
Η καταξιωμένη σειρά κόμικ ιστορικής θεματολογίας του Θανάση Πέτρου έκανε τον Μάρτιο την επιστροφή της, με τον τίτλο «1941: Αυστηρά Συσκότισις» να λαμβάνει χώρα στη Θεσσαλονίκη την περίοδο της Κατοχής. Έτσι η νέα αυτή ιστορία πιάνει το νήμα αμέσως μετά το προηγούμενο μέρος της σειράς, 1936: Ετοιμόρροπη Δημοκρατία, του οποίου η ιστορία είχε ολοκληρωθεί στην ίδια πόλη με τα γεγονότα του αιματοβαμμένου εργατικού Μάη του ’36 και την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από τον δικτάτορα Μεταξά.
Η σειρά αυτή έχει ήδη κερδίσει τις καρδιές πολλών φίλων της 9ης Τέχνης με την προσεγμένη της γραφή, την έμφαση στην ιστορική ακρίβεια, το ξεχωριστό της σχέδιο και τη χαρακτηριστική της χρωματική παλέτα. Ταυτόχρονα, όμως, έχει κερδίσει το ενδιαφέρον και των ίδιων των ιστορικών, με τον καλλιτέχνη να έχει συνομιλήσει πλέον αρκετές φορές σε εκδηλώσεις με επιστήμονες της νεότερης-σύγχρονης Ιστορίας (χαρακτηριστική είναι και η εκτενής ιστοριογραφική βιβλιογραφία που παρατίθεται στο τέλος της έκδοσης). Παραδείγματα αποτελούν η συμμετοχή του σε εκδήλωση για τις «πολλαπλές αναγνώσεις του παρελθόντος» στο φεστιβάλ Ιστορίας των Α.Σ.Κ.Ι., αλλά και η προ ολίγων εβδομάδων παρουσίαση του 1941, η οποία έγινε στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης 2025 με τη συμμετοχή του αναπληρωτή καθηγητή σύγχρονης Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας ΑΠΘ Στράτου Δορδανά. Η παραπάνω παρουσίαση που έγινε στη ΔΕΒΘ ήρθε σε μια συγκυρία μάλιστα όπου η σύγχρονη Ιστορία καταλαμβάνει μέρος του δημόσιου διαλόγου στην πόλη, με αφορμή την ανακάλυψη ομαδικών τάφων ανταρτών απέναντι ακριβώς από τις φυλακές-κολαστήριο του Γεντί Κουλέ, στα Κάστρα της πόλης, είδηση που ενδεχομένως τροφοδότησε και το ζωηρό ενδιαφέρον με το οποίο έγινε δεκτή η εκδήλωση αυτή από τον κόσμο της έκθεσης.
Μνήμες Θεσσαλονίκης
Τόπος διεξαγωγής της πλοκής γίνεται και πάλι η Θεσσαλονίκη, στην οποία έχει εγκατασταθεί ο Γιώργος Αμπατζής. Η αφήγηση καλύπτει την περίοδο από το 1937, αμέσως δηλαδή μετά το τέλος του προηγούμενου κόμικ, μέχρι και την απελευθέρωση της πόλης από τον ΕΛΑΣ το 1944.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Πέτρου με μοναδικό τρόπο καταφέρνει να αποδώσει αφηγηματικά τις φρικτές συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων της πόλης κατά τη διάρκεια τόσο της ιταλικής όσο και της γερμανικής φασιστικής Κατοχής. Ιστορικά γεγονότα που έχουν αφήσει το ζοφερό τους στίγμα στη συλλογική μνήμη του τόπου παρουσιάζονται με τρόπο ουσιαστικό κι όχι επιφανειακό, αφού ο καλλιτέχνης τα ανακατεύει με τα συναισθήματα που προκαλούσαν στους τότε κατοίκους της πόλης. Έτσι, ο αναγνώστης έχει την δυνατότητα να κατανοήσει το κλίμα την εποχή του λιμού του σκληρού χειμώνα του 1941 στη Θεσσαλονίκη και φρικτών φασιστικών εγκλημάτων όπως το «Μαύρο Σάββατο» στην Πλατεία Ελευθερίας της πόλης. Η κακομεταχείριση των Εβραίων της πόλης δεν παρουσιάζεται απλά επιγραμματικά, αφού αναδεικνύεται και ο τεράστιας σημασίας ρόλος που είχε η εβραϊκή κοινότητα της πόλης (για αιώνες) στην οικονομική και κοινωνική ζωή της.

Η εποχή μέσα από τους χαρακτήρες
Όμως το νέο κόμικ δεν πετυχαίνει απλώς μία ενδιαφέρουσα ιστορική αναδρομή, αλλά και έναν αναστοχασμό στην πολιτική συζήτηση και την οικονομική κατάσταση του πληθυσμού που αποδίδεται μέσα από τους χαρακτήρες του κόμικ.
