Το Σφαγείο Νούμερο 5 του Kurt Vonnegut αποτελεί σήμερα όχι μόνο ένα από τα κλασσικότερα σύγχρονα αντιπολεμικά αναγνώσματα, αλλά και τη σουρεαλιστική εκδοχή μιας κλασσικής πολεμικής ιστορίας, μέσα από τα μάτια ενός αδιάφορου ήρωα, ο οποίος αναπτύσσει την ξεχωριστή ικανότητα να πηδάει στο χωροχρόνο, ως μοιραία συνέπεια της απαγωγής του από εξωγήινους ή απλά του μετατραυματικού στρες που υπέστη. Όλη αυτή η ευρηματικότητα, δε, που αγγίζει τα όρια της επιστημονικής φαντασίας, του μαύρου χιούμορ και ενός αρκετά αιχμηρού πολιτικού σχολίου, αποτυπώνεται σήμερα μέσα από τη γραφική νουβέλα των Ryan North και Albert Monteys, που κυκλοφορεί στη χώρα μας από τις Εκδόσεις Anubis, σε μετάφραση Ηλία Τσιάρα και τον συγγραφέα να παραμένει σε θέση κεντρικού αφηγητή.
Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα ιστορία, παρμένη από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και ειδικότερα τον βομβαρδισμό της Δρέσδης, ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα ιστορικά γεγονότα, που αποτέλεσε το αποκορύφωμα της εκτεταμένης αεροπορικής επίθεσης των Συμμάχων, που είχε ξεκινήσει ήδη από το 1944 και αποτέλεσε αντικείμενο έντονων συζητήσεων σχετικά με την αποτελεσματικότητα γενικευμένων βομβαρδισμών και του αν αυτοί αποτελούν εγκλήματα πολέμου. Έτσι, η κοινότοπη ιστορία του Μπίλι Πιλγκριμ γίνεται το μέσο, με το οποίο οι δημιουργοί επιχειρούν να εισάγουν τον αναγνώστη στην ως άνω προβληματική, εκφράζοντας ταυτόχρονα ένα πολύ σοβαρό αντιπολεμικό αίτημα. Κατά τη γνώμη μου, ωστόσο, το Σφαγείο νούμερο 5 δεν αποτελεί μόνο αυτό.
Πολύ περισσότερο, μέσα από την γραμμική αναπαράσταση του χρόνου και το “πήδημα” του ήρωα ανά τις δεκαετίες, ο συγγραφέας και οι δημιουργοί, μέσα από την γλαφυρή εικονογράφησή τους, καταμαρτυρούν την ύπαρξη μιας εμπόλεμης κατάστασης σε όλες τις δεκαετίες που ακολουθούν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, επιχειρώντας ένα, στην πραγματικότητα, αντιαμερικάνικο σχόλιο, όσον αφορά τις πολιτικές επιλογές της χώρας τους, οι οποίες οδήγησαν σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε “αμερικάνικη ιδιαιτερότητα”. Με το εύρημα αυτό, λοιπόν, το παρόν χάνεται. Πράγματι, δεν μπορούμε να καταλάβουμε ποιος είναι ο ενεστώς χρόνος δράσης του ήρωα, ενώ σε κάθε περίπτωση αυτός φαίνεται εγκλωβισμένος στις επώδυνες αναμνήσεις του πολέμου, την πείνα, την εξαθλίωση και την εξοικείωση με το απόλυτο πανανθρώπινο ταμπού, τον θάνατο. Κατά την παραμονή του, δε, στους διάφορους χρόνους γίνεται αντιληπτή η επανάληψη των ίδιων καταστάσεων με διαφορετικό πρόσημο: εκμετάλλευση, η ύπαρξη ενός εξωτερικού εχθρού που συνεχώς καιροφυλακτεί, εξουσιαστικές ανθρώπινες σχέσεις, καταπιεστικοί μηχανισμοί, τοξική αρρενωπότητα, μισογυνισμός, πανοπτικό καθεστώς συνεχούς επιτήρησης και ο άνθρωπος σε θέση αντικειμένου και όχι δρώντος υποκειμένου. Η ανάδειξη όλων των παραπάνω, άλλωστε, γίνεται υπό το πρίσμα συμβάντων παγκόσμιας εμβέλειας, όπως ο Πόλεμος στο Βιετνάμ, ο Ψυχρός Πόλεμος, το Αμερικάνικο όνειρο και οι ψευδαισθήσεις που εκκόλαψε στην προσπάθεια επούλωσης παλαιότερων πληγών, θεωρίες συνομοσιολογίες και άλλες τάσεις, που αποτελούν σήμερα την Αμερικάνικη ιδιαιτερότητα.
Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό ότι η διασκευή του Σφαγείου νούμερο 5 σε graphic novel δεν αποτελεί μόνο μια αξιόλογη προσπάθεια σε εικαστικό επίπεδο, αλλά ήρθε να προσθέσει επιπλέον ουσία στο υπάρχον έργο του Vonnegut, αφού η αντιπολεμική κραυγή μετατρέπεται σε κάτι ακόμα μεγαλύτερο, ήτοι έναν ευρύτερο σχολιασμό της αμερικάνικης πραγματικότητας. Με αισθητική παρμένη από το Vertigo του Alfred Hitchcock και τη δεκαετία του ’60, το Σφαγείο νούμερο 5 συνδυάζει εκείνη την αίσθηση του τρόμου των πρωτεργατών του είδους, με την κωμική τραγικότητα του πολέμου, μιας συνθήκης παράλογα επιβεβλημένης, που καθιστά τους ανθρώπους παθητικούς δέκτες συμφοράς και δυστυχίας. Επιπλέον, το βιβλίο, όπως και το graphic novel αποτελούν μία μαρτυρία των μοιραίων αποτελεσμάτων αυτής της βίας στην ανθρώπινη ύπαρξη, μια ύπαρξη κακοποιημένη και κατακερματισμένη, δεσμώτρια του ιλίγγου της πολιτικής εξουσίας και των σκοπιμοτήτων.