1923: Εχθρική Πατρίδα – Θα μας αποτελειώσετε εσείς;

Μάνος Βασιλείου - Αρώνης Από Μάνος Βασιλείου - Αρώνης 10 Λεπτά Ανάγνωσης

Η επέτειος των 100 ετών από την Μικρασιατική Καταστροφή δεν άφησε στο δημόσιο διάλογο κάποιο ιδιαίτερα ισχυρό αποτύπωμα, σε αντίθεση για παράδειγμα με την επέτειο των 200 ετών απ’ την ελληνική επανάσταση. H τελευταία δεν εντυπωσίασε μεν από πλευράς Πολιτείας, η οποία κυρίως περιορίστηκε σε κιτς εθνικούς εορτασμούς αισθητικής τύπου μικρομεγαλισμού ολυμπιακών αγώνων, όμως είναι πλέον βέβαιο ότι έδωσε το έναυσμα για να ανοίξει ξανά μία ενδιαφέρουσα συζήτηση στους κόλπους των ιστορικών και της ιστορικής έρευνας και προκειμένου να τεθούν νέα ερωτήματα, τα οποία αποτυπώθηκαν σε μία εκρηκτικών διαστάσεων εκδοτική παραγωγή, κυρίως ελληνόγλωσση, αλλά και ξενόγλωσση (βλ. ιδίως τη σημαντική συμβολή του Mark Mazower). Μάλιστα, το έντονο ενδιαφέρον του κοινού και των εκδοτικών οίκων για νέα βιβλιογραφική παραγωγή για την ελληνική επανάσταση του 1821, ίσως ορισμένες φορές οδήγησε και στο άλλο άκρο, όπως πρόσφατα σχολίασε σκωπτικά και ο ομότιμος Καθηγητής Ιστορίας Χρήστος Λούκος στην εκπομπή Ιστορία στο Κόκκινο, λέγοντας ότι ορισμένοι ιστορικοί «ενώ δεν ήταν ειδικοί στο αντικείμενο αυτό, βιαστικά θέλησαν να εμφανιστούν σαν ιστορικοί του ‘21».

Αντιθέτως, τα εκατοντάχρονα της Μικρασιατικής Καταστροφής δεν σημαδεύτηκαν από αντίστοιχο ενδιαφέρον συζήτησης και αναστοχασμού κι αυτό είναι σίγουρα λυπηρό. Ίσως επειδή είναι βεβαίως δυσκολότερη η διαχείριση ενός συλλογικού τραύματος σε σχέση με τον εορτασμό της γέννησης του νεοελληνικού κράτους; Ίσως επειδή οι περισσότερες εκδηλώσεις και τα επιστημονικά συνέδρια για το 1821 μετατέθηκαν χρονικά για το 2022, λόγω της πανδημίας, ενώ μέχρι και σήμερα δεν έχει σταματήσει να παράγεται σχετική νέα βιβλιογραφία; Μπορεί να αναζητήσει κανείς διάφορες αιτίες, πάντως είναι σαφές ότι το αποτέλεσμα ήταν ότι η συρρίκνωση της δημόσιας συζήτησης για την Μικρασιατική Καταστροφή και για το δράμα των προσφύγων. Δεν έλειψαν ορισμένες ενδιαφέρουσες εκθέσεις σε μουσεία της χώρας, ούτε κάποιες αξιόλογες προσπάθειες στον εκδοτικό και οπτικοακουστικό χώρο, όμως τον τόνο έδωσαν οι μελοδραματικές αναπαραστάσεις του παρελθόντος αισθητικής Μιμής Ντενίση.

 Είναι αλήθεια ότι ούτε η παραγωγή των ελληνικών κόμικς απασχολήθηκε έντονα την τελευταία χρονιά με την επέτειο της Μικρασιατικής Καταστροφής. Αυτό βέβαια δεν είναι αποτέλεσμα ενός «φόβου» των ελληνικών κόμικς «για την ελληνική σημαία» ή άλλες τέτοιες γελοιότητες που αναπαράγονται οργανωμένα τις τελευταίες ημέρες από έντυπα και διαδικτυακούς τόπους της ακροδεξιάς, με στόχο το Comicdom-con Athens. Αντιθέτως, οι ιστορικές αφηγήσεις τα τελευταία χρόνια αποτελούν μία απ’ τις βασικότερες θεματικές που απασχολούν την ελληνική κόμικ σκηνή στα έργα της.Και, μάλιστα, ένα απ’ τα σημαντικότερα και δημοφιλέστερα έργα του είδους (graphic novel το χαρακτηρίζει ο δημιουργός του) είναι το Αϊβαλί του Soloup που επικεντρώνεται θεματικά στην Μικρασιατική Καταστροφή μέσα από την αξιοποίηση των εμπειριών του δημιουργού του και από την προσφυγή του σε εξέχουσες λογοτεχνικές αφηγήσεις και ιστορικές πηγές. Στο ίδιο θεματικό πεδίο προσέθεσε πριν λίγους μήνες και ο Θανάσης Πέτρου ένα δικό του κόμικ, το «1923: Εχθρική Πατρίδα», το νέο κεφάλαιο της ιστορικής του σειράς κόμικ απ’ τις εκδόσεις Ίκαρος που ξεκίνησε από μία ιδιαίτερη ιστορία «προδοσίας» που αφηγήθηκε στους «Όμηρους του Γκαίρλιτς», συνέχισε στο μικρασιατικό μέτωπο στο «1922: Το Τέλος του Ονείρου» και πλέον ολοκληρώνει έναν κύκλο με την έλευση των προσφύγων στα αφιλόξενα εδάφη του ελληνικού κράτους.

