Ο Άρης Χατζηστεφάνου και η ομάδα του δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις. Είναι μερικοί από τους ελάχιστους ανθρώπους που τιμούν τον όρο μαχητική δημοσιογραφία, που μας έχουν δώσει δουλειές που μπορούν να οριστούν, εκτός από διαφωτιστικές και must see για την εποχή μας, κλασσικές για τις επόμενες γενιές. Μετά το «Debtocracy» του 2011 και το «Catastroica» το 2012, η κορύφωση ήρθε με το «Φασισμός Α.Ε.», το τρίτο κατά σειρά ντοκιμαντέρ που παρουσίασαν το 2014. Όλα αποτελούν υποδειγματικά έργα και μάλιστα χρηματοδοτούμενα από το κοινό τους, εξαιρετικές περιπτώσεις crowdfunding, ενός όρου που τόσο συχνά ακούμε και τόσο σπάνια βλέπουμε να παράγει κάτι αξιόλογο. Ταυτόχρονα, τα προηγούμενα ντοκιμαντέρ υπήρξαν από την πρώτη στιγμή στην διάθεση των θεατών μέσω Διαδικτύου, μια διαδικασία που τώρα αλλάζει…
Αλλάζει, όπως είπε ο ίδιος Αρης Χατζηστεφάνου, εμπλέκοντας όλα τα στάδια μιας κινηματογραφικής παραγωγής,όπως την έγκριση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και το Doldy Surround. Και αλλάζει κόντρα σε μια λογική που έχει υποτάξει τα τελευταία χρόνια τον κινηματογράφο στην χώρα μας, ενάντια στις λογικές ελεύθερης αγοράς που κυριαρχούν και κατακλύζουν τις αίθουσες με 17 ταινίες την βδομάδα, που δεν τις αφήνουν να “ανασάνουν” και να βρουν το κοινό τους. Η λογική της μεταφοράς από το Ίντερνετ στον κινηματογράφο για ένα τέτοιο ντοκιμαντέρ, καθαρά πολιτικό, συνεπάγεται και μια πολεμική ενάντια στην νοοτροπία που μετέτρεψε (και συνεχίζει να το κάνει) τον κινηματογράφο από πραγματική λαϊκή ψυχαγωγία και εργαλείο μόρφωσης σε πολυτέλεια.
Το This is (not) a coup, ακολουθώντας την λογική των προηγούμενων παραγωγών της ομάδας, εξερευνά το πως οι τράπεζες της ΕΕ, με κυρίαρχη την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όχι μόνο ασκούν την πολιτική που βολεύει τους ίδιους, και τον κόσμο των μεγαλοεπιχειρηματιών, αλλά δεν έχουν κανένα πρόβλημα να ρίξουν εκλεγμένες κυβερνήσεις, να εκβιάσουν, να απειλήσουν, ακόμα και να καταστρέψουν εκατομμύρια ζωές αρκεί να προωθηθεί η ατζέντα τους, η οποία δεν είναι άλλη από την πλήρη απορρύθμιση των όρων εργασίας, προκειμένου να μπορούν να εκμεταλλεύονται ακόμα περισσότερο την ζωντανή εργασία των απλών εργατών. Μπορεί κάποιος που το ακούει να νομίζει πως πρόκειται για άλλο ένα προπαγανδιστικό κείμενο της Αριστεράς, και εν μέρει έχει δίκιο. Το ντοκιμαντέρ δεν κρύβει στιγμή την στράτευση του σε αυτόν τον χώρο, ωστόσο τίποτα από όσα λέει δεν είναι έωλο. Ειδικοί, αυτόπτες μάρτυρες και πρωταγωνιστές των γεγονότων από τα πέρατα της Ευρώπης έρχονται στην κάμερα για να στοιχειοθετήσουν το κατηγορώ που απευθύνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την νέα της θρησκεία, το ευρώ.
