Joker: Folie à Deux – Το τραγούδι και το αστείο ήταν εις βάρος μας

Nίκος Γιακουμέλος Από Nίκος Γιακουμέλος 8 Λεπτά Ανάγνωσης

Phillips εναντίον κοινού και κριτικών

Έχουν περάσει 5 χρόνια από το πρώτο, οσκαρικό πλέον Joker του Todd Philips και, έχοντας απομακρυνθεί αρκετά από τον ενθουσιασμό της πρώτης θέασης αλλά το viral βουητό για τη χουντικής έμπνευσης απόφαση του ΥΠΠΟ να απομακρυνθούν με μπάτσους ανήλικοι από κινηματογραφική αίθουσα, σίγουρα η άποψή μας δεν είναι η τόσο διθυραμβική κριτική που είχαμε εκθέσει αρχικά. Αναγνωρίζουμε βέβαια τις αρκετές αρετές της, και, κυρίως βέβαια, το αμφίσημο της θεματικής της, που πολλοί είχαμε αποφασίσει να του δώσουμε ένα θετικό κοινωνικά πρόσημο, ανεξάρτητα τόσο από το κόμικς παρελθόν του χαρακτήρα όσο και από τον ίδιο τον σκηνοθέτη, πιστοί στη διάσημη ρήση του Roland Barthes για το «θάνατο του δημιουργού».

Στο βαθιά αχρείαστο sequel, ο σκηνοθέτης αποφάσισε λοιπόν να μας εκδικηθεί δηλώνοντας ένα βροντερό, αντιδραστικό παρών. Δυστυχώς όμως αυτό το «παρών» αφορά όχι μόνο την απόφαση να διατρανώσει χωρίς το περιθώριο αντιλόγου την ατομικιστική και βαθιά αντιδραστική του προσήλωση, αλλά αναπτύσσεται και στη διάθεση να καταστρέψει εντελώς οποιαδήποτε παρακαταθήκη της προηγούμενης ταινίας, σε όλες τις απόψεις. Έτσι λοιπόν, κάθε καρέ της ταινίας, κάθε ηχητική μείξη, καθένα από τα (υπερβολικά πολλά και άτοπα) τραγούδια αυτού του δικαστικού μιούζικαλ έχουν ως σκοπό να επιτεθούν στον θεατή, δημιουργώντας μια ταινία που είναι όχι μόνο βαθιά προβληματική αλλά διαπράττει το μεγαλύτερο αμάρτημα των blockbuster, ακόμα και αυτών που το Χόλιγουντ θέλει να προσδώσει «artsy» φυσιογνωμία: είναι βαρετή.

Η κοινωνία ως όχλος

Ξεκινώντας από τον πυρήνα της ταινίας, ως κομβικό θέμα της ο Phillips ( Hangover Trilogy) επιλέγει ξανά τη σχέση κοινωνίας και ατόμου, αλλά αυτή τη φορά εντελώς ξεκάθαρα και μονόπλευρα: εδώ η κοινωνία παρουσιάζεται ως όχλος και μόνο, ο οποίος θέλει να κάψει απλά για τη χαρά της καταστροφής. Για αυτή του την απόλαυση δε θα διστάσει να ανασηκώσει έναν ταλαιπωρημένο και προβληματισμένο ψυχικά άνθρωπο για να τον αναδείξει ως σύμβολο. Όμως ο όχλος δεν περιμένει τίποτα από τα σύμβολά του, παρά μονό να πεθάνουν. Και, όταν το σύμβολο ξεκινά να νιώθει άβολα με αυτόν τον ρόλο, η  κατά τον Phillips ανεγκέφαλη αλλά και απρόσωπη μάζα είναι κάτι παραπάνω από πρόθυμη όχι μόνο να τον εγκαταλείψει, αλλά ακόμα και να τον σκοτώσει η ίδια. Η Lady Gaga (Α Star Is Born, House of Gucci) είναι ουσιαστικά μέλος αυτής της μάζας: μια φιγούρα γεμάτη νότες και τίποτα άλλο. Ο πλήρης παροπλισμός και η αδιαφορία της ταινίας για την ενέργεια αλλά και τη δυναμική της Gaga, η παρουσία της οποίας είναι το μόνο θετικό της ταινίας, είναι επίσης κομβικό και δομικό σφάλμα.

Ταυτόχρονα, οι θεσμοί, κατά τον Phillips, φαίνεται να λειτουργούν κανονικά και, το κυριότερο, χωρίς καμία αμφισβήτηση, χάρη σε εξαιρετικά άτομα. Το σωφρονιστικό σύστημα με σύμβολό του τον Brendan Gleeson (28 Days Later, The Banshees of Inisherin) όσο και γενικά η δικαιοσύνη, με εκπρόσωπο την Catherine Keener (Being John Malkovich, Get Out) δημιουργούν ένα δίπολο, που από τη μία πλευρά υπάρχει η απάνθρωπη τιμωρία και από την άλλη η κατανόηση και η φροντίδα. Και στις δύο περιπτώσεις όμως αφενός οι δύο αυτοί θεσμοί μορφοποιούνται ως άτομα και αφετέρου τίθενται αντιπαραθετικά απέναντι στον όχλο. Φαίνεται να κάνουν τις δουλειές τους, να τις κάνουν καλά και, γενικότερα, να κρατούν την τάξη απέναντι σε μια ανούσια και βαθιά μικροαστική αναταραχή, η οποία έχει ως μόνο σκοπό το ξέσπασμά και μετά τη συνέχιση της υποταγής. 

