Κάθε μέρα, στις 08:05, η 57χρονη Αϊόνα Άιβερσον παίρνει το τρένο από Χάμπτον Κορτ προς Γουότερλου, για τη δουλειά της στο γυναικείο περιοδικό όπου διατηρεί τη στήλη συμβουλών επί δεκαετίες. Στις 08:13, επιβιβάζεται στο Σέρμπιτον ο Πιρς, επιτυχημένος και πάντα καλοντυμένος σύμβουλος επενδύσεων, στο Νιου Μάλντεν ο Σάντζεϊ, νοσηλευτής που είναι κρυφά ερωτευμένος με την Έμι, που επιβιβάζεται στο Τέιμς Ντίτον, και μια σειρά ακόμα από ετερόκλητους χαρακτήρες. Οι άνθρωποι αυτοί φαίνεται να μην έχουν κανένα κοινό, δεν μιλούν ποτέ μεταξύ τους, ούτε καν κοιτάζονται, όπως επιβάλλει ο νο1 κανόνας των καθημερινών μετακινήσεων με το τρένο – μέχρι τη μέρα που ένας παρ’ ολίγον θάνατος από ασφυξία θα τους φέρει κοντά και θα ενώσει τις ζωές όλων τους με τρόπο απροσδόκητο, αλλά καθ’ όλα ευεργετικό.
Η 52χρονη Βρετανίδα Clare Pooley βρέθηκε στην κορυφή των πωλήσεων, όταν το πρώτο της μυθιστόρημα, Το πράσινο σημειωματάριο, μια feel-good, λονδρέζικη κομεντί για τη σημασία των συνεκτικών δεσμών της κοινότητας, έγινε best-seller και έχει πλέον μεταφραστεί σε περισσότερες απο 29 γλώσσες. Με το δεύτερό της βιβλίο, Οι επιβάτες της αποβάθρας 5, που κυκλοφορεί και αυτό από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση Βούλας Αυγουστινού, η Pooley εμμένει στο ίδιο λογοτεχνικό είδος και γράφει ένα ακόμα ζεστό, χουχουλιάρικο μυθιστόρημα, με ένα πολυσυλλεκτικό και ετερόκλητο cast χαρακτήρων που μεταμορφώνουν δια παντός ο ένας τη ζωή του άλλου.
Η Αϊόνα, άνθρωπος της συνήθειας και της ρουτίνας, επιλέγει σχολαστικά ακριβώς την ίδια θέση στο πρωινό τρένο προς Γουότερλου, φορά εκκεντρικά, πολύχρωμα ταγέρ, που της χαρίζουν τον χαρακτηρισμό «κυρία ουράνιο τόξο», ταράζει τα γαλήνια νερά της καθημερινότητας των συνεπιβατών της και τους δίνει αυτόκλητες, μα συχνά σωτήριες συμβουλές. Ο Πιρς είναι ο εργασιομανής businessman με το ακριβό, καλοραμμένο κοστούμι, που κοιτάζει τις γυναίκες γύρω του είτε υποτιμητικά είτε ηδονοβλεπτικά, ενώ ο Σάντζεϊ, ο καλοσυνάτος, φιλικός νεαρός νοσηλευτής, είναι κρυφά ερωτευμένος με την Έμι, το πανέμορφο κορίτσι του τρένου. Ο ύψιστος κανόνας των διαδρομών με τα μέσα μαζικής μεταφοράς είναι ότι δεν μιλάς σε κανένα συνεπιβάτη σου – πόσω μάλλον αν είσαι Βρετανός. Μόνο ένα ζήτημα ζωής και θανάτου μπορεί να αναγκάσει τους επιβάτες της αποβάθρας 5 να συνδιαλεχθούν και να συγχρωτιστούν, σύντομα όμως θα αρχίσουν να ακούν, να συμβουλεύουν και να εισβάλλουν ο ένας στη ζωή του άλλου, με συνέπειες ενίοτε καταστροφικές, ενίοτε ευεργετικές.
