Snowfall – Η καλύτερη drug related σειρά που δε συζητά κανείς

Νικόλαος Καφαράκης Από Νικόλαος Καφαράκης 7 Λεπτά Ανάγνωσης

To 1991 o John Singleton έγραψε και σκηνοθέτησε μια ταινία (Boys N The Hood) με θέμα το coming of age κάποιον νεαρών στο LA και κατάφερε να γίνει ο πρώτος έγχρωμος υποψήφιος για όσκαρ σκηνοθεσίας και ταυτόχρονα ο νεαρότερος υποψήφιος για αυτή τη κατηγορία. Το 2017, δύο χρόνια πριν από το θανατό του, ο John Singleton γίνεται για πρώτη φορά δημιουργός μιας τηλεοπτικής σειράς (είχε σκηνοθετήσει διάφορα επεισόδια σε άλλες αλλά ποτέ δεν είχε κεντρικό ρόλο σε αυτές). Ο δολοφόνος επιστρέφει στο τόπο του εγκλήματος και ξαναφηγείται ιστορίες με ναρκωτικά και εγκληματικότητα στο Los Angeles. Αυτή τη φορά ο φακός στρέφεται στην δεκαετία του 80, ξεκινώντας κάποιους μήνες πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1984.

  Κεντρικό θέμα της σειράς είναι η επιδήμια του κρακ στις δυτικές ακτές της Αμερικής ακολουθώντας την πορεία διαφορετικών ιστοριών που συγκρούονται και αλληλοδιαπλέκονται. Κυρίαρχο ρόλο στην όλη ιστορία παίζει ένας νεαρός, ο Franklin Saint και οι φίλοι του που μπαίνουν δειλά δειλά στο εμπόριο ναρκωτικών. Ταυτόχρονα ακολουθούμε τις προσπάθειες ένος πράκτωρα της C.I.A. να τροφοδοτήσει αντικομμουνιστικές δυνάμεις στη Νικαράγουα χρησιμοποιώντας το εμπόριο ναρκωτικών ως πηγή εσόδων (κάπου εδώ η παραλλαγή τους συνθήματος LA LA fuck the C.I.A. γίνεται πιο επίκαιρη από ποτέ). Στα παραπάνω προσθέστε και μια παρέα Μεξικανών που επιχειρεί να εμπλακεί στο εμπόριο κοκαίνης πίσω από τη πλάτη του πάτερ φαμίλια της οικογένειας.

 Η εξέλιξη της πλοκής της σειράς σε έναν βαθμό μου έφερε στο μυαλό το Breaking Bad. Ξεκινώντας μπαίνουμε στο κόλπο παρουσιάζονται τα stories γνωρίζουμε τους χαρακτήρες και πάει λέγοντας.  Αργά αλλά σταθερά χτίζεται το αφήγημα και παρουσιάζεται η εποχή και το μέρος με τρόπο που θέλεις να μπεις μέσα στην οθόνη. Από το σημείο που όλο αυτό έχει γίνει μια ευχάριστη κανονικότητα ο ρυθμός μπορεί πλέον να επιταχύνει η πλοκή να πάρει φωτιά και η διάθεση να μπεις στο επόμενο επεισόδιο γίνεται δεδομένη. Με άλλα λόγια τα γεγονότα μετατρέπονται σιγά σιγά απο χιονονιφάδες σε χιονοστιβάδα (see what I did there?).

   Η ύπαρξη του John Singleton, ενός ανθρώπου γέννημα θρέμα της περιοχής κάνει το περιεχόμενο άκρως πειστικό και συμπαγές. Πέραν λοιπόν από τη φοβερή δουλειά που έχει γίνει στην αποτύπωση του χρόνου, του χώρου και του “τρόπου που παιζόταν το παιχνίδι” η συγκεκριμένη σειρά αποτελεί και ένα αισθητικό αριστούργημα.  Το Los Angeles γίνεται ταυτόχρονα πολυτελές πανέμορφο και παραδεισένιο και μετά από λίγο Gritty, αφιλόξενο ζοφερό, αλλά με έναν μοναδικό τρόπο, πάλι πανέμορφο. Υπάρχουν πολλές λεπτομέριες που με έκαναν να χαζεύω και αρκετά απλά πλάνα με τα χρώματα που περνάγαν από την οθόνη μου σε διάφορα σημεία να με αφήνουν με το στόμα ανοιχτό.