Όπως και στα προηγούμενα έργα της σειράς του ο Θανάσης Πέτρου δεν καταφεύγει σε εύπεπτες χρήσεις του παρελθόντος. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να στρέψει σε τετριμμένους τόπους τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες του «1922: Το Τέλος ενός Ονείρου», τους οποίους εξέθεσε στον τρόμο που προκαλεί ο πόλεμος, απορρίπτοντας την ωραιοποίηση στην οποία καταφεύγει κατά κανόνα το κυρίαρχο αφήγημα του εθνικιστικού μεγαλοϊδεατισμού. Με ίδια νοοτροπία, για την αφήγηση της έλευσης των προσφύγων στα ελλαδικά εδάφη δεν στράφηκε μονοσήμαντα στην αγριότητα του τουρκικού στρατού (χωρίς αυτή να απουσιάζει απ’ τις διηγήσεις των ηρώων του), όπως θα προτιμούσε σίγουρα μία ανώδυνη εθνική αφήγηση του τραύματος της προσφυγιάς. Αντιθέτως, με διάθεση για κριτικό αναστοχασμό, επικεντρώθηκε στην αντιμετώπιση των προσφύγων απ’ το κράτος υποδοχής και απ’ τους κατοίκους αυτού, διερωτώμενος για τις αιτίες της αδιαφορίας, της εχθρότητας και του μίσους τους.

«Τουρκόσπουρους» και «πρόσφιγγες» αποκαλούσαν οι ντόπιοι τους ξεριζωμένους και «παστρικές» ιδίως τις γυναίκες. Ο Πέτρου δεν καθησυχάζει τους αναγνώστες και τις αναγνώστριές του, ούτε προσπαθεί να απαλύνει τον πόνο των πρωταγωνιστών και των πρωταγωνιστριών του. Ανασύρει τις σκληρές μνήμες της δεύτερης θυματοποίησης των προσφύγων, των πληθυσμών που επέζησαν απ’ τον διωγμό του τουρκικού στρατού, έφτασαν κατατρεγμένοι και ανέστιοι στα ελληνικά εδάφη κι αντί να βρουν θαλπωρή και βοήθεια για να θεραπεύσουν το τραύμα τους, ήρθαν αντιμέτωποι με μία «Εχθρική Πατρίδα» με έναν λαό που μιλούσε την ίδια γλώσσα, προσκυνούσε τον ίδιο θεό, αλλά δεν τους ήθελε εκεί. Έναν μνησίκακο λαό που τους ζήλευε και που τους εκμεταλλεύτηκε για φτηνά μεροκάματα, που έβγαλε στην πορνεία τα σώματα των γυναικών και που δεν δίσταζε να τους ρίξει στο χώμα νεκρούς, εκείνους που επέζησαν από τις πολεμικές εχθροπραξίες στη Σμύρνη.

«Μας ρήμαξε η Τουρκιά, θα μας αποτελειώσετε εσείς;» αναρωτιέται εξοργισμένη μία προσφύγισσα σε ένα καθηλωτικό καρέ του κόμικ. Ένα μήνυμα δυστυχώς διαχρονικό και επικαιρό. Άραγε πόσοι πρόσφυγες και πόσες προσφύγισσες χρησιμοποιούσαν τα ίδια λόγια όλα αυτά τα τελευταία χρόνια κατηγορώντας το ελληνικό κράτος και την Frontex ότι προσπάθησαν να τους αποτελειώσουν; Όμως, τα νεκρά σώματα στα ανοιχτά του Αιγαίου δεν έχουν πια τη φωνή να μιλήσουν γι’ αυτή την ρατσιστική θανατοπολιτική των κλειστών συνόρων της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Με έμφαση στην διερεύνηση της ψυχοσύνθεσης των πρωταγωνιστών του, ο Πέτρου δεν δημιουργεί καρικατούρες αλλά πρωταγωνιστές με ολοκληρωμένη προσωπικότητα, με φιλοδοξίες και ελπίδες αλλά και με βάσανα και ελαττώματα. Τίποτα δεν είναι άσπρο ή μαύρο σε αυτή την ιστορία γιατί ούτε η ίδια η ζωή είναι έτσι. Οι ήρωες του κόμικ το πρωί μοχθούν για το μεροκάματο, όμως δεν διανοούνται να γίνουν απεργοσπάστες. Και όταν ένας συνάδελφός τους τούς απολογείται ότι πρέπει να δουλέψει για να θρέψει την πολυμελή οικογένειά του, τον ακούν με κατανόηση, έχοντας κι οι ίδιοι επωμιστεί περισσότερες ευθύνες και βάρη στη ζωή τους από όσα αναλογούσαν στη νεαρή ηλικία τους. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι στην «Εχθρική Πατρίδα» δεν υπάρχουν και καθάρματα. Πώς θα μπορούσε εξάλλου να υπάρχει εκμετάλλευση, ατιμία και αδικία χωρίς αυτούς; Συνήθως βέβαια καλύπτονται από τις μεγάλες σημαίες με τα σύμβολα του έθνους και του βασιλιά, κρύβοντας με αυτό το τέχνασμα το ανήθικο πραγματικό τους πρόσωπο. Τα παραδείγματα μέχρι και τις μέρες μας πάμπολλα!

