Το Καπλάνι της Βιτρίνας – ΕΥ-ΠΟ ΕΥ-ΠΟ για τα ελληνικά comics

Μάνος Βασιλείου - Αρώνης Από Μάνος Βασιλείου - Αρώνης 8 Λεπτά Ανάγνωσης

Αν έπρεπε να κατονομάσει κανείς τα δύο – τρία σημαντικότερα παιδικά έργα της νεοελληνικής γραμματείας, οπωσδήποτε το Καπλάνι της Βιτρίνας θα συγκαταλεγόταν σε αυτά. Μπορεί για πολλά χρόνια το επίσημο εκπαιδευτικό σύστημα να έθετε εμπόδια στην είσοδο της λογοτεχνίας της Άλκης Ζέη στα σχολεία, όμως τα έργα της έχουν αγαπηθεί από αρκετές πλέον γενιές και αναμφισβήτητα συγκαταλέγονται στα πλέον κλασσικά νεανικά αναγνώσματα. Και μολονότι η Ζέη υπήρξε πολυγραφότατη και το συγγραφικό ταλέντο της αποδείχτηκε αστείρευτο μέχρι και τα τελευταία χρόνια της ζωής της, το Καπλάνι, το πρώτο της μυθιστόρημα, μέχρι και σήμερα είναι μάλλον το επιδραστικότερο από τα έργα της, καθώς -πέραν των ελληνικών γραμμάτων- έχει «ταξιδέψει» σε δεκάδες χώρες, με μεταφράσεις σε περισσότερες από 35 χώρες και με σημαντική παρουσία σε χώρες όπως η Ιταλία και η Κούβα.

Υπάρχει ένα κωμικό αφήγημα σχετικά με την πρώτη έκδοση του Καπλανιού, το οποίο είχε διηγηθεί στο παρελθόν η Άλκη Ζέη.[1] Η συγγραφέας όταν έγραψε το βιβλίο ήταν ακόμα πολιτική εξόριστη στην ΕΣΣΔ. Είχε στείλει το χειρόγραφο, τότε, στον φίλο της Δημήτρη Δεσποτίδη, ο οποίος ήταν ο πρώτος της καθοδηγητής στην ΕΠΟΝ (ο εμβληματικός Πέτρος της ΕΠΟΝ) και είχε εκκινήσει, βεβαίως, εκείνη την εποχή τις εκδόσεις Θεμέλιο. Όμως δεν της είχε απαντήσει ποτέ για την τύχη του. Όταν η Ζέη επέστρεψε τελικά στην Ελλάδα και επισκέφτηκε τον νεοσύστατο εκδοτικό οίκο, ρώτησε τον Δεσποτίδη «τι έγινε, τελικά, εκείνο το Καπλάνι;». Κι εκείνος της απάντησε «Να το, είναι στη βιτρίνα».

Το έργο της μεταφοράς του Καπλανιού σε comic υπήρξε σίγουρα ιδιαίτερα απαιτητικό. Πώς να δώσεις νέα μορφή σε μία τόσο αγαπημένη ιστορία; Τι να κρατήσεις και τι να αφήσεις στη διήγησή σου; Πώς μπορείς τελικά να προσφέρεις ένα comic που δεν είναι μία στεγνή μεταφορά ενός βιβλίου, αλλά ένα έργο με αυτοτελή καλλιτεχνική αξία, που να συνομιλεί ισότιμα τόσο με τους παλιούς, όσο και με τους νέους αναγνώστες της Άλκης Ζέη; Οι δύο συνδημιουργοί του comic, η Γεωργία Ζάχαρη (Το Φεστιβάλ, Βαλ’ τους Χ, Τσοντοκόμικ 1 και 2) και η Στέλλα Στεργίου (Στο Δάσος, Ο Μικρός Πρίγκηπας, Τσοντοκόμικ 1 και 2), σίγουρα προβληματίστηκαν, αγχώθηκαν και έμειναν άγρυπνες ορισμένες νύχτες με αυτούς τους ενδοιασμούς. Δεν είναι δα και μικρό το φορτίο που ανέλαβαν, δηλαδή το να σχεδιάσουν και να διασκευάσουν το σενάριο ενός τόσο εμβληματικού βιβλίου σε comic. Τελικά, η συνεργασία τους αποδείχτηκε ότι λειτούργησε άριστα, αφού ανταπεξήλθαν πλήρως στην πρόκληση που τους έθεσαν οι εκδόσεις Μεταίχμιο, προσφέροντάς μας ένα υπέροχο comic, ένα πραγματικό στολίδι για κάθε βιβλιοθήκη.

