«Ξύπνα Πέτρο, έγινε πόλεμος»
Πώς εξηγείς σε ένα παιδί τι είναι ο πόλεμος; Πώς καταφέρνεις τη στιγμή που αρχίζει να μαθαίνει τι είναι η ζωή να του εξηγήσεις τι είναι ο θάνατος; Και ποια εξήγηση μπορείς να βρεις όταν καταλάβει τελικά και σε ρωτήσει «τότε γιατί αλληλοσκοτώνονται οι άνθρωποι στους πολέμους;»;
«Όποια λέξη δεν της αρέσει δεν την γράφει» συνειδητοποιεί ο Πέτρος για τη Δροσούλα. Και γι’ αυτό δεν μπορεί να ολοκληρώσει μόνη της το πανό «Λευτεριά ή Θάνατος». Γιατί τον θάνατο αρνείται να τον γράψει, αρνείται να τον σκέφτεται, πόσο μάλλον να συμβιβαστεί μαζί του. Κι έτσι ο Πέτρος μαθαίνει, εν μέσω πολέμου και καθημερινών εικόνων φρίκης, τι σημαίνει η ζωή, τι σημαίνει να αγωνίζεσαι για να ζήσεις, για να επιβιώσεις από τις κακουχίες και για να ελευθερωθείς. Μαζί του, συνοδοιπόροι στον μεγάλο του περίπατο γινόμαστε όλοι εμείς, μικροί και μεγάλοι που διαβάζουμε τη διήγηση της επιβίωσης του στην Αθήνα της Κατοχής, όπως μας την έχει εξιστορήσει η τρυφερή αλλά και πολιτικά αιχμηρή πένα της Άλκης Ζέη.
Ο «Μεγάλος Περίπατος του Πέτρου» δεν είναι ένα βιβλίο που εξηγεί στα παιδιά τι είναι ο πόλεμος. Είναι ένα βιβλίο που διηγείται σε εμάς πώς φαίνεται αυτός ο αιματηρός παραλογισμός μέσα από τα μάτια ενός αθώου μικρού παιδιού. Πρόκειται για ένα απ’ τα κορυφαία και δημοφιλέστερα έργα της Άλκης Ζέη, υπόδειγμα συνομιλίας της λογοτεχνίας με την ιστορία, του οποίου οι χαρακτήρες μένουν για πάντα χαραγμένοι στο νου μας σε όποια ηλικία κι αν το διαβάσαμε. Η λογοτεχνική αξία του έργου και η αγάπη τόσων αναγνωστικών γενιών για τον Πέτρο, τη Δροσούλα, το Σωτήρη και τους υπόλοιπους ήρωές του καθιστούν τη διασκευή του σε comic που κυκλοφορεί απ’ τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε ένα απ’ τα πιο αξιοσημείωτα εκδοτικά γεγονότα της χρονιάς που πέρασε.
Τη διασκευή του σεναρίου ανέλαβε η Αγγελική Δαρλάση, η οποία με σεβασμό στο πρωτότυπο έργο διατήρησε μια αρκετά πίστη σε αυτό αφήγηση. Όπως αναφέρουν οι ίδιοι οι συνδημιουργοί του έργου στο επιλογικό τους σημείωμα, για τη διασκευή του έργου σε comic είχε συμφωνήσει η ίδια η -προσφάτως εκλιπούσα- Άλκη Ζέη, η οποία, αφού συζήτησαν το σχέδιό τους και συμφώνησαν να το προχωρήσουν, τους αποχαιρέτησε πειρακτικά λέγοντάς τους «σας λυπάμαι». Πράγματι, το έργο στο οποίο κλήθηκαν να ανταποκριθούν οι συνδημιουργοί της comic διασκευής του έργου ήταν εξαρχής πολύ δύσκολο. Ένα βιβλίο που έχει γραφτεί το 1970, έχει αγαπηθεί από γενιές παιδιών και μεγάλων, έχει μεταφερθεί στην οθόνη και σε θεατρική παράσταση και το οποίο ως βιβλίο δεν είναι και μικρό σε μέγεθος, αποτελεί μία πρόκληση να διασκευαστεί ξανά σήμερα σε ένα νέο μέσο διατηρώντας παράλληλα το ενδιαφέρον του κοινού. Σε αυτή την πρόκληση τελικά ανταποκρίθηκαν επαρκέστατα και οι δύο δημιουργοί, προσφέροντάς μας μία κλασσική ιστορία της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας σε νέα comic μορφή, διατηρώντας όμως τον πυρήνα του πρωτότυπου έργου.
