Το ελληνικό σινεμά δεν ήταν ποτέ αυτό που θα έλεγε κανείς ακμάζουσα επιχείρηση. Χωρίς υποστήριξη από κρατικές επιχορηγήσεις και εμποδισμένο από τις δοκιμασίες και τις απαγορεύσεις της πρόσφατης πολιτικής ιστορίας της χώρας και της οικονομικής κρίσης, που έκανε την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη ιδιαίτερα για τους νέους σκηνοθέτες, το ελληνικό σινεμά δεν υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλές στο παγκόσμιο κοινό τον τελευταίο αιώνα.
Παρ’όλα αυτά, υπάρχει μία λίστα σκηνοθετών που κατάφεραν να κάνουν την παρουσία τους αισθητή ανά τα χρόνια, και στο ντόπιο και στο παγκόσμιο κινηματογραφικό προσκήνιο, συμπεριλαμβανομένων των Θεόδωρου Αγγελόπουλου, Νίκου Κούνδουρου, Κώστα Γαβρά, Νίκου Νικολαϊδη, Μιχάλη Κακογιάννη, Τόνιας Μαρκετάκη, Αλέξανδρου Βούλγαρη, Νίκου Γραμματικού, Σταύρου Τορνέ και άλλων.
Παρά τις δυσμενείς συνθήκες, προχωρώντας από την αυγή του 21ου αιώνα, το ελληνικό σινεμά γίνεται συνεχώς πιο παραγωγικό και ελκυστικό στο παγκόσμιο κοινό. Μερικοί μοντέρνοι έλληνες σκηνοθέτες εκπροσωπούνται στην παρακάτω λίστα, με τους Γιάννη Οικονομίδη, Πάνο Χ. Κούτρα, Νίκο Γραμματικό, Αλέξανδρο Βούλγαρη, Κωνσταντίνο Γιάνναρη και Αργύρη Παπαδημητρίου να έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή μεταξύ τους.
Η πρόσφατη παγκόσμια αναγνώρισή του αυξήθηκε με την εμφάνιση ενός σχετικά νέου κινηματογραφικού στυλ, του “Greek Weird Wave” («Ελληνικό Παράξενο Κύμα»), καθιερωμένο από τον «Κυνόδοντα» του Γιώργου Λάνθιμου το 2009, ο οποίος ενέπνευσε και πλέον διευρύνθηκε σε άλλους σκηνοθέτες, όπως η Αθηνά Ραχήλ Τσαγκάρη, Αλέξανδρος Αβρανάς, Μπάμπης Μακρίδης και άλλοι.
Αυτή η λίστα αποτελεί μία προσπάθεια να συγκεντρωθούν οι καλύτερες ελληνικές ταινίες των τελευταίων 18 ετών, με σκοπό οι τίτλοι να είναι όσο πιο αντιπροσωπευτικοί διαφόρων ειδών και σκηνοθετών γίνεται. Για το πρώτο κομμάτι του αφιερώματος (20-15) κλικ εδώ ,για το δεύτερο (14-10) κλικ εδώκαι για το τρίτο (9-5) εδώ.
4. Ο Κυνόδοντας (Γιώργος Λάνθιμος, 2009)
Τρία νέα ενήλικα παιδιά ζουν απομονωμένα στο σπίτι των γονιών τους στα προάστια, σχεδόν χωρίς καμία επαφή με τον έξω κόσμο, αφού, σύμφωνα με τους γονείς τους, ένα παιδί είναι έτοιμο να φύγει από το σπίτι μόνο όταν ο κυνόδοντάς του πέσει. Η πραγματικότητά τους αποτελείται από ότι κατασκευάζουν οι γονείς τους ως πραγματικότητα για εκείνους, με κάθε τι «επικίνδυνο» να παραμορφώνεται σε κάτι αποδεκτό.
