Όταν είχε ξεκινήσει η κουβέντα για τη μεταφορά του Uncharted στη μεγάλη οθόνη, το μακρινό 2008, η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι το Uncharted είναι το κατάλληλο video game για να γίνει ταινία. Μετά από ένα μακροχρόνιο development hell (το οποίο φαίνεται σχεδόν αναπόφευκτο πλέον για τη μεταφορά video games σε ταινίες) στο οποίο διάστημα τα περισσότερα από εμάς ξεχάσαν ότι κάποτε είχε ξεκινήσει αυτή η προσπάθεια, η ταινία πήρε το πράσινο φως. Όταν ανακοινώθηκε το cast της ταινίας θυμάμαι να σκέφτομαι “αυτή η ταινία θα είναι μεγάλη απογοήτευση“.
Το περίεργο με αυτή την ταινία είναι ότι ένα άτομο που δεν έχει καμία επαφή με το franchise ίσως φύγει από την αίθουσα με καλύτερες εντυπώσεις από κάποιο που έχει αγαπήσει πολύ αυτή την σειρά παιχνιδιών. Οκ δε θα πεις ότι είδες μια εξαιρετική ταινία δράσης, αλλά τουλάχιστον θα έχεις περάσει ένα ευχάριστο δίωρο. Και η ερώτηση είναι, πως γίνεται να πάρεις ένα τόσο αγαπητό παιχνίδι, τόσο καλοφτιαγμένο, τόσο κατάλληλο για να γίνει ταινία, και να φτάσεις κάτι τόσο απογοητευτικά αδιάφορο?
Ας πάρουμε σαν παράδειγμα τον πρωταγωνιστή της ταινίας, Nathan, και γιατί η ερμηνεία του Tom Holland δε δουλεύει στην προκειμένη περίπτωση. Αν και ο Tom Holland έχει δώσει εξαιρετικές ερμηνείες ως Spider- Man, το εύρος του σαν πρωταγωνιστής είναι – ακόμα τουλάχιστον – αρκετά περιορισμένο. Και το πρόβλημα είναι ότι ο Nathan Drake δεν είναι ο Peter Parker. Δεν είναι ένας “άγιος”, αψεγάδιαστος χαρακτήρας, που έχει μια ισχυρή, οριακά απόλυτη, αίσθηση του καλού. Ο Nathan έχει τις γκρίζες του πλευρές, κάνει πράγματα τα οποία δεν είναι σωστά. Είναι ένας χαρακτήρας που ξεκινάει με τα προβλήματά και τα ελαττώματα του, και τον βλέπουμε στην πορεία του franchise να εξελίσσεται.
Η ερμηνεία του Tom Holland και ο τρόπος που αποδίδουν τον χαρακτήρα του Nathan στην ταινία δεν αφήνει περιθώρια εξέλιξης. Είναι ένας χαρακτήρας που δεν έχει κανένα ηθικό παράπτωμα, δεν κάνει τίποτα το αμφιλεγόμενο, και εμείς ως θεατές πρέπει να είμαστε απολύτως μαζί του σε κάθε απόφαση του χωρίς να προβληματιστούμε ούτε στιγμή για τα κίνητρα του. Πολύ χαρακτηριστική είναι η σκηνή που δίνει λάθος συντεταγμένες στην Chloe, την οποία ξέρει ελάχιστα και τον έχει ήδη προδώσει μία φορά, σαν δοκιμασία για να δει αν θα τον προδώσει ή όχι. Δυσκολεύομαι πολύ να σκεφτώ τον Drake των παιχνιδιών να συμπεριφέρεται με την ίδια αθωότητα ή να έχει τον παραμικρό λόγο να την εμπιστευτεί ξανά. Οι συντελεστές της ταινίας επέλεξαν να μετατρέψουν τον Drake από ένα σύνθετο χαρακτήρα, στον τυπικό ήρωα της Disney, και εδώ βλέπουμε τι πάει να πει να αλλάζεις τον χαρακτήρα για να ταιριάζει στον ηθοποιό που θα τον παίξει, αντί να βρίσκεις τον κατάλληλο ηθοποιό για τον ρόλο.
Η ταινία πάσχει από το σύνδρομο μονοδιάστατων χαρακτήρων σε όλη τη διάρκεια της. Όταν ο Sully αποφάσισε να αφήσει την τσάντα με το χρυσό να πέσει, προκειμένου να σώσει τον Drake, ένιωσε κανείς ότι η πράξη αυτή είχε κάποιο συναισθηματικό φορτίο? Υπήρχε κάποιος λόγος που ο Sully ήθελε το χρυσό, πέρα από ένα αόριστο συναίσθημα του “θέλω το χρυσό“? Υπήρχε κάποιος λόγος που η Jo (κρίμα που η Tati Gabrielly χαραμίστηκε σε αυτόν τον ρόλο) ήταν τόσο αδίστακτη, πέρα από το τυπικό αρχέτυπο του αδίστακτου κακού? Τι συνέβη με την ελάχιστη χημεία που υπήρχε μεταξύ του Drake και της Chloe, που οριακά φαινόταν σαν forced ρομάντσο, απλά για να υπάρχει και αυτό κάπου στην ταινία?
