Γράφει ο Αλέξανδρος Στεργιόπουλος από το periodiko.gr
H μετάφραση έργου διαχρονικού, κλασικού, μοιάζει με αντικατοπτρισμό που επιμένει. Το είδωλο είναι τόσο κοντά και το αντικείμενο τόσο μακριά. Ο παρατηρητής –ο μεταφραστής- όσο πλησιάζει το είδωλο τόσο απομακρύνεται από το αντικείμενο. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να ξεπεράσει το είδωλο. Μέχρι εκεί φτάνει. Εκεί είναι το όριο της μετάφρασης, στην εικόνα που σου δίνει το αντικείμενο της μετάφρασης. Ο μεταφραστής πατά σε έδαφος γεμάτο γυάλινα θραύσματα και προσπαθεί να ελέγξει τον ήχο του. Ο ήχος του ραγίσματος, του θροΐσματος, διαλύει το αντικείμενο πίσω από το είδωλο του. Καλύτερα του δίνει το σύνθημα να εξαφανιστεί. Γι’ αυτό και ο μεταφραστής πρέπει να «πνίγει» -όσο μπορεί- τον θόρυβο και την κραυγή που φωλιάζει μέσα του. Εάν καταφέρει να περάσει το είδωλο, τότε θα δει καθαρά την ουρά του κομήτη και μετά τα μάτια θα αναλάβουν τα υπόλοιπα. Η μετάφραση του Χάρη Βλαβιανού στο παγκόσμιο ποίημα του Ελιοτ καταφέρνει να περάσει το είδωλο. Είναι η τελευταία που είδε την ουρά του κομήτη που λέγεται «Η άγονη γη» (Εκδόσεις Πατάκη).
Η μετάφραση του Βλαβιανού είναι η καλύτερη που έχουμε λάβει για το μνημειώδες έργο του Ελιοτ. Γιατί; Διότι είναι ακριβής, πειθαρχημένη, ισορροπημένη. Ο Βλαβιανός μεταφέρει τη ματιά, την αίσθηση του δημιουργού στη γλώσσα μας, χωρίς κάνει ούτε πιο «ελληνικό» αλλά ούτε και πιο «αγγλικό» το κείμενο του. Ο αναγνώστης το διαπιστώνει διαβάζοντας το πρωτότυπο που αντιπαραβάλλεται με το μεταφρασμένο. Ο Βλαβιανός ακολουθεί τον Ελιοτ και την κατάλληλη στιγμή ελίσσεται για να μη χάσει το μέτρο και να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της ελληνικής γλώσσας. Παράδειγμα. Στην εισαγωγή του βιβλίου δικαιολογεί την επιλογή του επιθέτου «άγονη» αντί για το «χέρσα» ή «έρημη» επικαλούμενος τη μουσικότητα του. Η λεπτομέρεια αυτή δείχνει την οξυδέρκεια και την ικανότητα του να διακρίνει τις λεπτές αποχρώσεις του ποιήματος. Όπως ο Ελιοτ αφηγείται μια ιστορία, έτσι και ο Βλαβιανός αφηγείται τη δική του. Δεν κάνει όμως καμία έκπτωση, ούτε διευκολύνει τον εαυτό του. Η μελέτη του έργου, των συνθηκών κάτω από τις οποίες γράφτηκε, η έρευνα γύρω από ιστορικά, λογοτεχνικά, γεγονότα, έργα, τοπωνύμια, προσφέρουν το απαραίτητο πλαίσιο ασφαλείας για να κινηθεί μεταφραστικά.
Ο Βλαβιανός όμως δεν αντιμετωπίζει μόνο τη μεταφραστική πρόκληση του «τώρα». Επιστρέφει και σε αυτή του παρελθόντος και με θάρρος και σεβασμό στέκεται απέναντι στους Γιώργο Σεφέρη, Κλείτο Κύρου, Τάκη Παπατσώνη, Γιώργο Σαράντη. Το όνομα του νομπελίστα έχει κυριαρχήσει και «Η έρημη χώρα» ήταν στην ουσία απλησίαστη, τουλάχιστον στον δημόσιο λόγο. Ο Βλαβιανός όμως με τεκμήρια επισημαίνει τα λάθη των προηγούμενων προσπαθειών και βοηθά τον αναγνώστη να κατανοήσει καλύτερα το ποίημα του Ελιοτ. Σε κανένα σημείο δεν ακυρώνει τις προηγούμενες απόπειρες. Ισα-ισα καθαρίζει το τοπίο όσον αφορά την πρόσληψη του έργου από το κοινό. Το είδωλο της «Αγονης γης» λάμπει στη μετάφραση του Βλαβιανού και ο αναγνώστης δεν έχει παρά να αφεθεί στην ιερή γραφή του Ελιοτ