Το πολύχρωμο ζωηρό σχέδιο του comic δίνει μία επιπλέον ζωντάνια στον ανέμελο παιδικό κόσμο των νεαρών πρωταγωνιστριών, ο οποίος τελικά -ερχόμενος αναγκαστικά σε επαφή με τον ταραχώδη κόσμο των ενηλίκων- καθίσταται πολύ πιο επικίνδυνος από όσο είναι σε θέση να αντιληφθούν. Αυτή η τριβή μεταξύ της παιδικής φαντασίας και της ενήλικης πραγματικότητας αποτελεί εξάλλου κινητήριο μοχλό του έργου. Το ίδιο το Καπλάνι αποτελεί ένα τέχνασμα του Νίκου, του ξαδέλφου των δύο πρωταγωνιστριών, προκειμένου να τους μιλήσει για κοινωνικο-πολιτικά ζητήματα με τη μορφή παραμυθιού, ιδιαίτερα σε μία περίοδο (του Μεσοπολέμου), κατά την οποία λέξεις, όπως η «Δημοκρατία», μπορούσαν να αποτελέσουν αιτία διώξεων και φυλακίσεων. Βεβαίως, πέραν του Νίκου, οι δύο πρωταγωνίστριες είχαν και τις διηγήσεις του παππού τους, αυτής της τρυφερής μορφής (που συχνά επανεμφανίζεται στα έργα της Ζέη) ενός στωικού διανοούμενου, που τις διαπαιδαγωγούσε με τους «αρχαίους» του. Αυτή η ιστορικότητα στη λογοτεχνία της Άλκης Ζέη, αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα χαρακτηριστικά του έργου της. Πάντοτε αντιμετώπιζε τα παιδιά ισότιμα, μιλώντας όμως με μοναδική ευχέρεια στη δική τους γλώσσα:

«Θα σας έλεγα την ιστορία του Δον Κιχώτη από τη Μάντσα, είπε ο Νίκος κι έκανε μία κουκκίδα στον χάρτη, και μας έδειξε τη Μάντσα. Μα τώρα, ο Δον Κιχώτης δεν μπορεί πια να τριγυρνάει στις πόλεις και στα χωριά της Ισπανίας, γιατί εκεί γίνεται πόλεμος»