O Joker ως στείρα παράσταση

Παράλληλα, ο χαρακτήρας του Joaquin Phoenix (The Irrational Man, Her) αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στον Φλεκ και τον Joker, όχι όμως ως διττή προσωπικότητα, αλλά ως παράσταση, ως επιτελεστικότητα στο να γίνει το σύμβολο που τον έχει ανάγκη ο όχλος (και η Gaga ως πρώτη σε αυτόν). Έτσι, οι στιγμές του ως Joker είναι βαθιά κάλπικες, κενές και φοβισμένες, σαν ένα μαρτύριο που δεν μπορεί να σηκώσει, σε πλήρη αντίθεση με την πρώτη ταινία, όπου η φιγούρα του Joker λειτουργούσε απελευθερωτικά και συμπληρωματικά σε αυτή του Φλεκ. Εδώ επίσης ο ίδιος ο Φλεκ παρουσιάζεται ως μια σπασμένη φιγούρα όχι από το βάρος της κοινωνικής απόρριψης, αλλά από την πίεση των δικών του προβλημάτων. Ούτε καν ο εγκλεισμός δε φαίνεται να τον βλάπτει κάπου, παρά μόνο στις στιγμές που, μεθυσμένος από τη μεγαλομανία του όχλου, αντιδρά. Κύριες αιτίες για την καταπτωση του δεν είναι ούτε η έλλειψη της κοινωνικής προσοχής, ούτε η κατάρρευση του δημοσίου συστήματος υγείας, αλλά η έλλειψη προσοχής και, τελικά, ο εγωισμός του και η πίεση να γίνει κάτι που δεν είναι και δεν μπορεί να εκτελέσει. Με αυτή τη λογική, το Joker μοιάζει λιγότερο με μια υπερηρωική/κοινωνική ταινία, λιγότερο με δικαστικό δράμα και περισσότερο με musical όπου ο πρωταγωνιστής προσπαθεί απλά να ευθυγραμμιστεί με τις απαιτήσεις του κοινού και νιώθει stage fright. Επιπρόσθετα, η αναμφισβήτητα καλή ερμηνεία του Phoenix, εδώ απλά αντηχεί κενή, εγκλωβισμένη σε μια λούπα. 

“Σταμάτα να τραγουδάς, θέλω να σου μιλήσω”

Και, μιλώντας για το Musical κομμάτι, απλά και ξεκάθαρα, ήταν ανυπόφορο. Τα υπερβολικά πολλά τραγούδια όχι μόνο δε συνέβαλαν στην εξέλιξη της πλοκής, αλλά, ακόμα χειρότερα, δεν λειτούργησαν ούτε καν ενδοσκοπικά, ως εργαλείο ανάπτυξης των χαρακτήρων, των σκέψεων και των συναισθημάτων τους. Δεν έδωσαν τίποτα που η, ομολογουμένως ενδιαφέρουσα ανά στιγμές, φωτογραφία δεν μπορούσε να μεταφέρει από μόνης. Αντίθετα, φαίνεται να λειτουργούν ως όπλο εναντίον του θεατή, όχι μόνο για να απλώσουν την ώρα της ταινίας ανεξήγητα πλέον του δίωρου, αλλά και για τον αποσπάσουν από το γεγονός ότι ουσιαστικά στην ταινία, δε συνέβαινε τίποτα. Το ίδιο βέβαια μπορεί να ειπωθεί και για το δικαστικό κομμάτι, το οποίο στερείται ανατροπών, ενώ πετά το ίδιο τις δυνατότητες για κάποια ερμηνευτική έκρηξη των πρωταγωνιστών, και μάλιστα προσβλητικά.  Στις γενικές προσβολές μπορούμε να προσθέσουμε και το συνεχή βαυκαλισμό του ίδιου του Phillips ως σπουδαίου σκηνοθέτη, μέσα από το σενάριο που ο ίδιος έγραψε.

 

Τελικά;

Το Joker: Folie à Deux είναι ένα αστείο του Phillips. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι είναι ένα προσβλητικό, βαρετό αστείο εις βάρος ημών αλλά και των υπόλοιπων συντελεστών, οι οποίοι βέβαια πληρώθηκαν για τη συμμετοχή τους. Το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί και για το κοινό.

Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε με μεγάλη επιτυχία αλλά μετά άρχισε καπου να δυσκολεύει το πράγμα. Σπούδασε Επικοινωνία και μετά αποφάσισε πως δεν του αρέσει να επικοινωνεί. Όνειρο του να μετακομίσει στην Σαχάρα όπου θα έχει ησυχία, αλλά μέχρι να το καταφέρει δουλεύει κωπηλάτης.