Μπορεί οι περισσότεροι να πίστευαν ότι το (ήδη αρκετά καθυστερημένο και εκτός εποχής) Τοy Story 3 να ήταν ένα αποδεκτό φινάλε για τις περιπέτειες του Woody και του Βuzz, όμως η εξαγορασμένη από την Disney Pixar είχε αντίθετη άποψη. Έτσι, το Toy Story 4, αισίως 24 χρόνια μετά το πρώτο, το οποίο είχε προσφέρει ένα επαναστατικό animation και μια πολύ ζεστή και ανθρώπινη ιστορία, έχει όντως τόσα πολλά πράγματα να προσφέρει;
Το πρώτο Toy Story ήταν φαινομενικά μια πάλη εποχών, αμφότερες από τις οποίες υποτάσσονται τελικά στην εμπορευματική λειτουργικότητα και τις (αμερικάνικες, συντηρητικές) οικογενειακές αξίες. Όπως τα 80s νοσταλγούσαν τα 50s και τα 00s νοσταλγούν τα 90s, όλα τελικά νοσταλγούσαν την κανονικότητα και μια ένδοξη παιδική συνθήκη τελειότητας που είναι αναμφίβολο του αν υπήρξε ποτέ.
Υπό αυτή την οπτική η αλήθεια είναι πως είναι πολύ δύσκολο να αποτύχει μια συνταγή σαν του Τοy Story, η βάση της οποίας είναι ούτως η άλλως η ίδια η παιδική φαντασία. Οι καλογραμμένοι χαρακτήρες ,η βαθιά κατανόηση των δεσμών που έχουν αναπτυχθεί μεταξύ τους όλα αυτά τα χρόνια και η ίδια η κατάσταση τους ( η συνεχής πάλη μεταξύ καθήκοντος ως παιχνίδια και του καιρού που γλιστράει μέσα από τα χέρια τους, καθιστώντας τελικά τον αγώνα τους καταδικασμένο να μην μείνει παρά μια ανάμνηση) είναι κάτι που δεν μπορεί να μην πιάσει σε ένα κοινό εθισμένο στη νοσταλγία. Και το Toy Story δεν χρειάζεται καν ετερόκλητες αναφορές σε παλαιότερες εποχές, είναι το ίδιο μία τέτοια.
Μπορεί εδώ η πλάστιγγα του σεναρίου να γέρνει τελικά προς την προσωπική επιθυμία έναντι του καθήκοντος και να εντάσσονται ως (πολύ αδροί, και υπό το άκαμπτο βλέμμα του εταιρικού χιούμορ υπαρξιακοί προβληματισμοί) όμως όλα αυτό δεν συμβαίνει όταν η μάχη για το καθήκον είναι στο αποκορύφωμα της (λέγε με Andie) αλλά όταν πλέον η μάχη αυτή έχει κερδηθεί και ένα δεύτερο παιδί, με διαφορετικές ανάγκες κάνει την εμφάνιση του.
Ταυτόχρονα, αρκετά αργά, το franchise τελικά εξερευνά την έννοια της επιτελεστικότητας, ότι δηλαδή όλα μπορεί να είναι παιχνίδια αρκεί να επιτελούν αυτόν τον ρόλο. Αυτές οι δύο ιδέες κρύβονται στον πυρήνα της τέταρτης ταινίας και ισχύει ότι μπορεί να κρατήσουν το ενδιαφέρον του κοινού, να γελάσει ή να συγκινηθεί πάνω στην αλληλοδιασύνδεση τους.
Η φορμαλιστική, αδιόρατη σκηνοθεσία του σχετικά άπειρου Josh Cooley (George and A.J.) δεν τραβάει το βλέμμα. Σίγουρα όμως αποζημιώνει η οικεία και καθησυχαστική φωνή των Τοm Hanks (Inferno, Sully) , Τim Allen (Wild Hogs, Jungle 2 Jungle) και η νέα, αρκετά διασκεδαστική προσθήκη των Tony Hale (Veep, Arrested Development) και φυσικά η πάντα ευπρόσδεκτη, στο οτιδήποτε παρουσία του Keanu Reeves (Jonh Wick, The Bad Batch. Αυτοί παίρνουν τους χαρακτήρες τους, παλιούς και νέους και πλάθουν μαζί τους ένα roller coster συναισθημάτων που σε παρασύρει.
Τελικά όμως οφείλει κανείς να παραδεχθεί ότι το Toy Story είναι η ταινία μιας άλλης εποχής. Απεμπολίζοντας εντελώς κάθε έννοια ψηφιακού από την πλοκή του (παρόλο που λειτουργικά βασίζεται σε αυτή), το Toy Story είναι μια ταινία βιωμένης νοσταλγίας, η οποία, όπως και τα παιχνίδια πρωταγωνιστές της, δεν μπορεί και δεν θέλει να μεγαλώσει. Θα μείνει για πάντα εκεί, στο μεταίχμιο παιδικότητας και εφηβείας των αρχών του ’90, χωρίς ποτέ να καταλάβει πως ταινίες όπως το Wrech It Ralph ή το Big Hero Six, οι οποίες είναι αδιαμφισβήτητο ότι πάτησαν πάνω στο Toy Story, πλέον έχουν ξεπεράσει τους επιγόνους του.