Συγκεκριμένα, μέσα από την οικογένεια με την οποία ζει πλέον ο Αμπατζής, με τον ίδιο να έχει ερωτευτεί μια γυναίκα με την οποία πλέον κατοικούν μαζί στην Άνω Πόλη. Με πολύ ωραίο τρόπο ο Πέτρου προσδίδει στην οικογένεια αυτήν ένα κλίμα μικρόκοσμου φαινομένων που απασχολούσαν συνολικά τον τόπο, όπως ο μαυραγοριτισμός αλλά και οι πολιτικές ζυμώσεις που από ένα σημείο και μετά άρχισαν να απασχολούν ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού που έβλεπε πως μόνη λύση στη βαρβαρότητα και τη θηριωδία που είχε γίνει καθεστώς ήταν η συστράτευση στον αντιστασιακό αγώνα. Συγκεκριμένα, οι χαρακτήρες λειτουργούν ως εκφραστές αντιλήψεων και εκπρόσωποι τάσεων της περιόδου, όπως ο γιος της γυναίκας του Αμπατζή, του οποίου η πορεία γίνεται αντικείμενο αφήγησης από τη στιγμή που γυρνάει από τον πόλεμο ενάντια στον ιταλικό φασισμό έως την κατάληξή του ως μαυραγορίτη, ή από την εντελώς αντίθετη μεριά η αδελφή του, που εμπλέκεται σε κύκλους της ΕΠΟΝ.
Με τον τρόπο αυτόν, το τεταμένο κλίμα της κοινωνίας μεταφέρεται και εντός της πρωταγωνιστικής οικογένειας με δεξιοτεχνία. Ακόμα, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο Πέτρου αποφεύγει τη σκιαγράφηση χαρακτήρων που μοιάζουν με καρικατούρες: ο γιος δεν είναι απλά ένας μαυραγορίτης, αλλά ο αναγνώστης παρακολουθεί όλη την πορεία και τις ψυχολογικές, οικονομικές του διακυμάνσεις από τον πόλεμο έως την κατάληξή του αυτή, χωρίς μάλιστα αυτό να μονοπωλεί την πλοκή. Ενώ ταυτόχρονα η αφήγηση αποδεικνύεται ιδιαίτερα διεισδυτική σε κοινωνικά φαινόμενα της εποχής όπως ο μαυραγοριτισμός, αφού σύντομα και απλά παρουσιάζεται το πώς αυτός εξελίχθηκε, τι μορφή πήρε, με παράλληλη ανάδειξη και του αδίστακτου χαρακτήρα των ίδιων των μαυραγοριτών. Με τον τρόπο αυτόν, αποδίδεται στην αφήγηση μια έμφαση στις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που θυμίζει το λογοτεχνικό ρεύμα του νατουραλισμού, εφαρμοσμένο σε ένα έργο με πολλά κοινά με το ιστορικό μυθιστόρημα (που ως φόρμα είχε ούτως ή άλλως συνδεθεί με το συγκεκριμένο ρεύμα). Όμως αξίζει μια αναφορά και στο πόσο προσεκτικά ξετυλίγεται η αφήγηση του Πέτρου, με τον ίδιο π.χ. με τη σταθερή προοικονομία της ένταξης της κόρης στην ΕΠΟΝ να βάζει τον αναγνώστη σε θέση να αναρωτιέται αν πράγματι πρόκειται για αυτό που ο ίδιος φαντάζεται ή όχι.

Σχέδιο με νατουραλιστική αισθητική
Έτσι ο Θανάσης Πέτρου καταφέρνει σε μόλις 100 περίπου σελίδες να χωρέσει όλα αυτά τα σημαντικά γεγονότα και το κοινωνικό κλίμα της περιόδου 1937-1944, όμως δεν είναι μόνο η γραφή του άξια επαίνου, αλλά και το σχέδιό του να κερδίζει αμέσως τις εντυπώσεις. Συγκεκριμένα, ο καλλιτέχνης αξιοποιεί την γνώριμη χρωματική παλέτα του με έμφαση σε μουντά χρώματα, ίσως ιδιαίτερα στο μπεζ, το καφέ και σε κάποια σημεία και στο γκρίζο. Το αποτέλεσμα είναι μια οπτική διάσταση του κόμικ που μοιάζει εντελώς «ανθρώπινη» και καθημερινή και που συμβαδίζει πλήρως με τον νατουραλιστικό χαρακτήρα της γραφής, με την πρώτη μάλιστα να μην κουράζει καθόλου (όπως θα γινόταν ίσως με την επαναλαμβανόμενη χρήση πιο έντονων χρωμάτων ή αποχρώσεων).
Ακόμα, σε ό,τι αφορά το σχέδιο, ειδική μνεία πρέπει να γίνει στην εικαστική απεικόνιση της ίδιας της πόλης της Θεσσαλονίκης. Ο Πέτρου προσέχει ιδιαίτερα το φόντο του κάθε πάνελ, στο οποίο πολλές φορές θαυμάζει κανείς όχι απαραίτητα λεπτομερείς αλλά πολύ ακριβείς αναπαραστάσεις του αστικού χώρου: το «πέταλο» της Πλατείας Αριστοτέλους, σημεία των Κάστρων και της Άνω Πόλης και στενάκια της Αγοράς Μοδιάνο, είναι ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Επιλογικά
Συνολικά, πρόκειται για ένα κόμικ που εμφανώς επιτυγχάνει σε ό,τι βάζει στόχο και που δικαιώνει τον χαρακτηρισμό του ιστορικού Αντώνη Λιάκου για τα κόμικς ως «ένα διεισδυτικό μέσο δημόσιας Ιστορίας στο ευρύ κοινό». Με τη σειρά να καταπιάνεται με ολόκληρη την περίοδο από τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο και τον Εθνικό Διχασμό έως και την Απελευθέρωση από τους ναζί, μένει κανείς να σκέφτεται πόσο ενδιαφέρον θα έχει ενδεχομένως ένα 6ο μέρος της ιστορίας, που θα πιάνει το νήμα της πλοκής από την Απελευθέρωση του 1944, για να πάει παρακάτω, στην περίοδο του Εμφυλίου…