“If a gay wizard casts a spell in a forest and no one is around to hear it, does it make a difference?”
Τον Οκτώβριο του 2007, τέσσερις μήνες μετά την έκδοση του τελευταίου βιβλίου της σειράς της, σε μία συνέντευξη με φαν η συγγραφέας J.K.Rowling ανακοινώνει ότι «πάντα θεωρούσε τον Dumbledore gay».
Και ακολουθεί ο πανικός.
Εξοργισμένοι αναγνώστες κατηγορούν την Rowling ότι προσπαθεί να περάσει την gay agenda της μέσα από παιδικά βιβλία και ορκίζονται να κάψουν τα βιβλία της. Ενθουσιασμένοι αναγνώστες λένε «Επιτέλους! Το ξέραμε! Όλα αυτά τα fanfic που γράφαμε στο LiveJournal για τον Dumbledore και τον Snape είναι πλέον canon!».
Ξεκινάει όμως και μία συζήτηση γύρω από το ερώτημα: Γιατί η συγγραφέας επιλέγει τώρα, μετά το κλείσιμο των βιβλίων της, να κάνει μια τέτοια ανακοίνωση; Και μιλάμε για μια συγγραφέα η οποία έχει ακούσει πολλούς επαίνους για το πως είχε βάλει τόσο μεθοδικά από τα πρώτα βιβλία της στοιχεία και γεγονότα που θα ερχόντουσαν να παίξουν ρόλο στο κλείσιμο της σειράς. Που βρίσκονταν άραγε τα στοιχεία γύρω από τη σεξουαλικότητα του συγκεκριμένου χαρακτήρα; Αν ο χαρακτήρας είναι ομοφυλόφιλος, αλλά αυτό δεν έπαιξε κανένα ρόλο στην ιστορία, ποιος ο λόγος να κάνει μια τέτοια δήλωση;
Το πρόβλημα, προφανώς, δεν είναι ότι ο Dumbledore δεν φόραγε rainbow ρόμπες ή δεν έβλεπε Ru Paul’s Drag Race. Όμως οφείλουμε να αναρωτηθούμε αν αντιμετώπισε δυσκολίες λόγω της σεξουαλικότητας του. Αν μιλούσε ανοιχτά για αυτήν. Αν αντιμετώπισε προβλήματα στην ακαδημαϊκή και εκπαιδευτική του καριέρα. Είναι παράλογο να θεωρήσουμε ότι μια κοινωνία όπως αυτή των μάγων, που υπάρχει διάχυτη μια εμμονή γύρω από την καθαρότητα του αίματος και τη διατήρηση της αγνότητας του, θα ήταν απολύτως εντάξει με αυτό. Νομίζω μπορούμε εύκολα να κάνουμε εικόνα γονείς όπως τον Lucius και την Narcissa Malfoy να κάνουν θέμα γύρω από αυτό. Αλλά ακόμα και αν η κοινωνία των μάγων είναι τόσο πιο μπροστά από τη δική μας σε τέτοια θέματα, πως έφτασαν εκεί; Τι αγώνες δόθηκαν, πως κατακτήθηκε, ποιο ήταν το Stonewall των μάγων;
Στην πραγματικότητα η συγγραφέας, χωρίς να θέλουμε απαραίτητα να δικάσουμε τις προθέσεις της, προσπαθεί retro-actively να εφαρμόσει, με τελείως τεχνητό τρόπο, ένα representation στα έργα της το οποίο δεν υπήρχε αρχικά.
Έχουμε λοιπόν ένα παράδειγμα πολιτικής ορθότητας από τα πάνω. Ως πολιτική ορθότητα από τα πάνω μπορούμε να ονομάσουμε την τάση αυτή, να συμπεριλάβεις σε ένα έργο token χαρακτήρες χωρίς να προκύπτει από το ίδιο το έργο, πολλές φορές κιόλας σαν απάντηση στην κριτική που δέχεσαι ότι το έργο σου δεν είναι αρκετά συμπεριληπτικό.
Αντί δηλαδή οι δημιουργοί να προβληματιστούν γιατί νιώθουν άνετα να δημιουργούν κατά κύριο λόγο λευκούς, cis, straight άνδρες χαρακτήρες και γιατί η κυρίαρχη αφήγηση περιστρέφεται κατά βάση γύρω από αυτούς, απαντούν λέγοντας “όχι να έχω έναν γκέι, έναν μαύρο, δύο Ινδές και μία (μάλλον?) κινέζα χαρακτήρα, πείτε μου μπράβο για το πόσο συμπεριληπτική είμαι».
Και βλέπουμε ότι αυτό σαν τάση δεν ευχαριστεί κανέναν. Σίγουρα δε θα ευχαριστήσει το πιο συντηρητικό κομμάτι, για το οποίο η ύπαρξη μόνο ενός όχι straight χαρακτήρα μπορεί να είναι λόγος να απορρίψει ένα έργο. Δε θα ευχαριστήσει όμως και το κομμάτι που κάνει κριτική για έλλειψη συμπερίληψης. Γιατί στην πραγματικότητα, η κριτική για έλλειψη συμπερίληψης προέρχεται από μια πολύ βαθύτερη αμφισβήτηση, που δεν λύνεται στα πλαίσια διαφημιστικών τύπου κόλπων, σαν αυτά για τα οποία συχνά κατηγορείται η Rowling.
