Η Τζόαν όλη της τη ζωή δέχεται τα αδηφάγα ανδρικά βλέμματα, συνάπτει περιστασιακές ερωτικές σχέσεις, κάνει σεξ με μεγαλύτερούς της, παντρεμένους άντρες απλώς για να νιώσει μια ψευδαίσθηση εξουσίας επί των ζωών τους. Όταν ένας από αυτούς, το αφεντικό της, ο Βικ, αυτοπυροβολείται μπροστά της, η Τζόαν αποφασίζει πως δεν πάει άλλο: παρατάει τη δουλειά, το διαμέρισμά της και την πόλη της, τη Νέα Υόρκη, για το Λος Άντζελες, σε αναζήτηση της Άλις, της μοναδικής γυναίκας με την οποία αισθάνεται εν δυνάμει εγγύτητα, της μοναδικής που μπορεί να τη σώσει. Όμως, όσα θα συναντήσει εκεί, οι άντρες με τους οποίους θα συναναστραφεί ερωτικά και, κυρίως, ένα νεαρό κορίτσι που την ψάχνει μανιωδώς, θα την οδηγήσουν σε μια κατακόρυφη πορεία προς την εκτόνωση της οργής που επί χρόνια συσσωρεύεται εντός της.
Η Lisa Taddeo, μετά το προβοκατόρικο, non-fiction ντεμπούτο της, Τρεις γυναίκες, γράφει το πρώτο της μυθιστόρημα, που κυκλοφορεί και αυτό από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος σε μετάφραση Χριστίνας Σωτηροπούλου. Στο Θηρίο, η Taddeo σκιαγραφεί για άλλη μια φορά ένα γυναικείο πορτρέτο, όμως, όπως ακριβώς έκανε και στις Τρεια γυναίκες, αντιστέκεται στον συγγραφικό πειρασμό και δεν συστήνει μια αφηγήτρια συμπαθή, μια συνειδητοποιημένη φεμινίστρια αλληλέγγυα προς το φύλο της, αλλά έναν χαρακτήρα εκ πρώτης όψεως αντιπαθή, μια γυναίκα κυνική και οπορτουνίστρια, υπερσεξουαλική, που χρησιμοποιεί το σεξ για να καλύψει τα συναισθηματικά κενά της, που δεν διστάζει να πατήσει επί (θηλυκών) πτωμάτων για να αποκτήσει αυτό που θέλει.
Η ηρωίδα της αποστρέφεται και ταυτόχρονα αποζητά την ανδρική προσοχή, αυτοκαθορίζεται μέσα από την ανδρική επιθυμία, χρησιμοποιεί το σώμα και τη σεξουαλική της δύναμη ως μέσον επίτευξης σκοπών και αποκόμισης κέρδους, κεφαλαιοποιεί τον ανδρικό πόθο, ως πράξη γυναικείας χειραφέτησης και ανεξαρτησίας, και συνάμα αυτοαπέχθειας και ασυνείδητης αυτοτιμωρίας. Πίσω όμως από το ανάλγητο προσωπείο της, κρύβεται μια γυναίκα βασανισμένη, με ανεπούλωτες πληγές, ένας χαρακτήρας αυθεντικός και ειλικρινής, μέσα στους δυσάρεστους χρωματισμούς του.