Ένα άλλο στοιχείο που έκανε τα Uncharted, σαν video games να ξεχωρίσουν, είναι τα εντυπωσιακά σκηνικά στα οποία τα παιχνίδια εξελίσσονταν. Η ταινία προσπαθεί κάπως να τα αναπαράγει, χρησιμοποιώντας όμως τόσο πολύ CGI που τα κάνει να φαίνονται ψεύτικα. Το CGI σαν εργαλείο μπορεί να δώσει όντως πολύ εντυπωσιακά αποτελέσματα, έχει όμως και πολλούς περιορισμούς. Και όταν σχεδόν όλα σου τα σκηνικά είναι μέσω CGI, οι σκηνές δράσεις χάνουν τον ρεαλισμό. Στην σκηνή που μεταφέρουν τα πλοία με τα ελικόπτερα, μια σκηνή που θα μπορούσε να είναι τόσο εντυπωσιακή, τα πλοία φαίνονται τόσο ανάλαφρα και ψεύτικα που δυσκολεύεσαι να νιώσεις οποιοδήποτε ίχνος suspense.
Στην προσπάθειά της να εντυπωσιάσει, η ταινία προσπαθεί να τα μεταφέρει όλα σε μια τεράστια κλίμακα, χωρίς όμως να θέλει να δώσει το budget που απαιτεί κάτι τέτοιο, με αποτέλεσμα να καταλήγει υπερκορεσμένη με CGI, χωρίς να νιώθεις ότι οι πρωταγωνιστές βρίσκονται σε κίνδυνο οποιαδήποτε στιγμή – ναι ακόμα και όταν πέφτουν από το αεροπλάνο στο κενό δεν νιώθεις το παραμικρό άγχος αφού όλα φαίνονται τόσο ψεύτικα. Και αυτό που χάνει είναι ότι στα παιχνίδια, τόσο τα large scale όσο και τα small scale σκηνικά ήταν εντυπωσιακά. Δεν δίνει στον εαυτό της τη δυνατότητα να αναπνεύσει, να αναπτύξει κάτι ενδιαφέρον και ρεαλιστικό σε μικρή κλίμακα.
Εδώ βρίσκεται νομίζω το ουσιαστικό πρόβλημα στις μεταφορές video games στην μεγάλη οθόνη. Αντί οι executives του Hollywood να αναρωτηθούν “Τι είναι αυτό που έκανε το παιχνίδι αυτό τόσο αγαπητό; Τι είναι αυτό που το ξεχώρισε από τα υπόλοιπα του είδους του;” θεωρούν ότι ξέρουν καλύτερα. Αντιμετωπίζουν τα παιχνίδια σαν κάτι που πρέπει να φτιάξουν, να διορθώσουν, προκειμένου να μπορεί να μεταφερθεί. Πέφτουν, ξανά και ξανά, στην λογική πλάνη που λέει ότι τα video games δεν έχουν ουσιαστική ιστορία και οι χαρακτήρες του είναι μονοδιάστατοι και οι ίδιοι καλούνται να γεμίσουν τα κενά.
Και στο έτος 2022, με τα τόσα παραδείγματα υποδειγματικού story telling που έχουμε δει στα video games, αναρωτιέμαι πραγματικά πόσο λίγη επαφή με το προιόν που καλούνται να διασκευάσουν μπορεί να έχουν. Ειδικά στην σειρά του Uncharted, οι χαρακτήρες και οι σχέσεις που αναπτύσσουν μεταξύ τους είναι από τα κομβικά πράγματα που έκαναν τα παιχνίδια αυτά να ξεχωρίσουν. Όταν το Hollywood σταματήσει να αντιμετωπίζει τα video games σαν κάτι υποδεέστερο, αλλά ως κάτι που αξίζει σεβασμό και που πρέπει να καταλάβει όντως τι είναι αυτό που τα κάνει να ξεχωρίζουν, θα συνεχίσουμε να έχουμε τέτοιες μέτριες μεταφορές.
Και αν θέλουμε να δούμε τι πάει να πει μεταφορά με αγάπη και σεβασμό στο είδος, σας παραπέμπω στο εξαιρετικό fan film UNCHARTED με τον Nathan Fillion.