Η σημαντικότερη αλλαγή βρίσκεται στο αφηγηματικό ύφος των δύο έργων. Στο πρωτότυπο κείμενο αφηγητής είναι ο Πέτρος, ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, ο οποίος διηγείται την ιστορία του μέσα από την δική του οπτική γωνία και με τα δικά του λόγια και συνεπώς και με τα όρια που θέτει η ηλικία του. Έτσι με το αθώο παιδικό ύφος του αφηγητή της η Ζέη είχε επιτύχει να μιλήσει με απλό τρόπο για πολύ σκληρές εποχές και καταστάσεις και παράλληλα να αξιοποιεί εύστοχα και την παιδική ψυχοσύνθεση προκειμένου να ελαφρύνει το βαρύ κλίμα με χιουμοριστικά στοιχεία, παρεξηγήσεις και αθώες παιδικές σκέψεις. Αντίθετα η Δαρλάση στο comic δεν ακολουθεί το ίδιο αφηγηματικό ύφος. Εκεί δεν υπάρχει κεντρικός αφηγητής, αφού η ιστορία εκτυλίσσεται κυρίως μέσω διαλόγων που ταιριάζουν περισσότερο στην φόρμα ενός comic. Αποφεύγεται δηλαδή η χρήση πλαισίων όπου θα μιλά ο αφηγητής (όπως συμβαίνει στο πρωτότυπο έργο) αλλά κυριαρχούν σχεδόν εξ ολοκλήρου τα συννεφάκια των διαλόγων, μέσω των οποίων κινείται κυρίως η ιστορία. Επειδή όμως εάν μεταφέρονταν μόνο οι διάλογοι του βιβλίου θα χανόντουσαν σημαντικά κομμάτια του συνολικού πλούτου της πρωτότυπης ιστορίας και της λογοτεχνικής της αξίας, η Δαρλάση εντάσσει πολλά απ’ τα μη διαλογικά σημεία του βιβλίου με τη μορφή διαλόγων. Πρόκειται για μία εύστοχη επιλογή, η οποία δείχνει ότι τόσο η ίδια όσο και ο συνδημιουργός της είχαν πλήρη συναίσθηση της φόρμας των comics και του τρόπου που μπορούν να αξιοποιήσουν βέλτιστα της αρετές αυτης.
Διαφέρει όμως η αναγνωστική εμπειρία του έργου αν προτιμήσεις να το διαβάσεις από το comic αντί από το βιβλίο; Αυτή είναι μια εύλογη απορία, ειδικά όταν πρόκειται για ένα κείμενο προσιτό -και πολύ δημοφιλές- στις μικρότερες ηλικίες. Η απάντηση είναι ότι σαφώς πρόκειται για διαφορετική εμπειρία. Η φόρμα των comics έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες, τις συμβάσεις της και τα όριά της. Σίγουρα η δεξιοτεχνία της γραφής της Άλκης Ζέη όπως ξεδιπλώθηκε στο πρωτότυπο έργο της δεν μπορεί να ξεδιπλωθεί πλήρως σε μία διασκευή σε οποιοδήποτε μέσο (είτε σε comic, είτε στην τηλεόραση, είτε στο θέατρο). Όμως ο σεβασμός με τον οποίο έχει επεξεργαστεί η Αγγελική Δαρλάση το πρωτότυπο κείμενο διατηρεί πολλές από τις αρετές του ύφους και της γλώσσας της Άλκης Ζέη. Έτσι ο αναγνώστης του comic δεν θα έρθει αντιμέτωπος με μία ιστορία ξεκοκαλισμένη από τις λογοτεχνικές του αρετές αλλά με μία καλά φροντισμένη comic μεταφορά.
Αντίστοιχα και το σχέδιο του Δημήτρη Μαστώρου είναι υψηλού καλλιτεχνικού επιπέδου και αισθητικής, παρ’ όλο που πρόκειται μόλις για το δεύτερο comic που σχεδιάζει (μετά το πιο πειραματικό αλλά εξίσου όμορφο και ιδιαίτερο Εξάρχεια – Το πικρό νεράντζι). Το ασπρόμαυρο σχέδιο του Μαστώρου εναλλάσσει αποχρώσεις του γκρι δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στην αντίθεση σκοταδιού – φωτός. Το μεγαλύτερο μέρος του το comic αποτελείται από σκοτεινά καρέ, τα οποία συμβαδίζνου με το ιστορικό background εντός του οποίου εκτυλίσσεται η υπόθεση. Η μουντάδα των χρωμάτων της παλέτας του Μαστώρου συμπίπτει με το σκοτεινό ιστορικό πλαίσιο αλλά και με τη ψυχοσύνθεση του λαού και κατά συνέπεια των πρωταγωνιστών της ιστορίας. Αντίθετα, όταν ο Μαστώρος επιλέγει να σχεδιάσει φωτεινότερα καρέ συνήθως πρόκειται για χαρούμενα σημεία της ιστορίας, είτε οικογενειακής χαράς, είτε αντιστασιακής δράσης. Επιπλέον ένα άλλο ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο του σχεδίου του Μαστώρου είναι η αφαιρετικότητα την οποία επιλέγει σε κάποια σημεία, όπως στην εικονογράφηση του πλήθους που οι γραμμές του σχεδίου θολώνουν και ελαττώνεται ο ρεαλισμός του σχεδιασμού των χαρακτήρων και των τοπίων. Αντίστοιχα με δημιουργικό τρόπο έχει σχεδιάσει και τις γραμματοσειρές που συνοδεύουν τα σκίτσα του, οι οποίες σε μερικές στιγμές απομακρύνονται απ’ την τυποποιημένη τους μορφή, επηρεάζονται απ’ την εικόνα (για παράδειγμα όταν μεταφέρουν δυνατούς ήχους) ή συμβάλλουν κι αυτά στην αφαιρετικότητα κάποιων σκηνών (πολλές φορές όταν το πλήθος θολώνει, οι διάλογοι αποτυπώνονται με μουτζούρες αντί για γράμματα).
