Τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε άνθηση ο χώρος των ελληνικών εκδόσεων comics. Μέσα σε αυτόν πολλοί καλλιτέχνες επιλέγουν το δύσκολο δρόμο των αυτοεκδόσεων, ο οποίος τους δίνει μεγαλύτερη ελευθερία έκφρασης, αφού δεν χρειάζεται να πείσουν κάποιον εκδοτικό οίκο για την ποιότητα του comic τους. Όμως η επιλογή της αυτοέκδοσης συνεπάγεται και μεγαλύτερες δυσκολίες σε όλη τη διαδικασία ήδη από το τύπωμα του comic μέχρι και τη διακίνησή του στην αγορά.
Παρ’ όλα τα προβλήματα όμως ο καλλιτεχνικός πήχης των ελληνικών αυτοεκδόσεων έχει ανέβει πολύ τα τελευταία χρόνια με έργα που ξεχωρίζουν τόσο στα βραβεία comics, όσο και στα κατά τόπους φεστιβάλ comics, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις τελευταίες δουλειές της Σιαδώρας Παπαθεοδώρου (Πυρ – Νυξ – Αλώπηξ, Η Δανάη στο στόμα του λύκου). Η ελληνική comic σκηνή δείχνει ότι έχει πολύ ταλέντο και γι’ αυτό έχει γίνει πλέον απαραίτητη η βόλτα απ’ τους πάγκους των αυτοεκδόσεων για τους λάτρεις των comics σε κάθε αντίστοιχο φεστιβάλ.
Όμως το γεγονός ότι οι αυτοεκδόσεις έχουν περάσει απ’ τον ερασιτεχνισμό του παρελθόντος σε ένα υψηλότερο καλλιτεχνικό επίπεδο ανεβάζει τον πήχη και για κάθε καλλιτέχνη που θα δουλέψει τη δικιά του αυτοέκδοση. Σε καμία περίπτωση βέβαια η τέχνη δεν κρίνεται ανταγωνιστικά. Κάθε καλλιτεχνικό έργο έχει τη δική του αυτοτελή αξία. Όμως όσο το κοινό συνηθίζει να βρίσκει αρκετά ποιοτικά comics στους πάγκους των αυτοεκδόσεων, με φρέσκιες ιδέες και πρωτότυπες ιστορίες, αντικειμενικά κάποια άλλα comics, λιγότερο καινοτόμα, πιο πρόχειρα, στα οποία δεν εντυπωσιάζει το καλλιτεχνικό σχέδιο, δεν μπορούν πια να αντιμετωπιστούν θετικά απ’ τους αναγνώστες τους.
Αυτή είναι και η κατάρα της προσπάθειας του Λεωνίδα Καλλιάρα στο «A Βullet With My Name». Πρόκειται για ένα κόμικ που σε μια άλλη εποχή μπορεί να έπαιρνε θετικά σχόλια ως μια πρώτη προσπάθεια του καλλιτέχνη, όμως στο πλαίσιο της άνθησης των ελληνικών αυτοεκδόσεων, τελικά μας αφήνει μια μέτρια, έως και πικρή, γεύση.
Το «A Βullet With My Name» φιλοδοξεί να γίνει μια σειρά comic τύπου γουέστερν, η ιστορία της οποίας εκτυλίσσεται στον αμερικάνικο Νότο. Πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι ο Γκαμπριέλ, ένας καουμπόης κυνηγός επικηρυγμέων και μαγισσών. Ο Καλλιάρας, επηρεασμένος απ’ τον κλασσικό αμερικάνικο πολιτισμό, επιλέγει έναν τίτλο και μια ιστορία εμπνευσμένη απ’ τα παλιά blues και την κάντρυ μουσική, φιλοδοξώντας να δημιουργήσει μια σειρά comics με καουμπόηδες, ινδιάνους, μάγισσες και σαλούν. Ο Καλλιάρας έχοντας εκδώσει τα 2 πρώτα τεύχη της ιστορίας του τελικά δεν καταφέρνει να μας κερδίσει ως αναγνώστες για διάφορους λόγους. Ας δούμε παρακάτω το γιατί.