«Ο Κυνόδοντας» είναι μία αντισυμβατική, πολυδιάστατη ψυχολογική μεταφορά για τα οικογενειακά αρχέτυπα – όχι μόνο στην ελληνική, αλλά σε κάθε οικογένεια. Τα τρία παιδιά ζουν σε ένα σπίτι που προσομοιάζει με την Εδέμ, με έναν εξουσιαστικό πατέρα-Θεό, με μία πιθανή ψυχαναλυτική σχέση με τη λακανική έννοια του «Νόμου του Πατέρα» και τον συνεπαγόμενό του ρόλο στη μετέπειτα ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού, με αναφορά στα κατά Jung πατρικά και μητρικά αρχέτυπα και την κλασική εξαρτημένη μάθηση του Ivan Pavlov. Σε τελική ανάλυση, η ταινία θέτει ερωτήματα σχετικά με την υποκειμενικότητα της πραγματικότητας, τη δύναμη της οικειότητας σε αντίθεση με τη δύναμη της ελευθερίας και τη σχέση μεταξύ ενστίκτων και μαθημένης συμπεριφοράς.
Με αυτήν την ταινία του, η οποία γέννησε το λεγόμενο “Greek Weird Wave”, ο Γιώργος Λάνθιμος τράβηξε την προσοχή του κόσμου προς το μοντέρνο ελληνικό σινεμά, δημιουργώντας τίποτα λιγότερο από ένα αριστούργημα που αξίζει να το δείτε τουλάχιστον μία φορά.
3. Ο Βασιλιάς (Βασίλης Γραμματικός, 2002)
Ο Βαγγέλης, ένας πρώην ναρκομανής και έμπορος ναρκωτικών, αποφυλακίζεται και αποφασίζει να μετακομίσει στο εγκαταλελειμμένο σπίτι του παππού του στο Νέο Παράδεισο, ένα μικρό χωριό στη νότια Ελλάδα, μακριά από την παλιά του ζωή και κοινωνικό κύκλο, προκειμένου να μείνει καθαρός και να κάνει μια νέα αρχή. Όμως οι ντόπιοι δεν είναι πολύ φιλικοί με τους ξένους και σύντομα θα αρχίσουν να ψάχνουν τρόπους για να τον διώξουν από το χωριό.
«Ο Βασιλιάς» πρόκειται για μια ταινία βασισμένη σε αληθινά γεγονότα που συνέβησαν στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Ο σκηνοθέτης, Νίκος Γραμματικός, χρησιμοποιεί πληροφορίες από τον τύπο και το δικηγόρο του Βαγγέλη Φαρμακόρη για να δημιουργήσει αυτό το εν μέρει αληθινό και εν μέρει φανταστικό διαχρονικό φιλμ για την ξενοφοβία με την πλατιά της έννοια, τον κοινωνικό αποκλεισμό, το φόβο των ανθρώπων προς το άγνωστο και το πώς η κοινωνία, με το να συμπεριφέρεται σε κάποιον σα να τον θεωρεί «πρόβλημα», μπορεί να τον μετατρέψει σε ακριβώς αυτό, δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο.
Οι χαρακτήρες στο χωρίο είναι προσεκτικά διαλεγμένοι για να αποτυπώνουν συμβολικά τη νοοτροπία που μπορεί κανείς να συναντήσει στην επαρχία ή την πόλη, και ο Βαγγέλης Μουρίκης σα Βαγγέλης δίνει μία από τις ίσως καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του, με όλα αυτά να καταλήγουν σε ένα εξαιρετικά δυνατό φίλμ.
