Ένα πρωί, ο Άντερς, λευκός άντρας, ξυπνά και συνειδητοποιεί πως έχει μεταμορφωθεί: το δέρμα του, από λευκό, έχει γίνει σκούρο καστανό. Διατηρεί τη συνείδηση, τη φωνή και το νοητικό του, όμως το πρόσωπο και το σώμα που αντικρίζει όταν κοιτά στον καθρέφτη είναι αυτό ενός ξένου. Σταματά να πηγαίνει στο γυμναστήριο όπου δουλεύει και εκμυστηρεύεται τι έχει συμβεί μόνο στην Ούνα, παιδική του φίλη και πλέον περιστασιακή ερωμένη του. Σύντομα, παρόμοια περιστατικά αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους σε όλο τον κόσμο, ειδήσεις και καταγραφές για λευκούς που εν μία νυκτί βλέπουν το δέρμα τους να αντικαθίσταται με σκουρόχρωμο, και όλη η κοινωνική δομή παραδίδεται σιγά σιγά στο χάος.
Ο Βρετανό-Πακιστανικής καταγωγής Mohsin Hamid έχει βρεθεί δύο φορές στη βραχεία λίστα του βραβείου Booker, για τα μυθιστορήματά του The reluctant fundamentalist και Έξοδος προς δυσμάς, και τα έργα του στις λίστες best-seller των New York Times. Στο πέμπτο του μυθιστόρημα, Ο τελευταίος λευκός, που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση Μιχάλη Μακρόπουλου, ο Hamid ξαναδιαβάζει τη Μεταμόρφωση του Κάφκα και την επανερμηνεύει, υπό σύγχρονο, φυλετικό πρίσμα. Ο δικός του Γκρέγκορ Σάμσα δε μεταμορφώνεται σε κατσαρίδα, αλλά σε κάτι, για την ξενοφοβική, συστημικά ρατσιστική κοινωνία, μακράν χειρότερο: έναν σκουρόχρωμο ξένο, αλλότριο και εχθρό.
Ο Άντερς/Άλλος αρχίζει να εκλαμβάνει διαφορετικά την αίσθηση του εαυτού του, μα και τον τρόπο που οι γύρω του τον αντιμετωπίζουν, πλέον με φόβο, επιφυλακτικότητα και ενίοτε απροκάλυπτη εχθρικότητα – κυκλοφορεί με φούτερ και κουκούλα στους δρόμους, τα διπλανά του αμάξια του κορνάρουν, το αφεντικό του στο γυμναστήριο του λέει πως εκείνος, αν ήταν στη θέση του, θα αυτοκτονούσε. Θα χρειαστεί να αναμετρηθεί με τις ίδιες του τις φοβίες και προκαταλήψεις, τον τρόπο που και εκείνος αντιμετώπιζε όσους, πλέον, φέρουν το ίδιο χρώμα δέρματος με αυτόν, σε μια κοινωνία που εξοστρακίζει και μισεί τη διαφορετικότητα.
Όταν περισσότεροι άνθρωπο αρχίσουν να μεταμορφώνονται, μαζική υστερία θα επικρατήσει και θεωρίες συνωμοσίας για μια πιθανή νέα τάξη πραγμάτων θα αρχίσουν να αναδύονται. Η συλλογική ξενοφοβία, η μισαλλοδοξία, η ρατσιστική βία και η ρητορική μίσους εκφράζονται πλέον ανοιχτά και αμετανόητα, σε μια πανέξυπνη σάτιρα και σχολιασμό του Hamid για την παγκόσμια άνοδο της ακροδεξιάς. Σύντομα αρχίζουν οι λεηλασίες καταστημάτων, οι βίαιες επιθέσεις, οι περιπολίες της πολιτοφυλακής και οι απομονώσεις των μεταμορφωμένων, όσο το genre του μυθιστορήματος πλησιάζει όλο και πιο κοντά στην πολιτική δυστοπία, από τον Κάφκα, πλέον, στον Σαραμάγκου. Όμως, η μεταμόρφωση, η αλλαγή του χρώματος δέρματος δε νοηματοδοτείται για όλους με τον ίδιο τρόπο: για κάποιους, συνιστά απώλεια ταυτότητας και των σύμφυτων με αυτήν προνομίων, μα για κάποιους άλλους, όπως η Ούνα, σηματοδοτεί την, ευκταία και πολυπόθητη, αναγέννηση και επανεφεύρεση του εαυτού.
Ο Hamid γράφει με γλώσσα απλή, άμεση και συνάμα λυρική, με έντονη μουσικότητα και λόγο μακροπερίοδο, προτάσεις που ξετυλίγονται και αναδεικνύουν το εύρος των σκέψεων και των αφηγηματικών εικόνων που πλάθει. Δεν αρκείται απλώς σε ένα κοινωνικοπολιτικό σχόλιο για τη φυλή και την προκατάληψη, αλλά προεκτείνει τη θεματική του και ψυχογραφεί βαθιά τους χαρακτήρες του: η Ούνα, που έχασε τον δίδυμο αδελφό της από εθισμό στα ναρκωτικά και τώρα φροντίζει, υλικά και συναισθηματικά, μια μητέρα βυθισμένη στο πένθος, μα και στη μισαλλοδοξία της, ο πατέρας του Άντερς, ένας άντρας βίαιος, απόμακρος και αυταρχικός, επίσης αντιμέτωπος με το πένθος μετά την απώλεια της γυναίκας του, με τον οποίο ο Άντερς θα κατορθώσει να έρθει κοντά έστω την ύστατη στιγμή, λίγο πριν το τέλος του.
Ο Hamid γράφει για τον πόνο της απώλειας, για δύσβατες οικογενειακές σχέσεις, για την αστική αποξένωση και μοναξιά, μα και για όλους τους τρόπους που οι άνθρωποι καταφέρνουν εν τέλει να συνδεθούν, ακόμα και υπό τις πιο αντίξοες συνθήκες. Αυτή, όμως, η θεματολογική μετατόπιση είναι που τελικά στερεί από το μυθιστόρημα την αφηγηματική του δύναμη: ο Hamid μοιάζει να μη γνωρίζει ακριβώς τον προσανατολισμό του και να διστάζει να εντρυφήσει βαθύτερα στον πολιτικό σχολιασμό της αλληγορίας του, μένοντας μόνο στην επιφάνεια.
Κράμα δυστοπίας, κοινωνικοπολιτικής σάτιρας, μελέτης χαρακτήρων και σπουδής για την απώλεια, ο Mohsin Hamid στον Τελευταίο λευκό του είχε μια ευφάνταστη, εξαιρετική ιδέα, η οποία, όμως, δυστυχώς έμεινε ημιτελής και ανεξερέυνητη.