Συνήθως λέμε ότι η πρώτη εντύπωση μπορεί να μην είναι πάντα σωστή, αλλά σίγουρα μετράει. Και η πρώτη εντύπωση απ’ το πρώτο τεύχος του ««A Βullet With My Name»» είναι κακή. Το πιο κραυγαλέο πρόβλημα είναι ότι έχει υπερβολικά πολλά ορθογραφικά λάθη σχεδόν σε κάθε σελίδα, σε βαθμό που εκνευρίζουν τον αναγνώστη. Αυτό είναι δείγμα προχειρότητας, αφού σίγουρα με τη δεύτερη ματιά κάποιου άλλου ή και με έναν απλό έλεγχο στο word θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αυτό το πρόβλημα. Ευτυχώς στο δεύτερο τεύχος ο Καλλιάρας δείχνει ότι κατάλαβε το λάθος του και έχει πλέον πολύ λίγα σημεία με ορθογραφικά λάθη.
Αλλά και πέρα από το πρόβλημα της ορθογραφίας, η αφήγηση και οι διάλογοι είναι το πιο αδύναμο σημείο του comic. Ο Καλλιάρας προσπαθεί να ξεφύγει απ’ το μοτίβο του καουμπόη που δεν λέει κουβέντα και μιλάει μόνο με το όπλο του, όμως τελικά οι διάλογοι που επιλέγει να του δώσει είναι απλοϊκοί και δεν βοηθούν την ανάπτυξη του χαρακτήρα. Για παράδειγμα σε μια μάχη τσακώνεται ο Γκάμπριελ με έναν συμπολεμιστή του και εκτυλίσσεται ο εξής διάλογος:
« – Κερνάς μπύρα σήμερα Στο σαλούν?
– Υπάρχει περίπτωση να πεθάνουμε αντι να κάνεις καμία προσευχή σκέφτεσαι την μπύρα?
– Μπορώ να το κάνω πίνοντας μπύρα»
Και όταν τελικά κερδίζουν στη μάχη ο διάλογος συνεχίζεται κάπως έτσι:
« – Επιτέλους!! Θα πιούμε μπύρα!! ΜΠΥΡΑΑ!!
– Πφφφ Δεν με σκοτώνατε καλύτερα?»
Τέλος στο κομμάτι των διαλόγων υπάρχει πρόβλημα με την τοποθέτηση των «σύννεφων του διαλόγου», οι οποίοι σε αρκετές σελίδες είναι πρόχειρα τοποθετημένοι για να μην καλύψουν το σχέδιο, δυσκολεύοντας τον αναγνώστη να παρακολουθήσει τη ροή της αφήγησης.
Όμως επειδή δεν είναι όλα μαύρο – άσπρο, ένα θετικό στοιχείο του comic είναι το σχέδιό του. Ο Καλλιάρας έχει ασχοληθεί από μικρός με την αγιογραφία και ως εκ τούτου τα πορτραίτα των ηρώων του είναι οι πιο καλές στιγμές του comic. Το σχέδιό του είναι στο χέρι και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αρκετά ζωγραφικό. H δισέλιδη σκηνή του Γκάμπριελ στον βυθό του ποταμού και η μάχη του με τη μάγισσα είναι η καλύτερη στιγμή εικαστικά του δημιουργού, που δείχνει ότι έχει τις δυνατότητες να εξελίξει το σχέδιό του στο μέλλον.
Σε κάθε περίπτωση μπορεί το ««A Βullet With My Name»» να μην είναι μια επιτυχημένη προσπάθεια, αλλά δεν πρέπει να κρίνεται αυστηρά ο ίδιος ο καλλιτέχνης, ο οποίος μπορεί να προσπαθήσει ξανά και να δημιουργήσει ένα καλύτερο αποτέλεσμα σε ένα επόμενο έργο του. Έτσι κι αλλιώς ήδη το δεύτερο τεύχος της σειράς εμφανίζεται εμφανώς βελτιωμένο. Ελπίζουμε λοιπόν να ξαναμιλήσουμε σε άλλο πλαίσιο για τον Λεωνίδα Καλλιάρα στο μέλλον.