Με τη χαρακτηριστική, απολαυστική πένα της, τόσο περιγραφική που μεταφέρει τον αναγνώστη πλήρως στην καθημερινότητα της ηρωίδας, η Taddeo ζωγραφίζει έναν γλαφυρό, παραστατικό πίνακα της ζωής της Τζόαν, απεικονίζει όσα εκείνη τρώει, όσα φοράει, όσα βλέπει – την πηχτή υφή της ντομάτας στο Bloody Mary που πίνει, το λευκό, αραχνοΰφαντο φόρεμα της μητέρας της που φορά διαρκώς, ένα τραγικό τροχαίο ατύχημα που θα εκτυλιχθεί ακριβώς μπροστά στα μάτια της, την οδηγό που είχε όψη καμένου ψωμιού, το μωρό που δεν έκλαιγε, το μέταλλο και τα δάκρυα του πατέρα το πρωί. Η ιστορία τοποθετείται σε ένα Λος Άντζελες πυρετώδες, με την άσφαλτο ζεματιστή από τον καυτό ήλιο, την ατμόσφαιρα της ερήμου αποπνικτική και τα αλυχτίσματα των κογιότ που μυρίζουν το φρέσκο αίμα να ηχούν εν μέσω της νύχτας – εκεί όπου η πολυτέλεια διαπλέκεται με την παρακμή, η μπογιά στους τοίχους των επαύλεων, το στρώμα επίφασης ευτυχίας, ξεφλουδίζει.
Όσο η γραμμή μεταξύ θύτη και θύματος θολώνει, όσο τα ηθικά όρια γίνονται ολοένα και πιο δυσδιάκριτα, η Taddeo συνθέτει ένα πολυεπίπεδο ψυχογράφημα της ηρωίδας της: η Τζόαν έλκεται σεξουαλικά από νεαρότερούς της άντρες, τους παρακολουθεί σαν θηρευτής και τους φαντασιώνεται, όμως εν τέλει καταλήγει να συνάπτει σχέσεις με μεγαλύτερους, παντρεμένους άντρες, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ξαναβρεί τον χαμένο πατέρα της (αν και η ψυχαναλυτική προσέγγιση των daddy issues εδώ είναι κάπως σχηματική και γραφική). Εξορκίζει τα φαντάσματα του παρελθόντος της με το να μετατρέπεται σε αυτά, ενσαρκώνει η ίδια το αρχέτυπο της γυναίκας-αράχνης που διαλύει οικογένειες, επειδή μια τέτοια γυναίκα (θεωρεί πως) έκλεψε τον πατέρα της από εκείνη και τη στοιχειώνει όλη της τη ζωή.
Απώτερος στόχος η γνωριμία και σύνδεσή της με την Άλις, μια γυναίκα πεντάμορφη, αψεγάδιαστη και δυναμική, μια γυναίκα που δεν χρειάζεται τους άντρες αλλά αυτοί χρειάζονται εκείνη, που αισθάνεται ολόκληρη και δίχως αυτούς, που δεν είναι στιγματισμένη από την απώλεια και τον πόνο του παρελθόντος – όλα όσα η Τζόαν ονειρευόταν πάντοτε να είναι. Σταδιακά, μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση της Τζόαν, που επαναφέρει θραύσματα και μνήμες του παρελθόντος, αλλά και μέσα από τους εκτενείς, ζωντανούς διαλόγους με τους δευτερεύοντες χαρακτήρες, τα κομμάτια του παζλ της ζωής της ενώνονται, και αυτό που αναδύεται είναι μια παιδική ηλικία σημαδεμένη από την απώλεια και μια ενήλικη ζωή που περιστρέφεται γύρω από την αυτοτιμωρία.