2. Νήμα (Αλέξανδρος Βούλγαρης σαν The Boy, 2016)
Το «Νήμα» είναι ένα ψυχαναλυτικό θρίλερ φαντασίας σχετικά με το νήμα που συνδέει τις ζωές της Νίκης, μιας πολιτικής ακτιβίστριας αφιερωμένης στην Αντίσταση, και του γιου της, Λευτέρη. Λαμβάνοντας χώρα σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους, ακολουθεί τον ξεχωριστό αγώνα των δύο χαρακτήρων – απεικονισμένων από την ίδια ηθοποιό, τη συγκλονιστική Σοφία Κόκκαλη, η οποία δικαίως απέσπασε βραβείο για την ερμηνεία της – έναν αγώνα να εκπληρώσουν τους ρόλους τους ή να τους αποφύγουν. Είναι ο ομφάλιος λώρος που τους κρατά ενωμένους μία πηγή αναφοράς μεταξύ τους, μία ζωογόνα εξάρτηση ή μήπως ένας βίαιος περιορισμός; Και πως απελευθερώνεται κανείς από αυτόν;
Ο σκηνοθέτης και μουσικός Αλέξανδρος Βούλγαρης (δημιουργώντας την ταινία ως The Boy) κατασκευάζει ένα δυστοπικό αλλά εύθραυστο κόσμο, ένα αλληγορικό παραμύθι για τον «απογαλακτισμό», για την κληρονομιά που κουβαλάμε αλλά δε διαλέξαμε· για την ακαθόριστη λεπτή γραμμή μεταξύ παρελθόντος και παρόντος, μεταξύ του εαυτού και των άλλων· για την αιμοδιψή πόλη που «σκοτώνει» τους ανθρώπους της, μία πόλη που αδυνατείς να αποφασίσεις αν θα αγαπήσεις ή θα μισήσεις· για την ελευθερία που μας περιορίζει· και για τη σκληρή διαδικασία της εισόδου στην ενηλικίωση.
Η ταινία έχει χαρακτηριστεί ασυνήθιστη, πρωτοποριακή και πειραματική με όρους παραδοσιακής κινηματογραφικής δομής και διήγησης, όμως ο δημιουργός της δεν πειραματιζόταν καθόλου: ήξερε ακριβώς τι ήθελε να κάνει. Και το αποτέλεσμα είναι ένα κινηματογραφικό αριστούργημα που σπανίως έχουμε την ευκαιρία να δούμε στο ελληνικό σινεμά.
1.Ο Αστακός (Γιώργος Λάνθιμος, 2015)
Σε ένα δυστοπικό κόσμο όπου μόνο ζευγάρια ζουν στην Πόλη, ο David, αφού τον αφήνει η γυναίκα του, μεταφέρεται αναγκαστικά στο Ξενοδοχείο, ένα μέρος όπου όσοι είναι μόνοι μένουν για 45 μέρες προκειμένου να βρουν σύντροφο. Αν δεν επιτύχουν, θα μεταμορφωθούν κάποιο ζώο της επιλογής τους, και ο David επιλέγει τον αστακό. Αλλά η αυστηρά οργανωμένη ζωή εκεί τον ωθεί να αποδράσει και να πάει να μείνει στο Δάσος μαζί με εκείνους που αντιστέκονται στο σύστημα, μόνο για να ανακαλύψει πως οι «μοναχικοί» έχουν τη δική τους άκαμπτη τάξη, με την οποία όλοι πρέπει να δρουν αναλόγως.
Όντας μια αλληγορία για την αγάπη και τη μοναξιά, «ο Αστακός» πραγματεύεται την απεγνωσμένη αναζήτηση συντροφικότητας στο σύγχρονο κόσμο, οπού οι άνθρωποι καθορίζονται από την ικανότητα ή ανικανότητα τους να δημιουργήσουν κοινωνικά αποδεκτές σχέσεις. Εξερευνά το διάλογο μεταξύ της φυσικής ανάγκης κάποιου να αγαπηθεί και της εμμονικής αναζήτησης για ταυτότητα μέσω ρομαντικών σχέσεων, μεταξύ ανεξάρτητης ύπαρξης και αίσθησης του ανήκειν, μεταξύ της συνύπαρξης με σεβασμό και της αντίστασης, μεταξύ της επικρατούσας τάξης και των πιο συγκεκαλυμμένων πλευρών της εξουσίας.
Τεχνικά όχι ακριβώς μία ελληνική ταινία, αλλά μια ιρλανδική, γαλλική, βρετανική και ολλανδική παραγωγή από έναν Έλληνα σκηνοθέτη και έναν Έλληνα σεναριογράφο, με ένα εξαιρετικό καστ από διεθνείς ηθοποιούς. «Ο Αστακός» είναι ένα διαμάντι όχι μόνο για τον ελληνικό, αλλά επίσης και για τον παγκόσμιο κινηματογράφο, που αποδεικνύει γιατί ο Γιώργος Λάνθιμος θεωρείται ανάμεσα στους πιο σημαντικούς Έλληνες σκηνοθέτες που εργάζονται σήμερα.