Όπως έχει αναφερθεί πολλάκις, η γαλλική noir λογοτεχνία αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες αδυναμίες του γράφοντος. Είναι πάντοτε ευχάριστο λοιπόν, όταν εκδίδονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, συγγραφείς που μέχρι πρότινος δεν είχαν παρουσία στα εγχώρια εκδοτικά δρώμενα. Μια από αυτές τις περιπτώσεις είναι ο Γαλλοαλγερινός, με το φιλολογικό ψευδώνυμο, Hugues Pagan (1947), ο οποίος κατά τη δεκαετία του 1980 είχε έντονη και επιτυχημένη λογοτεχνική παρουσία εκδίδοντας σε σύντομο διάστημα μια διόλου ευκαταφρόνητη ποσότητα μυθιστορημάτων. Και μετά.. σιγή. Για περίπου είκοσι χρόνια δεν κυκλοφόρησε τίποτα υπό το όνομα αυτό μέχρι το 2017 όπου εκδόθηκε στην Γαλλία το Χαμένο προφίλ και το οποίο παρουσιάστηκε στο ελληνικό κοινό στα τέλη του 2019 από τις εκδόσεις Πόλις, όντας ταυτόχρονα το πρώτο βιβλίο του Hugues Pagan στην ελληνική γλώσσα, σε μετάφραση του Γιάννη Καυκιά.
Πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι ο αστυνομικός ντετέκτιβ Σνεντέρ, ένας χαρακτήρας που έχει χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν από τον συγγραφέα, ο οποίος καλείται να λύσει τη μυστηριώδη δολοφονία ενός συναδέλφου του από το τμήμα δίωξης ναρκωτικών. Κατά τη διάρκεια της ιστορίας θα κάνουν παρέλαση διεφθαρμένοι αστυνομικοί και δικηγόροι, παρέα με τα βαποράκια και τις πόρνες της πόλης, αλλά και η αναμενόμενη, έως αναγκαία σε τέτοια μυθιστορήματα, femme fatale, η Τσερόκι.
Θα έλεγε κανείς ότι ο Σνεντέρ είναι μια τυπική noir φιγούρα· μοναχικός, καταθλιπτικός, αυτοκτονικός και αντικοινωνικός, χαρακτηριστικά αρκετά συνήθη δηλαδή σε noir αρχέτυπα. Σε αυτό το σημείο όμως έρχεται και η διαφορά της πένας του Hugues Pagan σε σχέση με άλλα μυθιστορήματα του είδους. Παρόλα τα τυπικά χαρακτηριστικά του Σνεντέρ, η γλώσσα που χρησιμοποιείται δεν είναι η συνηθισμένη. Αποφεύγεται κατά πολύ το μάτσο λεξιλόγιο, οι συνεχείς βωμολοχίες αλλά και ο σεξισμός που συναντάται συχνά, άλλοτε λιγότερο άλλοτε περισσότερο, σε τέτοιου είδους χαρακτήρες.
Επιπλέον, ο Hugues Pagan καταφέρνει με την γραφή του να παρουσιάσει μια εξαιρετική ερωτική ιστορία, χωρίς να πέφτει στην παγίδα της ροματζάδας κάτι που όχι μόνο δε συμβαίνει σπάνια, αλλά καταλήγει να διαβρώνει ορισμένες φορές τον χαρακτήρα του βιβλίου. Αντ’ αυτού, το love story μεταξύ του Σνεντέρ και της Τσερόκι παρουσιάζεται με πολύ μεγάλο πάθος και ερωτισμό, χωρίς όμως να χάνεται ο δυναμισμός και η σκοτεινή ατμόσφαιρα ενός τέτοιου μυθιστορήματος.
Ένα ακόμα στοιχείο σημαντικό στο εν λόγω βιβλίο είναι πως ο συγγραφέας έχει φροντίσει και καταφέρει σε μεγάλο βαθμό, και οι δευτερεύοντες χαρακτήρες να είναι καλοδουλεμένοι, έχοντας βάθος και δικά τους διακριτά χαρακτηριστικά και όχι μόνο οι πρωταγωνιστικές φιγούρες.
Η γραφή είναι μεστή και στιβαρή, δίχως να χάνει όμως σε λογοτεχνικό ύφος. Αποφεύγει να υποπέσει σε συγγραφικά τρικ που μπορεί να έχουν σκοπό να προσδώσουν έναν γλαφυρό χαρακτήρα στο κείμενο, αλλά πολλές φορές οδηγούν σε ανούσια και περίπλοκη γλώσσα. Ο Hugues Pagan καταφέρνει με απλή γραφή να παρουσιάσει ένα άρτια δομημένο λογοτεχνικό εγχείρημα. Σε αυτό το σημείο ειδική μνεία πρέπει να γίνει στην εξαιρετική, για μία ακόμα φορά, μετάφραση του Γιάννη Καυκιά καθώς και στις κατατοπιστικές σημειώσεις του.
Εν κατακλείδι, το Χαμένο προφίλ είναι ένα noir μυθιστόρημα που ξεκινάει από την ίδια βάση όπως πολλά άλλα του είδους, αλλά καταφέρνει με την πένα του Hugues Pagan να αποκτήσει δική του προσωπική ταυτότητα. Πρόκειται για ένα από τα βιβλία που αποδεικνύουν πως τα αστυνομικά μυθιστορήματα απέχουν πολύ από το να συγκαταλέγονται στην παραλογοτεχνία, χαρακτηρισμός που ευτυχώς έχει εκλείψει τα τελευταία αρκετά χρόνια, και σίγουρα δημιουργεί προσδοκίες για εκδόσεις και έτερων έργων του Hugues Pagan στα ελληνικά.