«Να είστε βέβαιοι πως θα σας εξαντλήσουμε με την ικανότητά μας να υποφέρουμε, και κάποια μέρα θα κερδίσουμε την ελευθερία μας»
Αυτό το απόσπασμα προέρχεται από ένα λόγο του Martin Luther King. Αποτυπώνει τη ψυχική (και σωματική) δύναμη πολλών γενιών Αφροαμερικανών, οι οποίοι παρ’ όλο που είχαν αποτινάξει το ζυγό της δουλείας ήδη απ’ το τέλος του Αμερικανικού Εμφυλίου, συνέχιζαν να ζουν στις ΗΠΑ ως πολίτες β’ κατηγορίας. Όταν αναδύθηκε τη δεκαετία του 1950 το κίνημα για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα (Civil Rights Movement), του οποίου εξέχων εκπρόσωπος ήταν ο Martin Luther King, τότε ακόμα οι φυλετικές διακρίσεις, τα λιντσαρίσματα και οι ταπεινώσεις ήταν μέρος της καθημερινότητας των μαύρων στις ΗΠΑ κι όχι απλώς αναμνήσεις τους απ’ την εποχή της δουλείας. Οι νόμοι του Jim Crow, που καθιέρωσαν το δόγμα «ξεχωριστά αλλά ίσοι», καταργούνταν σταδιακά με την καθοριστική συμβολή του Supreme Court των ΗΠΑ, όμως το πνεύμα των νόμων περί φυλετικού διαχωρισμού συνέχιζε να διαποτίζει την αμερικανική κοινωνία, ιδιαίτερα στις Πολιτείες του Αμερικανικού Νότου.
Αυτό είναι το ιστορικό background στο οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία των «Αγοριών του Νίκελ», του Colson Whitehead, του Αφροαμερικανού συγγραφέα ο οποίος στα μυθιστορήματά του αναμετράται με το φυλετικό ζήτημα και την ιστορία του στις ΗΠΑ. Πρόκειται για έναν απ’ τους πιο δυναμικά ανερχόμενους σύγχρονους λογοτέχνες στις ΗΠΑ, ο οποίος έχει τιμηθεί δύο φορές με το βραβείο Pulitzer λογοτεχνίας (την τελευταία φορά για τα Αγόρια του Νίκελ), με το National Book Awards και με άλλα σημαντικά βραβεία και υποψηφιότητες, ενώ έχει φιλοξενηθεί και στο εξώφυλλο του περιοδικού Time με τον χαρακτηρισμό «America’s Storyteller». Απ’ τα υπόλοιπα έργα του, το μόνο που έχει μεταφραστεί στα ελληνικά είναι το αμέσως προηγούμενο, ο Υπόγειος Σιδηρόδρομος (Underground Railroad), το οποίο είναι το έτερο έργο του που έχει βραβευτεί με το λογοτεχνικό βραβείο των Pulitzer. Πάντως τα «Αγόρια του Νίκελ», τα οποία μεταφράστηκαν στα ελληνικά απ’ τη Μυρσίνη Γκανά για τις εκδόσεις Ίκαρος, ίσως επειδή κυκλοφόρησαν και σε μία περίοδο που κλονίστηκε διεθνώς απ’ τις εξεγερσιακές καταστάσεις του κινήματος Black Lives Matter, κατατάσσεται -λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του- ανάμεσα στα πιο πολυσυζητημένα λογοτεχνικά βιβλία της χρονιάς στην Ελλάδα. Aυτό σίγουρα είναι ελπιδοφόρο για την περαιτέρω γνωριμία του συγγραφέα με το ελληνικό κοινό, αφού πέραν του πλούσιου μέχρι στιγμής έργου του, ο Whitehead έχει ήδη ολοκληρώσει τη συγγραφή του νέου βιβλίου του που θα κυκλοφορήσει το 2021 με τον τίτλο Harlem Shuffle.
Επιστρέφοντας στα Αγόρια του Νίκελ, πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι ο Έλγουντ, ένα φτωχό μαύρο παιδί που μεγαλώνει στη Φλόριντα στο σπίτι της γιαγιάς του στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Παρά τη φτώχια και την κοινωνική περιθωριοποίηση που βιώνει λόγω του χρώματος του δέρματός του, ο Έλγουντ διαπρέπει στα μαθήματά του και με τη βοήθεια ενός καθηγητή του σχολείου του ετοιμάζεται να φοιτήσει στα καλοκαιρινά τμήματα ενός τοπικού κολλεγίου. Όμως από μία απρόσεκτη κίνησή του βρίσκεται στα χέρια των Αρχών και το δικαστήριο τον καταδικάζει σε εγκλεισμό στο αναμορφωτήριο Νίκελ, ένα τύποις σχολείο για παραβατικά παιδιά, το οποίο στην πραγματικότητα είναι ένα κολαστήριο για τα μαύρα παιδιά, τα οποία είναι παγιδευμένα σε ένα σισύφειο μηχανισμό που τους απαγορεύει να ολοκληρώσουν την διαδικασία αναμόρφωσης και να επιστρέψουν στις ζωές τους.