Το σχέδιο του Θανάση Πέτρου παραμένει στην ίδια γραμμή με τα προηγούμενα έργα της σειράς. Με ρεαλιστικό και ανθρωποκεντρικό στυλ εστιάζει στις έντονες εκφράσεις και στην κινησιολογία των ηρώων του. Γι’ αυτό και το φόντο της αφήγησης συνήθως παραμένει ουδέτερο. Τα κτήρια δεν σχεδιάζονται με έντονες λεπτομέρειες (συνήθως ομοιόμορφοι τοίχοι απλών κτισμάτων ή παραπηγμάτων), ούτε ο ουρανός ή το έδαφος έχουν συνήθως αξιοπρόσεκτες λεπτομέρειες, καθώς ο Πέτρου θέλει να στρέψει την προσοχή μας στους ανθρώπους και τις ιστορίες τους. Ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται σε σχέση με τα προηγούμενα κόμικς της σειράς είναι εκείνα τα καρέ όπου εικονογραφούνται μεγάλα πλήθη συγκεντρωμένα. Η επιμονή του δημιουργού σε αυτά μαρτυρά μία επιθυμία αποκέντρωσης του βλέμματος και εστίασης στα πλήθη ως κοινωνικές ομάδες. Βέβαια πλέον αυτές οι εικόνες χαρακτηρίζονται από στατικότητα, σε αντίθεση ιδίως με το 1922 που είχε αρκετές σκηνές πολεμικής δράσης και συνεπώς εντονότερη κίνηση. Όμως, παρά την ειρηνική συνθήκη, δεν απουσιάζουν οι σκηνές βίας, οι οποίες εικονογραφούνται σε πιο ζωγραφικό στυλ, με τις γραμμές να θολώνουν και τους πρωταγωνιστές να βυθίζονται στο σκοτάδι.

Τέλος, με ιδιαίτερη προσοχή έχει χρησιμοποιηθεί η γλώσσα στο κόμικ. Οι ήρωες μιλούν τη γλώσσα της εποχής τους, χρησιμοποιούν λόγια και εκφράσεις που μαρτυρούν την καταγωγή τους, την μόρφωση αλλά και τον χαρακτήρα τους. Και προκειμένου να μην διασπάται η προσοχή των αναγνωστών και των αναγνωστριών, η έκδοση περιέχει στο τέλος της ένα εξαιρετικά χρηστικό λεξικό, προκειμένου να αποδοθεί το νόημα αλλά και το κοινωνικοϊστορικό πλαίσιο της γλώσσας της εποχής. Με την ίδια προσοχή ο Πέτρου έχει συμπεριλάβει στην αφήγησή του και τη μουσική, το ρεμπέτικο το οποίο τραγουδήθηκε στους τεκέδες της εποχής και διατηρείται μέχρι σήμερα ως ανεκτίμητη κληρονομιά των ξεριζωμένων και των κατατρεγμένων.

Το 1923: Εχθρική Πατρίδα βραβεύτηκε ως Καλύτερο Κόμικ και Καλύτερο Πρωτότυπο Σενάριο στα ΕΒΚ 2023


Το ερώτημα «πώς μιλούν τα κόμικς για την ιστορία χωρίς εθνικιστικά στερεότυπα» μάλιστα είχε απασχολήσει πριν λίγους μήνες και μία συζήτηση που συνδιοργάνωσαν το Smassing Culture και το Red n’ Noir στο πλαίσιο του 2ου Comics n’ Beers Fest.
Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε το 1993, δηλαδή ήταν 6 χρονών όταν είδε πρώτη φορά το Star Wars. Κάπου στο Λύκειο κατέληξε ότι η αλήθεια βρίσκεται στον Sheldon και από τότε προσπαθεί να ανακαλύψει τον κόσμο των nerds και των superheroes, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Αγαπημένο του χρώμα το κόκκινο: στις σημαίες, στον Flash, στον Deadpool, ενώ στις μπλούζες το προτιμά με λευκές λωρίδες. Τελευταία το παίζει και δικηγόρος, χωρίς καμία επιτυχία.