του Γιώργου Κιούση
Αυτό το καλοκαίρι είδαμε με τεράστιο ενδιαφέρον την δεύτερη σεζόν της σειράς pose, μιας σειράς που μας επιβεβαιώνει την ποιοτική αναβάθμιση της μικρής οθόνης και την μεγάλη ακτινοβολία των αγώνων του ΛΟΑΤΚΙΑ κινήματος.
Μπορεί η ΛΟΑΤΚΙΑ κοινότητα να έβλεπε μια πιο αισθητικοποιημένη εικόνα της να ηγεμονεύει και να μπορούσε να εκφραστεί πιο εύκολα τα τελευταία χρόνια τηλεοπτικά από το Ru Pauls DRAG Race που είχε όλα τα βλέμματα στραμμένα πάνω του, αλλά ήρθε η επαναφορά στις ρίζες και η επιρροή των 50 χρόνων από την εξέγερση του stonewall. Παράλληλα η αυξανόμενη καταπίεση της κοινότητας με την άνοδο της ακροδεξιάς και την αυξημένη καταστολή ειδικά στις ΗΠΑ του Ντόναλντ Τράμπ γέννησε το κατάλληλο υπόβαθρο για να φωτιστεί το Pose.
Η σειρά είναι βασισμένη στο ντοκιμαντέρ Paris is Burning και μας παρουσιάζει από το βλέμμα της μαύρης ΛΟΑΤΚΙΑ κοινότητας την περίοδο των late 80s και early 90s. Όλη η πλοκή ξεκινάει μέσα από τα bowls που εκείνη την εποχή σηματοδοτούσαν την υποκουλτούρα της μαύρης ΛΟΑΤΚΙΑ σκηνής που δημιουργούσε την σύγχρονη μορφή του DRAG, το Voguing, τα lip sync και άλλους τρόπους έκφρασης που έρχονται ξανά στην επιφάνεια.
Ο τόπος της δημιουργίας ως τόπος απελευθέρωσης
Τα bowls ήταν ο τόπος που τα καταπιεσμένα άτομα της κοινότητας θα μπορούσαν να δημιουργήσουν την δική τους ζωή, τους δικούς τους χαρακτήρες και την δικιάς τους κληρονομιά. Αντιμετωπίζοντας κατάματα όλες τις ματαιώσεις που δεχόντουσαν από την κοινωνία, κατάφερναν να οικειοποιηθούν όλα τα στοιχεία που στερούνταν από την ζωή στην εποχή του Αμερικάνικου ονείρου. Γείωναν τα όνειρα τους με κάθε λουσάτη λεπτομέρεια που γεννά η φαντασία του καταπιεσμένου και τους έδιναν κυριολεκτικά σάρκα, οστά και πόζες .
Μοντέλα, golden boys, ένστολοι, αστέρες του κινηματογράφου εμφανίζονταν μέσα από τον χαρακτήρα κάθε επιτελεστικής περσόνας που κατέβαινε να διασχίσει την πίστα και να κριθεί, να παλέψει και εν τέλει να κερδίσει την εικόνα που φαντάζεται για την εαυτή της. Μέσα σε μία πίστα γεμάτη φώτα, κόσμο και θέρμη που θα ζήλευαν τα μεγαλύτερα θεάματα της εποχής. Ο χώρος που έρχεται να περιβάλει όλα αυτά τα τεχνάσματα της φαντασίας στην πλήρη υλική υπόσταση τους δεν θα μπορούσε παρά να έχει τα φώτα του Hollywood, τα χειροκροτήματα από τους ψηλούς εξώστες της όπερας και τα χρώματα από τα πιο ζωντανά εξώφυλλά των μεγάλων οίκων μόδας.