Συνολικά η comic διασκευή του «Μεγάλου Περίπατου του Πέτρου» είναι μία πολύ προσεγμένη μεταφορά και παράλληλα ένα comic υψηλών προδιαγραφών, από αυτά που ξεχωρίζουν αμέσως στην -εξαιρετικά ταλαντούχα αλλά συνήθως χαμηλού budget- ελληνική comic σκηνή. Φυσικά η αναγνωρισιμότητα του δημοφιλούς πρωτότυπου έργου και η μακρόχρονη αγάπη του αναγνωστικού κοινού για τη συγγραφέα αποτελούσαν εξαρχής δικλείδες ασφαλείας για την πιθανότατη εκδοτική του επιτυχία. Όμως εφόσον αυτή πράγματι επιτευχθεί δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί η εξαιρετική δουλειά των συνδημιουργών του τόμου, της Αγγελικής Δαρλάση και του Δημήτρη Μαστώρου, οι οποίοι προερχόμενοι από νεότερες γενιές από εκείνη της Άλκης Ζέη διαπλάθουν το έργο με τη δική τους ματιά που εμπεριέχει αφενός έναν τρόπο επικοινωνίας εγγύτερο στους σημερινούς νέους (για τους οποίες το ιστορικό πλαίσιο της Κατοχής αποτελεί μακρινό παρελθόν) και αφετέρου τον βαθύ σεβασμό στη διαχρονική αξία του πρωτότυπου έργου και της ίδιας της δημιουργού του.
Αντί επιλόγου αξίζει να προβληματιστούμε με το ζήτημα της παρουσίας (και της απουσίας) του έργου της Άλκης Ζέη στο εκπαιδευτικό σύστημα. Σε μία εξομολογητικού ύφους ομιλία της πριν λίγα χρόνια, η Άλκης Ζέη με πλήρη συνείδηση είχε διαπιστώσει ότι «πολλοί πάλεψαν το Καπλάνι να μην μπει στα σχολεία και να μην μπω κι εγώ φυσικά» κατηγορώντας το απαρχαιωμένο και συντηρητικό εκπαιδευτικό σύστημα, με του οποίου τις στείρες παιδαγωγικές μεθόδους αρκετοί δάσκαλοι και καθηγητές μέσης εκπαίδευσης δεν συμβιβάστηκαν. Έτσι τα έργα της Άλκης Ζέη αποτελούν μέχρι σήμερα στα σχολεία (με περισσότερο ή λιγότερο θεσμικούς τρόπους) έναν απ’ τους πιο προσιτούς για τα παιδιά τρόπους να μάθουν (είτε στο μάθημα της Λογοτεχνίας είτε στο πλαίσιο σχολικών εορτών) για το παρελθόν σε μία γλώσσα κατανοητή, που όμως δεν αποσιωπά τις πιο σκληρές ή σκοτεινές πτυχές του, όπως κάνει συχνά στον αντίποδα το επίσημο εθνικό αφήγημα. Υπό αυτό το πρίσμα, η comic διασκευή του έργου μπορεί να αποτελέσει την αφορμή για να έρθουν πολλά ακόμα νέα παιδιά σε επαφή με την ιστορία του Πέτρου και ως εκ τούτου και με το ιστορικό παρελθόν εντός του οποίου εκτυλίσσεται, με σκοπό να μην ξεχαστεί αυτό το παρελθόν. Τα προηγούμενα χρόνια ζήσαμε τις επιπτώσεις της λήθης του παρελθόντος του τόπου μας και των εγκλημάτων του φασισμού σε αυτόν (και συνολικά στην ανθρωπότητα φυσικά). Τα έργα της Άλκης Ζέη με τους τρυφερούς τους χαρακτήρες, το προσιτό στα παιδιά ύφος του και τις ιστορικές και πολιτικές πτυχές του καταφέρνουν μέχρι σήμερα να βοηθούν εμάς (αλλά και τις νεότερες γενιές) να μην ξεχνάμε. Κι αυτή είναι μία ανεκτίμητη αρετή.