Ο λόγος της αφηγήτριας του βιβλίου, της Μέλιας, είναι κατά βάση ευχάριστος και χιουμοριστικός, όμως δεν είναι λίγες οι στιγμές που συγκινεί τον αναγνώστη, ο οποίος ταυτίζεται με τη ματιά της, καθώς κυρίως μέσω της δικής της διήγησης παρακολουθούμε την ιστορία. Η Μέλια δεν παύει στιγμή να διατηρεί τη συμπάθεια του αναγνώστη με τις οξυδερκείς παρατηρήσεις της και το αλάνθαστο ένστικτό της, ακόμα κι όταν δείχνει αφελής στους μεγαλύτερούς της. Αυτά τα στοιχεία διατηρούνται και στην comic μεταφορά, παρόλο που αναμενόμενα τα αφηγηματικά σημεία μειώνονται και αυξάνονται οι διάλογοι, λόγω της διαφορετικής δομής που έχει ένα comic σε σχέση με ένα βιβλίο. Έτσι λοιπόν και στο comic (με διαφορετική μορφή), αφηγήτρια παραμένει η Μέλια. Κι ενώ στο πρώτο μέρος, όσο ακόμα οι δύο αδερφές βρίσκονται στο εξοχικό τους και παραμένουν αχώριστες, ίσως αυτό δεν γίνεται τόσο εμφανές, στο δεύτερο μέρος, στο οποίο πηγαίνουν στο σχολείο και η μεγάλη αδερφή, η Μυρτώ, εντάσσεται στις γραμμές της ΕΟΝ, της νεολαίας του δικτάτορα Μεταξά, η οπτική της Μέλιας στα πράγματα πλέον κυριαρχεί. Ως εκ τούτου, κάποια βράδια που η Μυρτώ απαντά ΕΥ-ΠΟ ΕΥ-ΠΟ, ο αναγνώστης δεν μπορεί παρά να ταυτιστεί με το ΛΥ-ΠΟ ΛΥ-ΠΟ της Μέλιας, γνωρίζοντας ότι εκείνη έχει δίκιο.

Μετά την εξαιρετική περσινή comic μεταφορά του Μεγάλου Περίπατου του Πέτρου από την Αγγελική Δαρλάση και τον Δημήτρη Μαστώρο, στην εκπνοή του περασμένου έτους κυκλοφόρησε η ανάλογης ποιότητας comic μεταφορά του πρώτου μυθιστορήματος της Άλκης Ζέη, του εμβληματικού Καπλανιού, από δύο κομίστριες, την Γεωργία Ζάχαρη και τη Στέλλα Στεργίου. Πρόκειται για ένα έργο αναμφισβήτητης αξίας και οφθαλμοφανούς ομορφιάς, το οποίο είναι βέβαιο ότι ήδη θα έχει αποτελέσει σταθμό στην καλλιτεχνική διαδρομή των δύο νεαρών κομιστριών. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον περιέχει το επιλογικό τους σημείωμα που μαρτυρούν μερικά highlights της συνεργασίας τους, στην οποία φαίνεται να αφοσιώθηκαν σε τέτοιο βαθμό ώστε βρέθηκαν από τα συνεχή τηλέφωνα τελικά να συγκατοικούν. Πέραν του αναμφισβήτητου προσωπικού ταλέντου της καθεμίας τους, όμως, το Καπλάνι είναι και μία απόδειξη της υψηλής ποιότητας των comics που έχει τις δυνατότητες να προσφέρει η ελληνική comic σκηνή, όταν στηρίζεται από εκδοτικούς οίκους, όπως εν προκειμένω το Μεταίχμιο, προκειμένου να δημιουργήσει ολοκληρωμένα πολυσέλιδα comics. Γι’ αυτό, με τέτοια έργα, δίκαια ανακράζουμε κι εμείς «ΕΥ-ΠΟ ΕΥ-ΠΟ» για την ελληνική comic σκηνή!


[1] Μπορείτε να την ακούσετε να διηγείται η ίδια αυτή την ιστορία είτε στη συνέντευξη της στον Τάσο Σακελλαρόπουλο για την Ιστορία στο Κόκκινο, είτε στην ομιλία της στο TEDx Athens το 2016

Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε το 1993, δηλαδή ήταν 6 χρονών όταν είδε πρώτη φορά το Star Wars. Κάπου στο Λύκειο κατέληξε ότι η αλήθεια βρίσκεται στον Sheldon και από τότε προσπαθεί να ανακαλύψει τον κόσμο των nerds και των superheroes, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Αγαπημένο του χρώμα το κόκκινο: στις σημαίες, στον Flash, στον Deadpool, ενώ στις μπλούζες το προτιμά με λευκές λωρίδες. Τελευταία το παίζει και δικηγόρος, χωρίς καμία επιτυχία.