Η σειρά καταφέρνει να αναπαραστήσει τον χώρο κρατώντας την αυθεντικότητα μιας μαύρης κουλτούρας καταπιεσμένων αλλά ταυτόχρονα να του δώσει την έκταση της μεγάλης τηλεοπτικής παραγωγής του 21ου αιώνα. Παρακολουθώντας τους χορούς τα εφέ και τα χρώματα μπορούν να μας ταξιδέψουν σε μεγάλα θέατρα που μοιάζουν να τελούν υπό κατάληψη και να ομορφαίνουν με φθηνά υλικά και πολύ φαντασία. Στόχος πάντα είναι η νίκη και ο σκληρός ανταγωνισμός φέρνει την αδρεναλίνη και την αγωνία που μας καρφώνει το βλέμμα στην οθόνη. Η υπόθεση ξεκινάει μέσα από την προσπάθεια της Blanca να ξεκινήσει τον οίκο Evangelista, αλλά «για να είσαι μάνα ενός οίκου πρέπει να έχεις την περισσότερη δύναμη, σε μια οικογένεια είναι η μητέρα που είναι η σκληρότερα εργαζόμενη αλλά κερδίζει και τον περισσότερο σεβασμό». (Willi ninja). Ο σεβασμός, η επιβολή και η σκληρότητα του αγώνα έρχονται να μας βοηθήσουν να μπούμε σε έναν κόσμο πραγματικής πάλης, μιας πραγματικής σύγκρουσης του σώματος με τους φραγμούς που του θέτει η κοινωνία, τα οποία έρχονται να απελευθερωθούν στον τόπο – safe space μακριά από την επιβολή της κοινωνίας για κανονικότητα, στον κόσμο μιας νέας οπτικής για την ομορφιά, την αισθητική και την τέχνη. Για να επιτευχθεί κάθε φαντασίωση γεννιέται μια δυναμική διαδικασία διαρκούς μεταμόρφωσης που έρχεται να φανερώσει έναν ολόκληρο κόσμο, κρυμμένο στο βάθος του σώματος. Βίωμα και επιθυμία γεννάνε πολλές προσωποποιήσεις από τον πυρήνα της ζωής και του σώματος και δημιουργούν μια αυθεντικότητα ανεκτίμητη, που δεν μπορεί να φτάσει πραγματικά στο λευκό straight βλέμμα και σώμα ποτέ στην πληρότητα της.
Θέλουμε να ελευθερώσουμε αυτό το ζωντανό σώμα, να το κάνουμε και πάλι ολόκληρο, να το ξεμπλοκάρουμε, για να βιώσει την απελευθέρωση όλων των ενεργειών του, των επιθυμιών, των εντάσεων, οι οποίες προς το παρόν συντρίβονται από ένα κοινωνικό σύστημα που αποφασίζει και διατάζει. (Felix Guattari, Για να τελειώνουμε με την σφαγή του σώματος, μτφ Σάββας Στρούμπος)
Με το βλέμμα στους πραγματικούς πρωταγωνιστές
Πέρα από τόπος έκφρασης τα bowls ήταν και τόπος συνάντησης και συλλογικών δεσμών για την σκληρή πάλη της καθημερινότητας. Ο πυρήνας της ζωής των ανθρώπων της κοινότητας ήταν τα λεγόμενα Houses. «Τα houses είναι οικογένειες για πολλά παιδιά που δεν είχαν οικογένειες, αλλά με μια νέα έννοια της οικογένειας, δεν είναι η λογική μια οικογένειας ενός άνδρα και μιας γυναίκας, την οποία μάθαμε μεγαλώνοντας, αλλά η λογική μιας ομάδας ανθρώπων με έναν κοινό δεσμό.» (Pepper LabeJa) Βλέπουμε ένα πολύ καλά στημένο υπόβαθρο ακόμα και με υπαρκτά houses στο παρασκήνιο της σειράς, όπως τις Extravganza ή τις Pendavis αλλα και αναφορές και τις αφιερώσεις που υπάρχουν στην ροή της σειράς για κομβικά άτομα και ομάδες αυτής της υποκουλτούρας που για πρώτη φορά μετά το ντοκιμαντέρ και την μεγάλη οθόνη, περνάει μέσα από την μαζική κουλτούρα στα βλέμματα όλου του κόσμου από την μικρή οθόνη και το δράμα. Σε αυτήν την διαδικασία βοήθησαν τον Ryan Murphy θρυλικές μορφές της σκηνής όπως οι Hector Xtravaganza, Jack Mizrahi, Deja Smith, Jonovia Chase, Mila Khalevich, Twiggy Pucci Garçon και φυσικά και το ίδιο το cast που αποτελείται από άτομα από την σημερινή ΛΟΑΤΚΙΑ κοινότητα, που κατάφερε να αναπαραστήσει εύστοχα την συνέχεια αυτής της ιστορικής ροής προς τον 21ο αιώνα. Μα όλα τα παραπάνω δημιουργούν απλά τον πυρήνα της αφήγησης για να έρθουμε αντιμέτωποι με την σκληρότητα των καταπιέσεων εκείνης της εποχής.
