Ποιες είναι οι χαρές της ζωής; Πότε τελικά ο άνθρωπος είναι ζωντανός με την ουσιαστική έννοια, δηλαδή πότε ζει τη ζωή του; Πότε κανείς φτάνει στην ευτυχία; Ποιος είναι ο ρόλος του έρωτα; Ποιος ξέρει τι θέλει; Σημασία έχει το επάγγελμα ή η επιβίωση; Ποιος είναι ο σκοπός εν τέλει κάθε ανθρώπου; Τέτοιου είδους υπαρξιακά ερωτήματα προκαλεί η ανάγνωση του βιβλίου «Ονειρεύομαι πίνακες», της πρώτης κυκλοφορίας του νεαρού συγγραφέα (και εκκολαπτόμενου σκηνοθέτη) Σόλωνα Παπαγεωργίου από τις εκδόσεις Στίξις.
Το «Ονειρεύομαι πίνακες» είναι ένα βαθυστόχαστο βιβλίο που αποτελείται από μία νουβέλα και πέντε διηγήματα τα οποία οδηγούν τον αναγνώστη να βρεθεί αντιμέτωπος με την κοινωνική πραγματικότητα. Αντλώντας το περιεχόμενό του από απλές καθημερινές ιστορίες, με εμφανή τα στοιχεία της μυθοπλασίας, ο Παπαγεωργίου, αφηγείται τις ιστορίες του με λυρισμό και ποιητικότητα. Σε ορισμένα σημεία, τον λόγο του διαδέχεται η σιωπή, που προκαλεί συνειρμούς στους αναγνώστες.
Ο Παπαγεωργίου συμβαδίζοντας με το κλίμα της εποχής του και εμβαθύνοντας στη δικιά του γενιά, στη γενιά των 20-30 που βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ των Millennials και Ζ, έρχεται αντιμέτωπος με προβληματισμούς που προσκαλούν τον αναγνώστη να αναλογιστεί τον χρόνο, τις ανθρώπινες σχέσεις, τη ρουτίνα της ζωής και τα αισθήματα που η εμπειρία της προκαλεί. Επιχειρεί μέσα από τους πρωταγωνιστές του να αναδείξει την απογοήτευση, το αίσθημα της ματαίωσης, την κοινωνική καταπίεση, τη διάλυση των σχέσεων, χαρακτηριστικά κοινά μίας ολόκληρης γενιάς.
Τα διηγήματά του είναι ιστορίες ουσιαστικές, που εκτυλίσσονται μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο ή στο πλαίσιο ενός θεσμού. Άλλες φορές είναι η οικογένεια, άλλες φορές η ερωτική σχέση και άλλες η φιλία. Ένα ακόμα από τα ενδιαφέροντα στοιχεία του έργου του είναι ότι αυτό αναμετριέται και με τις τρεις ηλικιακές φάσεις του ανθρώπου, εμβαθύνει όμως στις σχέσεις που δημιουργούνται στην -θεωρητικά- πιο παραγωγική ηλικία του ανθρώπου. Στην ηλικία εκείνη που ο άνθρωπος δημιουργεί ουσιαστικές σχέσεις, ερωτεύεται έντονα, ελπίζει, απογοητεύεται και φυσικά ονειρεύεται.
Ειδικότερα, το έργο του Παπαγεωργίου, αποτελείται από μία νουβέλα και πέντε διηγήματα. Στη νουβέλα οι χαρακτήρες παρουσιάζονται σταδιακά. Είναι πρόσωπα που συναντώνται κυρίως μέσα στο κεντρικό αστικό «φαινόμενο», στα ευρύτερα όρια της πόλης της Αθήνας, μίας πόλης οικείας σε εκείνον. Με αυτόν τον τρόπο δίνεται η ευκαιρία στους αναγνώστες να ανακαλύψουν τους χαρακτήρες που τους κίνησαν το ενδιαφέρον, να εξερευνήσουν προσωπικότητες αντιθετικές, άλλες πιο χαρούμενες, άλλες -πιο συχνά- θλιμμένες. Χαρακτήρες εγκλωβισμένους σε αδιέξοδα.
Άλλα στοιχεία που επιχειρεί να αναδείξει είναι πτυχές της καθημερινότητας και πιο συγκεκριμένα στιγμές που στιγματίζουν τη ζωή ενός ανθρώπου, η πιο σοβαρή από τις οποίες ενδεικτικά είναι η απώλεια. Με αυτή την έννοια αναμετριέται ο συγγραφέας χωρίς να εξαντλείται στην απώλεια της ύπαρξης, αλλά διερευνώντας ευρύτερα τη λειτουργία της στις διαπροσωπικές σχέσεις. Πυρήνας, ίσως, του έργου θα μπορούσε να θεωρηθεί η απώλεια και ο φόβος αυτής. Ο φόβος της λήθης, της απώλειας της μνήμης είναι αισθητός στις ιστορίες του βιβλίου.
Στο λογοτεχνικό του ντεμπούτο, ο Σόλωνας Παπαγεωργίου, φιλοδοξεί να μιλήσει για τη δική του γενιά, για τους νέους που ενηλικιώθηκαν μέσα στην κρίση και μία δεκαετία αργότερα δεν έχουν απαλλαχθεί ακόμα από αυτήν. Κατάσταση που στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο αισιόδοξη. Όμως, η διέξοδος από αυτή, ίσως είναι η φαντασία, η ελπίδα μέσα από τα όνειρα, μέσα από τις εικόνες τους που δεν σταματούν ποτέ, ιδανικά όταν θυμίζουν πίνακες.