Η Σκοτεινή Καρδιά του Δάσους- Πως να πλάθεις σύγχρονα παραμύθια από διαχρονικά υλικά

Nίκος Γιακουμέλος Από Nίκος Γιακουμέλος 5 Λεπτά Ανάγνωσης

Η ιστορία της Αγκνιέσκα, της ντροπαλής και αδέξιας κόρης ξυλουργών που ο Δράκος, ο μάγος άρχοντας, παίρνει στον μαγεμένο του πύργο, σε άλλα χέρια θα κατέληγε μια άνευρη, κοινότυπη και ίσως προσβλητική ιστορία ρομαντικής λογοτεχνίας, γεμάτη κλισέ, στερεότυπα και γερές δόσεις σεξισμού, βαθιάς υποτίμησης και υποβάθμισης της γυναικείας παρουσίας, όπως συνέβη τουλάχιστον με τις λογοκριμένες εκδοχές της ιστορίας που έφτασαν στη μαζική κουλτούρα. Ωστόσο, το ” Η Σκοτεινή Καρδιά του Δάσους” της Νaomi Kovik,  (στα ελληνικά από τις εκδόσεις SEΛΙΝΙ), μιας Αμερικανής με πολωνικές ρίζες, όχι μόνο δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία, αλλά καταφέρνει και να αποτελέσει μια από τις πιο φρέσκες, μαγικές και ευχάριστες διαδρομές  που έχουν γίνει πρόσφατα, μέσα από παραμύθια ζωντανά, που αγγίζουν θέματα σύγχρονα και ταυτόχρονα διαχρονικά.

Η Kovik, βασισμένη στα παραμύθια του τόπου της, συνθέτει ένα πολύπλοκο ψηφιδωτό που ενώ στην αρχή μοιάζει απλοϊκό, όσο προχωρά η πλοκή αυτό βαθαίνει, διακλαδώνεται και εμπλουτίζεται με νέα πρόσωπα, θέματα και προβληματικές. Η συγγραφέας δε διστάζει να ανατρέψει εντελώς τους παραδοσιακούς λόγους και ρόλους των παραμυθιών, διατηρώντας όμως αναλλοίωτη τη συνειρμική και συμβολική τους χροιά. Έτσι ο Δράκος γίνεται (αρχικά) ένας γκρινιάρης δάσκαλος, ο πρίγκηπας ένας βιαστής και η αβοήθητη πριγκίπισσα χωριατοπούλα με ιδιαίτερες ικανότητες.  Tαυτόχρονα, το “Η Σκοτεινή Καρδιά του Δάσους” ανατρέπει και ένα άλλο, κομβικό στοιχείο των παραμυθιών: οι καλοί όχι μόνο δεν νικούν (πάντα) αλλά, τελικά, δεν υπάρχουν καν.

Οι σχέσεις των ηρώων μεταξύ τους αλλά και με το περιβάλλον επαναπροσδιορίζονται, σε ένα βιβλίο που με μεγάλη άνεση περνά από το καθαρόαιμο high fantasy στο πολύ δύσκολο fantasy of manners, χωρίς να χάνει ούτε στιγμή τον απόλυτα προσωπικό τόνο της Novik. Αντίθετα, αυτό που τελικά βγαίνει ως αποτέλεσμα είναι ένα βιβλίο με δομημένους και ψυχαναλυτικά σκιαγραφημένους χαρακτήρες που πατούν στη γη, και όχι ξερά σύμβολα και ρόλους που πρέπει απλά να επιτελεστούν. Αφιερώνεται ένα μεγάλο μέρος του έργου στο να τους γνωρίσουμε, καταλάβουμε, συμπαθήσουμε ή αντιπαθήσουμε. Άνθρωποι που διάγουν έναν βίο κάτω από ένα (παρα)μυθικό πέπλο, πρέπει να συνδυάσουν αυτό που τους έχει δοθεί σαν πραγματικότητα, τα μαγεμένα Δάση, τις βασίλισσες και τους δράκους, με την μεταξύ τους συμβίωση, τον πόνο, τον πόλεμο, τους φόρους, τον καιρό, τη μαγειρική.