Το έργο δεν μένει σε ένα μόνο παράδειγμα: Ιταλία, Κύπρος, Ιρλανδία, Ισπανία, όλες οι “αδύναμες”χώρες που έχουν τραμπουκιστεί από το ευρωπαϊκό σύστημα και έχουν χάσει όχι μόνο τρισεκατομμύρια, αλλά και την ίδια τους την ελπίδα για το μέλλον, παρελαύνουν μπροστά τα μάτια των θεατών, συνομολογώντας μια ανομολόγητη αλήθεια:αυτό που ζούμε, όσο και να μοιάζει, δεν είναι πραξικόπημα, γιατί αυτός που κάνει κουμάντο είναι στην ουσία η ΕΚΤ. Αυτό το καλά θεμελιωμένο μήνυμα είναι και το ισχυρότερο μέσο του ντοκιμαντέρ να αφυπνίσει, ενάντια σε μια μνημονιακή προπαγάνδα που πλέον δείχνει να έχει καταπιεί τα πάντα, ακόμα και μέσα που πριν λίγο καιρό υποστήριζαν πως ανήκουν στην Αριστερά.
Επιπρόσθετα, το έργο, όσο καλή δουλειά και να είχε κάνει στην έρευνα, δεν θα έβρισκε ποτέ τον δρόμο του στην οθόνη αν δεν υπήρχε η συμβολή του Αρη Τριανταφύλλου, που ανέλαβε το μοντάζ και συνυπέγραψε την σκηνοθεσία: Οι εξαιρετικές “αδύνατες” λήψεις του, το έντονα συγκινησιακό σκηνικό των πλάνων του είχε μια τρομερή επίδραση. Κατάφερε να δώσει έναν φρενήρη ρυθμό στην αφήγηση του Χατζηστεφάνου, καθηλώνοντας τους θεατές και κάνοντας τους να φανταστούν την δράση, την ίντριγκα και το παρασκήνιο των δραματικών στιγμών που έζησαν εν αγνοία τους, χαμένοι πίσω από την χιονοστοιβάδα της δικής τους καθημερινότητας, όσο κάποιοι άλλοι, κάπου μακριά, έπαιρναν αποφάσεις που θυσίαζαν το μέλλον τους στον βωμό του κέρδους. Επιπλέον είχε ενδιαφέρον η προσέγγιση του στα γενικά πλάνα, με τα οποία ταύτιζε κτίρια και μακέτες, ενώ αλλού θα ορκιζόσουν πως σχεδόν μπορούσες να δεις δρόμους και γκράφιτι να… αναπνέουν. Επίσης πρέπει να πούμε πως οι επεξηγήσεις οικονομικών όρων, που συνήθως αφήνονται να αιωρούνται δυσνόητοι, γίνονται εδώ με μια εξαιρετική χάρη, η οποία θύμισε προηγούμενες δουλειές της ομάδας, αλλά και το μεγάλο Σορτάρισμα…
Όμως , τελικά, πέρα από την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από την διαστρέβλωση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος του καλοκαιριού που μας πέρασε, τι μένει; Τα πράγματα έχουν αλλάξει τόσο πολύ μέσα σε λίγους μήνες που πλέον ακόμα και η αυτή η (ηθική) παρακαταθήκη κοντεύει να ξεφτίσει. Πλέον υπάρχει μόνο απελπισία μπροστά μας: Μούδιασμα απέναντι στα νέα μέτρα, φόβος για το μέλλον.Το έργο το ίδιο μας αφήνει στο τέλος μονάχα τον πύργο της ΕΚΤ στην Φρανκφούρτη (που κόστισε εν περιόδο κρίσης 1.5 τρις ευρώ)να δεσπόζει στις ακτές του ποταμού, ένα άλλο Barad-dûr για μια άλλη χαροκαμένη Μέση-Γη, και τον θεατή να νιώθει σαν τον τολκινικό ήρωα:
“Then at last his gaze was held: wall upon wall, battlement upon battlement, black tower of adamant, he saw it: Barad-dûr, Fortress of Sauron. All hope left him.”
Και περισσότερο από όλα, η απογοήτευση υπάρχει γιατί το ντοκιμαντέρ μας κάνει να αναρωτηθούμε κάτι πέρα από τον ποιο να πολεμήσουμε: αφήνει φλεγόμενο το βαθύτερο ερώτημα, το πως…
Να αναφέρουμε επίσης πως για το This is (not) a coup έγραψε (πολύ καλύτερα από εμάς) και ο Χρήστος Σκυλλάκος από το Περιοδικό…