Ο Έλγουντ διαθέτει ισχυρή θέληση να μορφωθεί και να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον. Είναι οπτιμιστής και αναπτύσσει ανατρεπτικές ιδέες ακούγοντας τους λόγους του Martin Luther King και διαβάζοντας απ’ τις εφημερίδες για το κίνημα των Πολιτικών και Κοινωνικών Δικαιωμάτων που λάμβανε πλέον το χαρακτήρα -αρχικά ειρηνικής- εξέγερση των μαύρων, τη δεκαετία του 1960. Όμως το κίνημα -το οποίο εκείνη την περίοδο αναπτύσσεται κυρίως στο Βορρά- δεν έχει ακόμα ισχυρή παρουσία στον αμερικανικό Νότο, λόγω και των βίαιων αντιδράσεων με τις οποίες συνοδεύονταν για χρόνια οι προσπάθειες για αντιρατσιστικές κινητοποιήσεις. Ο Έλγουντ, πάντως, με την πρώτη ευκαιρία και παρά τους αρχικούς του φόβους, θα συμμετάσχει σε μία αντιρατσιστική πορεία, πλάι σε φοιτητές. Όμως σύντομα αυτή η βραχύβια συμμετοχή του στο κίνημα θα υπάρχει μόνο ως μία ανάμνηση που θα του δίνει δύναμη στο αναμορφωτήριο Νίκελ. Το βράδυ μετά την πορεία είχε αισθανθεί ότι «είχε ταξιδέψει εκατό χιλιάδες μίλια σε μία μέρα» κι αυτή η ανάμνηση θα συνεχίσει να τον τροφοδοτεί με θάρρος και κουράγιο απέναντι στην κακοποίηση και στον εγκλεισμό που βιώνει στο Νίκελ.
Το Νίκελ ήταν αναμορφωτήριο και για λευκά και για μαύρα παιδιά. Όμως αυτά βρίσκονταν μεταξύ τους σε καθεστώς πλήρους διαχωρισμού. Κι ενώ για τα λευκά παιδιά το Νίκελ θεωρούνταν μία πιο ελαφριά μορφή τιμωρίας της παραβατικής συμπεριφοράς τους, αντιθέτως για τα μαύρα παιδιά ήταν ένα κολαστήριο. Εκεί ο Έλγουντ θα γίνει φίλος με τον Τέρνερ, ένα παιδί φιλήσυχο όπως κι ο Έλγουντ, με τον οποίο όμως διέφεραν αρκετά οι χαρακτήρες τους. Ενώ ο Έλγουντ έκρυβε μέσα του μία επαναστατική φύση, ο Τέρνερ ήταν αντιθέτως πιο ατομικιστής και πεσιμιστής. Οι δυο τους μπορούν να ερμηνευθούν κι ως εκπρόσωποι δύο διαφορετικών στάσεων των μαύρων καταπιεσμένων της εποχής, μίας στάσης περισσότερο μαχητικής και διεκδικητικής και μίας άλλης που υπέμενε τις κακουχίες αποφεύγοντας τις αναταραχές και την ευθεία σύγκρουση, σε μία προσπάθεια να επιβιώσει.
Το αναμορφωτήριο Νίκελ είναι εμπνευσμένο από ένα υπαρκτό αναμορφωτήριο, το Dozier School της Φλόριντα, το οποίο λειτουργούσε τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα με παρόμοιες συνθήκες με αυτές που περιγράφονται στο βιβλίο. Το παρελθόν των κακοποιήσεων, των βασανισμών, ακόμα και των θανάτων μαύρων παιδιών αποκαλύφθηκε με έναν σοκαριστικό τρόπο, όταν αρχαιολόγοι το 2013 έσκαψαν σε ένα σημείο του χώρου όπου λειτουργούσε το Dozier School και ανακάλυψαν κρυμμένους ομαδικούς τάφους περισσότερων από 50 μαύρων παιδιών. Η είδηση σόκαρε την Αμερική, ξύπνησε τις τραυματικές μνήμες από τις σκληρότερες περιόδους της εποχής του φυλετικού διαχωρισμού και τροφοδότησε με πρώτη ύλη στον Whitehead προκειμένου να δημιουργήσει μία δικιά του μυθοπλαστική ιστορία, βασισμένη σε φανταστικούς χαρακτήρες, οι οποίοι βίωσαν παρόμοιες συνθήκες με τα νεκρά ανώνυμα μαύρα παιδιά του ομαδικού τάφου του Dozier School.
Έτσι γεννήθηκαν τα Αγόρια του Νίκελ, μία σκληρή ρεαλιστική ιστορία στην οποία επιβιώνει η σαδιστική βία της εποχής του φυλετικού διαχωρισμού, η οποία συνομιλεί με τα σύγχρονα κινήματα εναντίον του συστημικού ρατσισμού που επιβιώνει ως κυρίαρχο συστατικό της κρατικής μηχανής στις ΗΠΑ. Στο βιβλίο του ο Whitehead εκκινεί απ’ την τραγική ιστορία του αναμορφωτηρίου προκειμένου να μιλήσει για τα «εκατοντάδες εργοστάσια παραγωγής πόνου» για Αφροαμερικανούς που έχουν υπάρξει στο παρελθόν -και ίσως κάποια επιβιώνουν στο παρόν- των ΗΠΑ. Ο Whitehead διηγείται ιστορίες για το παρελθόν της Αμερικής, τις οποίες έχουν ανάγκη να ακούσουν οι σύγχρονες μειονότητες και οι υπόλοιποι καταπιεσμένοι των καπιταλιστικών κοινωνιών, που αγωνίζονται για το δικαίωμά τους να «ανασάνουν». Ως εκ τούτου είναι απόλυτα εύστοχος ο χαρακτηρισμός «America’s storyteller» που του αποδίδεται.
Αντί επιλόγου: Πριν κάποια χρόνια είχε κυκλοφορήσει η μελέτη της ιστορικού Έφης Αβδελά για τη νεανική παραβατικότητα και τα αναμορφωτήρια τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, με τίτλο «Νέοι εν κινδύνω». Αυτή τη μελέτη θυμήθηκα όσο διάβαζα την -πολύ βιαιότερη σίγουρα- ιστορία του αναμορφωτηρίου Νίκελ, εξ ου προέκυψε και ο τίτλος το κειμένου.