Είναι η αμφισβήτηση της κυρίαρχης αφήγησης, η οποία γίνεται μέσα από την οπτική του λευκού άνδρα πρωταγωνιστή. Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από αυτόν, τις δράσεις και τις σκέψεις του, όπου έχουμε την ευκαιρία να βιώσουμε τα συναισθήματα του και να ταυτιστούμε μαζί του. Αν δεν πέφτουμε σε αυτό το μοντέλο μπορούμε να υπάρχουμε, αλλά σαν δευτερεύοντες χαρακτήρες. Ή σαν κομπάρσοι. Ή σαν γυναίκες κορεάτικης καταγωγής που γίναμε φίδια και πλέον είμαστε κατοικίδια ενός άνδρα (looking at you Rowling with your Nagini bullshit).
Ως άτομα, ταυτιζόμαστε λόγω ενσυναίσθησης. Ταυτιζόμαστε με χαρακτήρες που μας μοιάζουν, που έχουν παρόμοια εμφάνιση με εμάς, που έχουν παρόμοιες εμπειρίες. Για πάρα πολλά χρόνια πολύ μεγάλο κομμάτι του κοινού έψαχνε να βρει χαρακτήρες για να ταυτιστεί σε αυτό το ευρύ φάσμα δευτερευόντων, μισοδουλεμένων, obscure χαρακτήρων. Όμως τα φεμινιστικά και ΛΟΑΤΚΙΑ+ κινήματα από τα μέσα των 00s και μετά έφεραν πάλι στο προσκήνιο το ζήτημα της ορατότητας και της συμπερίληψης. Θέλουμε να ακουστούν και οι δικές μας ιστορίες, τα δικά μας βιώματα, θέλουμε πρωταγωνιστ@ που μας μοιάζουν. Δε θέλουμε άλλες ιστορίες που έρχονται για να επιβεβαιώσουν την κυρίαρχη αφήγηση. Έχουμε θέμα με την κυρίαρχη αφήγηση. Η κυρίαρχη αφήγηση χρησιμοποιείται για την αναπαραγωγή του μισογυνισμού, του ρατσισμού, της ομοφοβίας, της τρανσφοβίας.
Η μαζική κουλτούρα προσπαθεί χρησιμοποιώντας την από τα πάνω αυτή πολιτική ορθότητα να ενσωματώσει το αίτημα αυτό χωρίς να απαντήσει όμως στο ζήτημα της κυρίαρχης αφήγησης. Και πιθανώς να είναι και αδύνατο στο υπάρχον οικονομικό και κοινωνικό σύστημα να μπορέσει όντως να ξεπεραστεί η αφήγηση αυτή. Θα υπάρχουν βέβαια παραδείγματα που θα την αμφισβητούν, όμως αυτό δεν μπορεί να γίνει σε γενικευμένη κλίμακα όσο ζούμε σε μια κοινωνία που βασίζεται στη εκμετάλλευση και στην ανισότητα.
Μπορούμε όμως να βρούμε τρόπους να δημιουργήσουμε τέχνη που θα είναι όντως πιο συμπεριληπτική και θα συνεισφέρει στην αναίρεση της κυρίαρχης αντίληψης. Ένα από τα πιο βασικά προβλήματα είναι ότι στην πλειονότητα τους οι δημιουργοί μαζικής κουλτούρας είναι λευκοί, cis, straight άνδρες. Και κατά βάση δημιουργούμε με βάση τα βιώματά μας και τις παραστάσεις μας. Άρα αν οι περισσότεροι δημιουργοί είναι λευκοί, cis, straight άνδρες που γράφουν με βάση τα βιώματα τους, τότε και οι περισσότερες ιστορίες θα αφορούν λευκούς, cis, straight άνδρες. Σωστά;
Όχι. Ακόμη και αν τα βιώματα σου είναι αυτά, αυτό δε σημαίνει ότι δε μπορείς να γράψεις για το βίωμα κάποιου άλλου. Σαν δημιουργός θα έχεις στον κύκλο σου γυναίκες, people of color, LQBTQIA+ άτομα, άτομα διαφορετικής εθνικότητας, από διαφορετικά ταξικά background. Αν όχι, υπάρχει κάποιο βαθύτερο πρόβλημα. Άρα οι αναπαραστάσεις υπάρχουν, το θέμα είναι κατά πόσο είναι διατεθειμένος ο δημιουργός να τις ακούσει, να τις εξετάσει και να προσπαθήσει να διευρύνει την αντίληψη του. Είναι παράλογο να θεωρούμε ότι το βίωμα ενός ιππότη που σκοτώνει δράκους και ο κακός warlock έχει σκοτώσει όλη την οικογένεια του και την μία και μοναδική του αγάπη και τώρα διψάει για εκδίκηση είναι πιο κοντά στο δημιουργό από αυτό μιας queer γυναίκας.