«Είναι σίγουρα κάποιο στοιχειωμένο τρένο», αναφώνησε η Φωτεινή που βρέθηκε με τον αδελφό της Άλκη σε έναν σταθμό της πόλης που για χρόνια ήταν πλέον εγκαταλελειμμένος. Όμως -παρόλο που σε αυτό το σκηνικό προστίθεται κι ένας εισπράκτορας ζόμπι- δεν πρόκειται εδώ να μιλήσουμε για μία ιστορία τρόμου, αλλά για μία ευχάριστη παιδική περιπέτεια με επίκεντρο ένα ταξίδι στο χρόνο.
Τον Πέτρο Χριστούλια τον γνωρίζουμε από τα comics του, για κάποια από τα οποία μάλιστα είναι και βραβευμένος, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το Ψηφιδωτό (σε συνεργασία με τον Τάσο Ζαφειριάδη), το οποίο ξεχώρισε στα περσινά Ελληνικά Βραβεία Κόμικς 2021 τιμώμενο με τρία βραβεία, μεταξύ των οποίων και εκείνο του Καλύτερου Κόμικ της χρονιάς. Όμως το έργο του Χριστούλια δεν εξαντλείται στην comic δημιουργία. Αντιθέτως, είναι ιδιαίτερα δραστήριος στην εικονογράφηση βιβλίων (κατά βάση παιδικών – εφηβικών), τομέα στον οποίο επίσης έχει ξεχωρίσει κι έχει κερδίσει διακρίσεις για το έργο του. Με την Ατμομηχανή του Χρόνου πλέον κάνει το ντεμπούτο του και στη συγγραφή. Δεν είναι βεβαίως η πρώτη φορά που αναλαμβάνει τη συγγραφή σεναρίου και διαλόγων, το έχει ξανακάνει, προφανώς, για τα comics του. Όμως για πρώτη φορά αναμετριέται με τη συγγραφή ενός βιβλίου παιδικής λογοτεχνίας, το οποίο μάλιστα διακοσμεί ο ίδιος με την πάντα υπέροχη εικονογράφησή του.
Η πλοκή του βιβλίου αφορά την περιπέτεια του Άλκη και της Φωτεινής, δύο αδελφών που αποφάσισαν να ακολουθήσουν έναν μυστηριώδη άνδρα από το σπίτι τους σε έναν εγκαταλελειμμένο σταθμό τρένου και κατέληξαν να ταξιδεύουν μαζί του πίσω στο χρόνο. Προκειμένου να επιστρέψουν στην εποχή τους θα πρέπει να βρουν τον άγνωστο αυτόν άντρα και να λύσουν το μυστήριο των ταξιδιών του στο χρόνο.
Η ιστορία κινείται με γρήγορους ρυθμούς, με ευχάριστη διάθεση, συγκινητικές στιγμές, χιουμοριστικούς διαλόγους και ανατροπές που θα συναρπάσουν τους μικρούς αναγνώστες. Ο Άλκης και η Φωτεινή είναι δύο ευχάριστοι χαρακτήρες, που παρά τις λογομαχίες και τους αδελφικούς τσακωμούς, γνωρίζουν πότε και πώς πρέπει να συνεργαστούν προκειμένου να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους. Επιπλέον, αν και εμφανίζονται αρχικά καχύποπτοι, ακολουθώντας τον μυστηριώδη άντρα στο ταξίδι στον χρόνο, στην πραγματικότητα είναι αγαθά παιδιά, που με ανιδιοτέλεια θα βοηθήσουν με όλες τους τις δυνάμεις να λυθούν τα προβλήματα των μικρών και μεγάλων τους φίλων. Το μόνο που αποζητούν για εκείνους είναι να επιστρέψουν στο σπίτι τους, στην οικογένειά τους.
Σημαντικό ρόλο στην ιστορία -έστω υπόρρητα- παίζει η Χαλκίδα, στην οποία έχει μεγαλώσει και ζει ο Πέτρος Χριστούλιας και η οποία βρίσκεται συνεχώς στο φόντο της πλοκής, τόσο στην σύγχρονη όσο σε παρελθούσα -προ δεκαετιών- μορφή της. Οι ψηλές πολυκατοικίες του παρόντος έρχονται σε αντίθεση με τα χαμηλά σπίτια του παρελθόντος, ενώ διαφέρουν η εξωτερική εμφάνιση των κατοίκων, οι καθημερινές τους συνήθειες, ακόμα και η ομιλία τους, δημιουργώντας χιουμοριστικές καταστάσεις στους πρωταγωνιστές. Μάλιστα, το αποκορύφωμα της ιστορίας είναι εμπνευσμένο από μία εντελώς αναπάντεχη αληθινή ιστορία του παρελθόντος, που έλαβε χώρα στη Χαλκίδα, την οποία ανακάλυψε ο δημιουργός σε δημοσίευμα στον Τύπο της δεκαετίας του 1950 και ενέταξε με ευφυή τρόπο στην ιστορία του.
Ξεχωρίζει, φυσικά, στο βιβλίο η εικονογράφηση του Χριστούλια, οι γραμμές της οποίας είναι γνώριμες στους τακτικούς αναγνώστες του έργου του. Οι συνοδευτικές εικόνες ζωντανεύουν την αφήγηση και κάνουν ακόμα πιο ευχάριστη την εμπειρία της ανάγνωσης του βιβλίου. Με το καρτουνίστικο σχεδιαστικό του στυλ δημιουργεί χιουμοριστικές καταστάσεις που θυμίζουν τα comics του, ενώ αρπάζει παράλληλα την ευκαιρία για να εικονογραφήσει την δική του προσωπική Χαλκίδα του παρελθόντος και τους ανθρώπους της με το χαρακτηριστικό του στυλ.
Κινητήριος μοχλός της πλοκής είναι η προσωπική ιστορία μίας μοναχικής γυναίκας, ηλικιωμένης πλέον, που το μόνο που αποζητά είναι κάποιον να της κρατά λίγη συντροφιά. Ο Χριστούλιας, χωρίς να μελοδραματοποιεί το βίωμα της ηρωίδας του, στέλνει ένα τρυφερό μήνυμα σε μικρούς και μεγάλους, παροτρύνοντάς μας να νοιαζόμαστε τους γύρω μας (ακόμα κι αν δεν τους γνωρίζουμε) και να μην αφήνουμε τους ανθρώπους μοναχικούς. Γιατί ακόμα και μία επίσκεψη για ένα ποτήρι νερό μπορεί να κάνει τη διαφορά.