Η Taddeo γράφει ένα φεμινιστικό μυθιστόρημα, όχι όμως συμβατικά φεμινιστικό: η ηρωίδα της θυματοποιεί η ίδια τον εαυτό της, χρησιμοποιεί το σεξ εργαλειακά, όπως οι χαρακτήρες στις Τρεις γυναίκες δεν αισθάνεται συναισθηματικά πλήρης χωρίς την ανδρική προσοχή και παρουσία – όλα αυτά τα στοιχεία, όμως, την καθιστούν απενοχοποιημένα αληθινή, μια γυναίκα με όλες τις αντιφάσεις, τις εσωτερικεύσεις του μισογυνισμού και τη σεξουαλική αντικειμενοποίηση που γεννά η πατριαρχία. Γράφει για την ανδρική ματιά, κτηνώδη και πεινασμένη, μια ματιά που προσπερνά κάθε στρώμα υφάσματος, κάθε επίφαση αιδούς και σεβασμού, για να καταβροχθίσει το γυναικείο σώμα. Στο βιβλίο της Taddeo, αλλά και στην πατριαρχία εν γένει, κάθε άντρας κρύβει μέσα του έναν βιαστή, μεσήλικες άντρες κακοποιούν σεξουαλικά δεκάχρονα κορίτσια, τους προτείνουν, σε μια ειρωνική νύξη εκ μέρους της συγγραφέα, Ναμπόκοφ και Χένρι Μίλερ, ηλικιωμένοι άντρες κοιτούν κάτω από το φουστάνι γυναικών που θα μπορούσαν να είναι κόρες τους, ένα εκατομμύριο μικροί βιασμοί καθημερινά.
Σε έναν κόσμο όπου η ευθύνη για τη σεξουαλική επιθυμία επιρρίπτεται στις γυναίκες, εκείνες είναι οι πλανεύτρες και οι άντρες οι πλανεμένοι, η Τζόαν ενσαρκώνει αναπολογητικά τον ρόλο της αντροχωρίστρας. Όσο το νήμα της αφήγησης ξετυλίγεται, τα κίνητρα και τα συμπλέγματα της Τζόαν εξηγούνται, οι ρόλοι γίνονται όλο και περισσότερο διακριτοί: σε όλη της τη ζωή, η Τζόαν κακοποιούνταν, σωματικά, σεξουαλικά και ψυχολογικά, από άντρες που δήθεν αποπλανούσε και κατακτούσε, άντρες που τη χειρίζονταν, την εξουσίαζαν και την εκμεταλλεύονταν, και το αφήγημα στο οποίο πίστευε καταρρίπτεται και αποδομείται. Μόνη της διέξοδος, για πρώτη φορά, η γυναικεία φιλία, σχέσεις που όλη της τη ζωή περιφρονούσε και λοιδορούσε, μόνο μέσα από τις οποίες όμως θα βρει την κατανόηση και την αλληλεγγύη που οι κακοποιητικές σχέσεις της με τους άνδρες, αλλά και με τον ίδιο της τον εαυτό, της στερούσαν. Η Τζόαν ανασκαλεύει τις πληγές του παρελθόντος της, εντοπίζει τους αληθινούς υπαιτίους της δυστυχίας της, αντιστοιχίζει τις προβληματικές, τοξικές συμπεριφορές της με τα τραύματα που τις προκάλεσαν, και αφήνει όλη της την οργή, όλο το μίσος προς τους άνδρες και την πατριαρχία να ξεχυθεί, μέχρι το συγκλονιστικό, σπαρακτικό φινάλε, όπου η Taddeo ξεδιπλώνει όλη τη συγγραφική της βιρτουοζιτέ.
Το Θηρίο είναι ένα βιβλίο για τη μητρότητα, για τα τραύματα του παρελθόντος και το αποτύπωμα που αφήνουν στο παρόν, για τη δύναμη και τη σημασία της γυναικείας φιλίας και αδελφοσύνης, μα πάνω απ’ όλα για τη θηλυκή οργή που ξεχειλίζει, την οργή για το προνόμιο του λευκού straight άνδρα, για την ιδιοκτησιακή αίσθησή του και για όλα αυτά που νομίζει πως ο κόσμος του οφείλει και που δεν διστάζει να αρπάξει, την οργή για τα παραβιαστικά βλέμματα και αγγίγματα, που μιαίνουν και ξεγυμνώνουν, την οργή για την αίσθηση εξουσίας πάνω στο γυναικείο σώμα, και τον κόσμο ολόκληρο. Μια βάναυση, πυρετώδης tour–de–force, που τοποθετεί τη Lisa Taddeo μεταξύ των σημαντικότερων σύγχρονων γυναικών συγγραφέων.