο ίδιος ο Άλλος, ο οποίος μεταχειρίζεται τόσο αυστηρά τον Πιρανέζι και φαίνεται να έρχεται «από έξω», είναι πρόδηλα μια fantasy αλληγορία για το καταπιεστικό, πολιτισμικό Υπερεγώ.
Υπάρχουν συγκεκριμένοι τρόποι όπου αυτές οι γνώσεις για το παρελθόν αλλάζουν τόσο το άτομο όσο και το πως αντιλαμβάνεται την ίδια την μεταβολή του χώρου-χρόνου όπου διαμένει. Ο πιο καθοριστικός ίσως από αυτούς, για το μυθιστόρημα, είναι η Τέχνη. Αυτή ξεκινά από την αφηγηματική ιδιότητα της, γρήγορα όμως, μέσω των ρωμαλέων και λεπτομερών περιγραφών, αλλά και της εμμονικής σχεδόν επιβολής συγγένειας με τις χωρικές/απτικές τέχνες (αρχιτεκτονική, γλυπτική κτλπ), αποκτά μια ουσιαστική διακειμενικότητα. Ωστόσο στον πυρήνα του, το έργο παραμένει ένα μυθιστόρημα και έτσι η αφήγηση κυριαρχεί στις πολλαπλές όψεις του καλλιτεχνικού φαινομένου. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η Clarke επιλέγει να δημιουργήσει ένα ψηφιδωτό καλλιτεχνικών δυνατοτήτων, το οποίο μας επιτρέπει να δούμε ξεκάθαρα το πως οι θολές πληροφορίες μεταβάλλονται σε γνώση με επηροή πάνω στο άτομο, όπως ένας τεχνίτης διαλέγει ακατέργαστα κομμάτια, τα μεταοποιεί και τα προσθέτει αργότερα στη σύνθεσή του. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η Clarke θέτει σα δικό της πρότυπο, σε πάνω από μία περιπτώσεις, τη Νάρνια του C.S. Lewis , η οποία και αυτή με τη σειρά της αποτελεί ένα αφηγηματικό παλίμψηστο.
Το Πιρανέζι είναι ένα βαθύ μυθιστόρημα και δείγμα ενός fantasy που έχει ξεπεράσει τις «παιδικές» του ασθένειες. Αποτελεί απόδειξη της συγγραφικής ικανότητας της Susanna Clarke και συνιστάται ανεπιφύλακτα σε όσους αναζητούν ένα συναρπαστικό και ευφάνταστο ανάγνωσμα.