Καθένας από τους ήρωες υποδύεται έναν ρόλο, εμφανίζει προς τα έξω ένα προσωπείο απόλυτης ικανοποίησης και ευτυχίας: ο Πιρς του επιτυχημένου άντρα καριέρας, ο Σάντζεϊ του θαρραλέου νοσηλευτή που σώζει ζωές, η Έμι της φρεσκοαρραβωνιασμένης κοπέλας που πλέει σε πελάγη ευτυχίας, όμως ο καθένας τους κρύβει τα δικά του μυστικά, τα στοιχεία της προσωπικότητας και την τροπή που έχει πάρει η ζωή του, τα οποία δεν επιθυμεί να εμφανίσει στη δημόσια εικόνα του. Πώς να μιλήσει ο Πιρς για την απόλυση, την επαγγελματική αποτυχία και τα χρέη του, ο Σάντζεϊ για τις καθημερινές κρίσεις πανικού που βιώνει, η Έμι για τα ανώνυμα, τοξικά μηνύματα που λαμβάνει και που εντείνουν την ανασφάλειά της, η έφηβη Μάρθα για το bullying που δέχεται μετά από τη διάρρευση προσωπικών της φωτογραφιών, ο Ντέιβιντ για τον γάμο του που βαλτώνει και τη σύζυγό του που φοβάται πως θα τον αφήσει; Όλοι οι χαρακτήρες περιστρέφονται σαν δορυφόροι γύρω από την τροχιά της Αϊόνα, εκείνη είναι η κόλλα, ο συνεκτικός αρμός που τους κρατά ενωμένους, το στήριγμα και ο στυλοβάτης τους, η ψυχοθεραπεύτρια και συμβουλάτοράς τους – τι θα γίνει, όμως, όταν η ίδια η Αϊόνα θα χρειαστεί με τη σειρά της ένα χέρι βοηθείας, όταν η ίδια θα βουλιάξει στον προσωπικό της μικρο-ωκεανό ματαιώσεων και δυστυχιών;
Η Pooley, μέσα από τους χαρακτήρες και τις ιστορίες τους, μέσα από τους διαλόγους και τις καταστάσεις στις οποίες βρίσκονται, θίγει μια σειρά από σύγχρονες και επίκαιρες θεματικές: οι ηλικιακές διακρίσεις στο εργασιακό περιβάλλον, η τοξική αρρενωπότητα, η ψυχική ασθένεια και το στίγμα της, η αυτοεικόνα και το body positivity, το bullying, ο σεξισμός και η ομοφοβία, αλλά και οι κακοποιητικές σχέσεις, η λεπτή γραμμή ανάμεσα σε αυτό που εκλαμβάνουμε ως έρωτα και στον έλεγχο, ανάμεσα στο πάθος και τη χειριστικότητα. Αναζωογονητική για το είδος η συμπεριληπτική επιλογή του πρωταγωνιστικού ρόλου σε μια μεσήλικη, λεσβία γυναίκα, μια ηρωίδα που έρχεται αντιμέτωπη με όλα τα στερεότυπα και τις διακρίσεις που η κοινωνία επιφυλάσσει για εκείνη και αντεπεξέρχεται σε αυτά πεισματικά, επίμονα και με ένα μόνιμο χαμόγελο στα χείλη.
Η Pooley γράφει για το αίσθημα κοινότητας και ανθρώπινης επικοινωνίας που ακόμα και η απλή μετακίνηση με τα μέσα μαζικής μεταφοράς προσφέρει, μια επικοινωνία που την εποχή της τηλεργασίας φαντάζει ολοένα και πιο μακρινή, για όλα όσα μας κάνουν να νιώθουμε συνδεδεμένοι με τον κόσμο και την υπόλοιπη ανθρωπότητα, κομμάτι του μεγάλου, πολυπρισματικού παζλ που αποτελεί η ίδια η ζωή. Και όσο και αν μοιάζει δύσκολο να συναρμολογήσουμε το παζλ, να γνωρίσουμε πραγματικά τα υπόλοιπα κομμάτια και να τα συνταιριάξουμε στο δικό μας όλον, αυτή ακριβώς είναι η μαγεία και η ομορφιά του να είσαι άνθρωπος – και η συγγραφέας το γνωρίζει πολύ καλά αυτό.
Η συγγραφέας επανέρχεται στη θεματική του προηγούμενου βιβλίου της και γράφει ένα μυθιστόρημα για τις υποθέσεις που κάνουμε ο ένας για τον άλλον, για τις ζωές που νομίζουμε πως αντιστοιχούν στους ανθρώπους γύρω μας, και τις καταρρίπτει μία προς μία – καμιά ζωή δεν είναι ειδυλλιακή, κανένας δεν αισθάνεται διαρκώς ευτυχισμένος, όλοι έχουν τα δικά τους προβλήματα, τους δικούς τους, προσωπικούς γολγοθάδες που χρειάζεται να ανεβαίνουν κάθε μέρα. Παρ’ όλα αυτά, φαίνεται σαν να ξαναζεσταίνει εδώ το υλικό του Πράσινου σημειωματάριου και να το σερβίρει με διαφορετικές γαρνιτούρες – το σκηνικό μπορεί να μην είναι πια το βιβλιοπωλείο της γειτονιάς αλλά το βαγόνι ενός τρένου, όμως το κεντρικό πρόταγμα είναι ακριβώς το ίδιο, η ανάγκη αμεσότερης και ουσιαστικότερης ανθρώπινης επικοινωνίας. Οι ιστορίες είναι σχηματικές, φτιαγμένες απλώς για να προωθήσουν με διδακτισμό το μήνυμα που θέλει η συγγραφέας να μεταδώσει, ενώ όλες τους βρίθουν κλισέ και κοινοτοπιών.
Οι επιβάτες της αποβάθρας 5 είναι, και αυτό με τη σειρά του, ένα τρυφερό, συμπεριληπτικό, feel–good μυθιστόρημα, με φλεγματικό βρετανικό χιούμορ, για τις ιστορίες που πλάθουμε για τους ανθρώπους γύρω μας και για αυτό που μένει όταν η επίφαση τελειότητας και ευτυχίας καταρρεύσει, ένα βιβλίο διασκεδαστικό, ευχάριστο και ξεκούραστο στην ανάγνωσή του. Όμως, εάν η συγγραφέας του θέλει να υπερβεί τη στείρα επανεκτέλεση μιας ήδη επιτυχημένης συνταγής, χρειάζεται να πρωτοτυπήσει, να επεκτείνει τις θεματικές της και να σκάψει λίγο βαθύτερα στον πυρήνα των ιστοριών που θέλει να διηγηθεί.