Η σειρά έρχεται να μας αναδείξει όλα τα ζητήματα της τότε ΛΟΑΤΚΙΑ ατζέντας με κέντρο της την τότε σημαντική εξάπλωση του HIV και της δολοφονικής πολιτικής του Ronald Reagan με την υποστήριξη της εκκλησίας και των μεγάλων οργανισμών, οικονομικών και πολιτικών εκείνης της εποχής. Με κέντρο τον αγώνα για ζωή και πρόσβαση στις δομές υγείας, στα ακριβά φάρμακα, στον στιγματισμό και την περιθωριοποίηση. Η αφήγηση μας περνάει από πολλές ιστορίες που καθρεπτίζουν τις ζωές των καταπιεσμένων ΛΟΑΤΚΙΑ της εποχής. Οικονομική εκμετάλλευση, σεξουαλική βία, στέρηση βασικών δικαιωμάτων και διαρκή υποτίμηση στην γειτονιά και την εργασία. Μαζικές «αόρατες» δολοφονίες στον δρόμο των σεξεργατριών και των Τρανς ατόμων, τραμπουκισμός και εκδίωξη από τα μπαρ ακόμα και τα gay bar των λευκών μεσοαστών. Αυτό έρχεται στην πρώτη σεζόν της σειράς να παραλληλιστεί με τον Στάν που πετυχαίνει το λεγόμενο αμερικάνικό όνειρο αλλά ξεγυμνώνεται μπροστά την αυθεντικότητα της Angel. «Δεν είμαι κανένας, θέλω αυτό που είμαι προορισμένος να θέλω, φοράω αυτά που είμαι προορισμένος να φοράω και δουλεύω εκεί που ήμουν προορισμένος να δουλέψω. Δεν έχω πολεμήσει ποτέ και δεν θα πολεμήσω ποτέ γιατί μάλλον ο επόμενος πόλεμος θα μας σκοτώσει όλους. Μπορώ να αγοράσω πράγματα που δεν μπορώ πραγματικά να οικειοποιηθώ και δεν είναι ποτέ πραγματικά δικά μου. Δεν ζω. Δεν πιστεύω. Απλά συσσωρεύω.»
Queer retro
Αυτή η μεταφορά του βλέμματος στην μαύρη ΛΟΑΤΚΙΑ κοινότητα έρχεται να συνδυαστεί με μια μεταφορά και στον χρόνο. Αν λατρέψαμε μία φορά την αισθητική του San Junipero με τα χρώματα και το ρετρό νοσταλγικό περιβάλλον απολαύσαμε πολλαπλά τα χρώματα, τις μουσικές και την οικειοποίηση των σημαντικότερών στοιχείων της δημοφιλούς κουλτούρας της εποχής από το queer βλέμμα των πρωταγωνιστών της σειράς. Από την τηλεόραση και το μόντελινγκ έως την προβλήτα του λιμανιού και τα street challenge των νέων χορευτών και voguers. Με τα κουστούμια και τις επιλογές στο styling να καταφέρνουν με επιβλητικό τρόπο να κερδίσουν έναν κεντρικό ρόλο, τον οποίο οφείλει να τους δώσει μια αφήγηση της ιστορίας του Voguing που ξεπηδάει από μοντέλα σε ιλουστρασιόν σελίδες των περιοδικών μόδας της δεκαετίας του 80.
Η πρώτη σεζόν μας βάζει στον κόσμο των bowls και μας δένει με την σκληρή ζωή των χαρακτήρων που μεγαλώνουν και εξελίσσονται σε όλη αυτή την διαδικασία. Η δεύτερη σεζόν μας σκληραίνει με ένα πιο γενικό βλέμμα πάνω στις μεγάλες συγκρούσεις με τον HIV, τις δολοφονίες και την σκληρή για το περιθώριο διαδικασία του gentrification στην Νέα Υόρκη, καταφέρνοντας όχι μόνο να κρατήσει αλλά και να κλιμακώσει το ενδιαφέρον μας. Τώρα μένει να δούμε την 3η ανακοινωμένη σεζόν για να συνεχίσει το ταξίδι μας στα 90s της μαύρης queer κουλτούρας. Μέχρι τότε προλαβαίνουμε να μελετήσουμε βαθύτερα αυτήν την πλούσια κουλτούρα για να αντιμετωπίσουμε ωριμότερα και γνωριμότερα τις εκπλήξεις που θα μας κρύβει ο Ryan Murphy μαζί με τις θρυλικές μορφές των bowls που τον συμβουλεύον.