Αυτό το σήκωμα του πέπλου, η απόπειρα για το συγκεκριμένο μέσα σε έναν κόσμο παραμυθικό, όπου ο χρόνος κυλά αργά, σαν μελωμένος από την ίδια του την γοητεία, είναι και η ασυναγώνιστη δύναμη αυτού του βιβλίου. Το ίδιο βέβαια κυλά πολύ γρήγορα, παρά το γεγονός ότι ανά σημεία σταματά εντελώς τη δράση, για να περιγράψει την καθημερινή ζωή που χάνεται στις μεγάλες αφηγήσεις.

Επιπλέον, κάτι που αξίζει αναφοράς είναι και η αξιοθαύμαστη ταύτιση γλώσσας και μαγείας, σαν εργαλείο πλοκής αλλά και συνοχής, κατά έναν τρόπο ιδιαίτερα Le Guin-ικό. Δένοντας και την ίδια την μαγεία στη γλώσσα, η συγγραφέας θέλει τις δύο αυτές πολύ κοντινές έννοιες να συνεργάζονται για να αναδείξουν η μία τις ιδιαίτερες δυνατότητες της άλλης. H ίδια  η γλώσσα, σαν φωνητική δομή δομεί ολόκληρους κόσμους κυριολεκτικά πια και όχι μόνο στο Συμβολικό, με έναν τρόπο που μας θυμίζει πολύ Wittgenstein. Παράλληλα η γλώσσα δίνει την επιστημολογική δομή στην μαγεία, την κατεβάζει από το ασυνάρτητο βάθρο του high fantasy και την τοποθετεί ανάμεσα στη  ζωή, σαν ένα ακόμα εργαλείo κατανόησης του κόσμου και αλληλεπίδρασης μαζί του.

Η γλώσσα τώρα του ίδιου του βιβλίου, αυτή που όντως το δομεί, ρέει ανεξάντλητη και δυναμική σε όλη τη διάρκεια του. Ο λόγος της Novik είναι ανά στιγμές ηθελημένα αδέξιος και ανεπιτήδευτα χαριτωμένος, άλλοτε σκληρός και τραχύς και κάποτε απόλυτος, σαν σίδερο. Βλέπουμε δηλαδή μια συγγραφέα ολοκληρωμένη, που μεταπλάθει την γλώσσα της όπως θέλει, διατηρώντας πάντα όμως το προκάλυμμα του μυθικού λόγου. Ωστόσο δεν περιορίζεται, δεν της πέφτει μεγάλο. Σαν την ηρωίδα της, το ανακατασκευάζει με μια απλή λέξη, μια κίνηση. Δεν μας παραξενεύει καθόλου λοιπόν η λίστα βραβείων που ακολουθεί το βιβλίο από την έκδοση του, το 2016. Αντίθετα, χαιρόμαστε πάρα πολύ που η ελληνική μετάφραση του πάντα επαγγελματία Θωμά Μαστακούρη κατάφερε να σώσει τη μαγεία αυτή.

Τελικά, τι μένει όταν φτάσουμε στη καρδιά στου δάσους, την ευάλωτη και σκληρή, την εκτεθειμένη και προστατευμένη ταυτόχρονα; Μια ολοκληρωμένη ιστορία, και ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία φαντασίας που διαβάσαμε πρόσφατα.

Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε με μεγάλη επιτυχία αλλά μετά άρχισε καπου να δυσκολεύει το πράγμα. Σπούδασε Επικοινωνία και μετά αποφάσισε πως δεν του αρέσει να επικοινωνεί. Όνειρο του να μετακομίσει στην Σαχάρα όπου θα έχει ησυχία, αλλά μέχρι να το καταφέρει δουλεύει κωπηλάτης.