  Ενώ αρχικά οι τρεις αυτές ιστορίες έχουν μια παρόμοια βαρύτητα, προχωρώντας η σειρά είναι σαν όλα τα φώτα να στρέφονται στον Franklin και τη πορεία του. Ένας πανέξυπνος νεαρός ο οποιός γύρισε τη πλάτη στο σενάριο της ακαδημαικής πορείας γιατί ενίωθε ότι μπαίνει σε έναν ξένο κόσμο και επέστρεψε στη γειτονιά του όπου ο δρόμος της παραβατικότητας μοίαζει μοναδικός. Μια πορεία αλά Walter White στον μακράν πιο ενδιαφέρον χαρακτήρα της σειράς αλλά και γενικά φοβερά ενδιαφέρον χαρακτήρα σειράς γενικότερα. Όλο το supporting cast στα ghetto του LA είναι εξαιρετικό και προσφέρει πολύ ενδιαφέροντα back stories. Η μάνα που μεγαλώνει μόνη της το παιδί και δεν αντέχει να το βλέπει να γυρνάει στη παρανομία, ο πατέρας νυν αλκοολικός άστεγος πρώην μαύρος πάνθηρας ( η ήττα του κινήματος των μαύρων πάνθηρων και η παρουσίαση της επιρροής της στη κοινότητα δίνει έξτρα flavor στη σειρά), ο γείτονας μαύρος μπάτσος, ο κολλητός που βγήκε μόλις από τις φυλακές ανηλίκων και άλλα πολλά.

Ένα από τα πράγματα που με κάνουν να εκτιμάω παραπάνω σειρές είναι το soundtrack και εδώ έχουμε perfect match. Είπαμε Los Angeles και 80s πως στο διάολο να πάει λάθος. Εξαιρετικά κομμάτια κοσμούν διάφορες σκηνές της σειράς με τη Nina Simone να έχει τη τιμητική της και την τοποθέτηση του “Strange Fruit” σε μια σκηνή στο τελευταίο επεισόδιο της τρίτης σεζόν να είναι αντριχιαστική.

   Το Snowfall είναι ένα puzzle με κομμάτια από πολλές αγαπημένες σειρές με θέμα το εμπόριο ναρκωτικών γύρω από μια πρωτοτύπη και απόλυτα αυθεντική ιστορία. Η εξέλιξη του κεντρικού χαρακτήρα και το στήσιμο της πλοκής θυμίζουν το Breaking Bad, η ανάμειξη της CIA στο εμπόριο ναρκωτικών και η ανάδειξη των δρόμων και των μεθόδων εισροής των ναρκωτικών στη χώρα θυμίζουν το Narcos και η ματιά της επιρροής των ναρκωτικών στην κοινότητα το έπος του The Wire. Προφανώς δε μιλάμε για αντίστοιχη ποιότητα σε όλα τα σημεία με τα παραπάνω αλλά εμφανείς παρομοιώσεις που σε συνδυασμό με την μοναδική αισθητική του συγκεκριμένου συγκροτούν μια θελκτικότατη πρόταση για παρακολούθηση.

  Παρότι η σειρά δεν εκκινεί απο κάποιο ιδιαίτερα προβεβλημένο casting το αποτέλεσμα σε ερμηνείες είναι παραπάνω από ΟΚ. Ο Damson Idris (Black Mirror) κερδίζει το χειροκροτημά μου για αυτή την ερμηνεία στον πρώτο μεγάλο του ρόλο ως ο Franklin Saint. Ο Carter Hudson (The Wilds,A Crime to Remember) είναι ο πράκτορας που παραλίγο να συμπαθήσουμε αλλά λατρεύουμε να μισούμε και ο Alon Aboutboul (3Below: Tales of Arcadia, The Leftovers) είναι το απόλυτο comedy relief της σειράς δίνοντας ρεσιτάλ όποτε περνάει από την οθόνη.

Το Snowfall αποτελεί ένα Slept On διαμάντι. Μια σειρά εκπληκτική στο είδος της με άπειρους λόγους για να τη δεις και άπειρους λόγους για να κολλήσεις βλέποντας τη. Το 2021 μας βρίσκει περιμένοντας την έναρξη της τέταρτης σεζόν του σε ένα κομβικό σημείο. Αν τα πράγματα πάνε αισιόδοξα η επόμενη σεζόν θα χτίσει πάνω στη φοβερή δουλειά της προηγούμενης και θα μας χαρίσει ακόμα μεγαλύτερες στιγμές. Σίγουρα αυτή τη στιγμή το Snowfall δεν δίχνει να έχει περάσει τη κορυφή του βουνού και περιμένουμε τα πράγματα να γίνουν καλύτερα πριν αρχίσουν να γίνονται χειρότερα.

Μοιραστείτε το Άρθρο